Το νέο έργο της Χρύσας Σπηλιώτη, «Φωτιά και νερό» κάνει λόγο για το δικαίωμα στην ετερότητα των πολιτισμών και στη διαφορετικότητα της σκέψης. Η αντιπαράθεση δύο κόσμων, αυτών της Δύσης και της Ανατολής, γεννά τον πυρήνα του δράματος. Η συγγραφέας υπερβαίνοντας τα όρια μιας δραματουργίας στενά προσδιορισμένης από τις συνθήκες ζωής του σύγχρονου Έλληνα, διευρύνει τη βάση του έργου της και ανοίγεται σε αναζητήσεις και θέματα που απασχολούν τον σημερινό άνθρωπο σε παγκόσμια κλίμακα. Πίσω από την ιστορία των τριών δραματικών προσώπων που παίρνουν μέρος στο έργο, διαθλώνται όψεις της σύγχρονης ιστορικής πραγματικότητας με τις χιλιάδες των θυμάτων πολέμου, τις μετακινήσεις πληθυσμών και τα καραβάνια των προσφύγων για έναν κόσμο ελπίδων και αδιέξοδων που διαμορφώνεται αποκλειστικά με όρους στυγνού συμφέροντος.
Η συγγραφέας και το έργο της
Η ηθοποιός Χρύσα Σπηλιώτη πρωτοεμφανίστηκε ως θεατρική συγγραφέας με το έργο «Ποιος ανακάλυψε την Αμερική;» που ανέβηκε το 1997 στο θέατρο Αμόρε και στη συνέχεια παίχθηκε σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, την Κύπρο και στην ομογένεια της Αστόρια στη Νέα Υόρκη. Το έργο εκπροσώπησε την Ελλάδα στο Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου στην Κροατία και έχει μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Άλλα έργα της που έχουν παρουσιαστεί σε θεατρικές σκηνές είναι το «Σκοτσέζικο Ντους», το «Αγκά-σφί και φί» και ο μονόλογος «Με διαφορά στήθους». Παράλληλα, γράφει σενάρια για την τηλεόραση και εμφανίζεται συστηματικά στο θέατρο.
Η ηθοποιός Χρύσα Σπηλιώτη πρωτοεμφανίστηκε ως θεατρική συγγραφέας με το έργο «Ποιος ανακάλυψε την Αμερική;» που ανέβηκε το 1997 στο θέατρο Αμόρε και στη συνέχεια παίχθηκε σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, την Κύπρο και στην ομογένεια της Αστόρια στη Νέα Υόρκη. Το έργο εκπροσώπησε την Ελλάδα στο Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου στην Κροατία και έχει μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Άλλα έργα της που έχουν παρουσιαστεί σε θεατρικές σκηνές είναι το «Σκοτσέζικο Ντους», το «Αγκά-σφί και φί» και ο μονόλογος «Με διαφορά στήθους». Παράλληλα, γράφει σενάρια για την τηλεόραση και εμφανίζεται συστηματικά στο θέατρο.
Πεδίο μάχης
Στο «Φωτιά και νερό», ο δραματουργικός ιστός στήνεται επάνω σ’ ένα ευφυές και ευφάνταστο παιχνίδι αντιστροφής ρόλων και συνεχών ανατροπών που αγγίζει σχεδόν τα όρια της φάρσας. Ένας ανυποψίαστος Ευρωπαίος, υπάλληλος ταχυδρομείου, που μπέρδεψε το δρόμο και βρέθηκε κατά λάθος να χτυπά την πόρτα ενός Ιρακινού πρόσφυγα, πέφτει θύμα ομηρίας και παραμένει δια της βίας έγκλειστος στο δωμάτιο που ζουν, εκπατρισμένοι και κατατρεγμένοι, ο Ιρακινός Σαΐντ με την Ιρανή σύντροφό του Χαγιάτ. Ο Σαΐντ, πρώην δάσκαλος, που έχει χάσει την οικογένειά του κατά την εισβολή στο Ιράκ και κατατρύχεται πλέον από τον διαρκή φόβο εκδίωξης από το προσωρινό του καταφύγιο αλλά και από την ίδια τη χώρα, αιχμαλωτίζει τον Ξένο και γίνεται ο απόλυτος εξουσιαστής του.
Σύμφωνα με τη θεατρολόγο Κωνσταντίνα Ζηροπούλου «μέσα σε μια ατμόσφαιρα δραματικά παράλογη, αλλά και με δόσεις χιούμορ, με αγωνία και κορυφώσεις απρόβλεπτες για τον θεατή, ξετυλίγονται γοητευτικές ιστορίες και μύθοι από τα βάθη της Ανατολής, που με γνώση και σεβασμό στη διαφορετικότητα της κουλτούρας η συγγραφέας χρησιμοποιεί ως όχημα για να οδηγήσει τους ήρωές της να επικοινωνήσουν και να συναντηθούν στις βαθύτερες επιθυμίες τους, ανάγκες αλλά και ερωτηματικά για τον Θεό και την ανθρώπινη ύπαρξη. Η βία ακυρώνεται και σαρκάζεται καθώς θύτης και θύμα, δάσκαλος και μαθητής, πλησιάζονται εξαναγκασμένοι από τους όρους του ίδιου του παιχνιδιού-που με ιδιαίτερη δεξιοτεχνία έχει στήσει γι’ αυτούς η συγγραφέας- ν’ αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλο προκειμένου να συνεννοηθούν».
Στο «Φωτιά και νερό», ο δραματουργικός ιστός στήνεται επάνω σ’ ένα ευφυές και ευφάνταστο παιχνίδι αντιστροφής ρόλων και συνεχών ανατροπών που αγγίζει σχεδόν τα όρια της φάρσας. Ένας ανυποψίαστος Ευρωπαίος, υπάλληλος ταχυδρομείου, που μπέρδεψε το δρόμο και βρέθηκε κατά λάθος να χτυπά την πόρτα ενός Ιρακινού πρόσφυγα, πέφτει θύμα ομηρίας και παραμένει δια της βίας έγκλειστος στο δωμάτιο που ζουν, εκπατρισμένοι και κατατρεγμένοι, ο Ιρακινός Σαΐντ με την Ιρανή σύντροφό του Χαγιάτ. Ο Σαΐντ, πρώην δάσκαλος, που έχει χάσει την οικογένειά του κατά την εισβολή στο Ιράκ και κατατρύχεται πλέον από τον διαρκή φόβο εκδίωξης από το προσωρινό του καταφύγιο αλλά και από την ίδια τη χώρα, αιχμαλωτίζει τον Ξένο και γίνεται ο απόλυτος εξουσιαστής του.
Σύμφωνα με τη θεατρολόγο Κωνσταντίνα Ζηροπούλου «μέσα σε μια ατμόσφαιρα δραματικά παράλογη, αλλά και με δόσεις χιούμορ, με αγωνία και κορυφώσεις απρόβλεπτες για τον θεατή, ξετυλίγονται γοητευτικές ιστορίες και μύθοι από τα βάθη της Ανατολής, που με γνώση και σεβασμό στη διαφορετικότητα της κουλτούρας η συγγραφέας χρησιμοποιεί ως όχημα για να οδηγήσει τους ήρωές της να επικοινωνήσουν και να συναντηθούν στις βαθύτερες επιθυμίες τους, ανάγκες αλλά και ερωτηματικά για τον Θεό και την ανθρώπινη ύπαρξη. Η βία ακυρώνεται και σαρκάζεται καθώς θύτης και θύμα, δάσκαλος και μαθητής, πλησιάζονται εξαναγκασμένοι από τους όρους του ίδιου του παιχνιδιού-που με ιδιαίτερη δεξιοτεχνία έχει στήσει γι’ αυτούς η συγγραφέας- ν’ αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλο προκειμένου να συνεννοηθούν».
Η παράσταση
Το έργο εκτυλίσσεται σε δύο πράξεις και αποτελείται από 17 εικόνες. Διαδραματίζεται σε μια οποιοδήποτε μεγάλη ευρωπαϊκή πόλη, σκόπιμα αδιευκρίνιστη από τη συγγραφέα. Η λιτή και ρεαλιστική σκηνοθεσία της Άσπας Τομπούλη ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες του πυκνού κειμένου, εστίασε σε αισθήματα και συγκινήσεις που αναδύονται μέσα από το ξετύλιγμα της ιστορίας των τριών προσώπων διαμορφώνοντας μια εύρυθμη παράσταση με κλιμακωτές εντάσεις και ισορροπημένες ερμηνείες. Η κυρία Τομπούλη αξιοποιεί το συμβολικό λόγο που διατυπώνεται στο σχεδόν κλειστοφοβικό μικρόκοσμο της συγγραφέως και επιδιώκει μέσω της εκφώνησης του να τον αφήσει να δραπετεύσει από τα στενά όρια της σκηνής. Οι ηθοποιοί ενσαρκώνουν τους ήρωες-φορείς ιδεών αρθρώνοντας ένα λόγο που παραπέμπει σε απεγνωσμένη φωνή διαμαρτυρίας και αποτυπώνουν ευθύβολα τα συναισθήματα της απαισιοδοξίας και της αδικίας. Η Κάτια Γέρου, στο ρόλο της αφοσιωμένης συζύγου Χαγιάτ, το όνομα της οποίας στα αραβικά σημαίνει «ζωή», αποδίδει με ευαισθησία την ισορροπητική δομή που εκφράζει η ηρωίδα. Η κυρία Γέρου υποδύεται μια δυναμική γυναίκα που αγωνίζεται για την επιβίωση της μαχόμενη σε μια σκληρή πραγματικότητα και ταυτόχρονα μια φύση δοτική και γενναιόδωρη που επικοινωνεί μ’ έναν κόσμο υπερβατικό, πλημμυρισμένο από τραγούδια και παραμύθια στον οποίο «η φαντασία είναι αλήθεια». Ο ελληνοϊρανικής καταγωγής Βασίλης Κουκουλάνι, στον απαιτητικό ρόλο του Σαΐντ (ακραίος και οριακός χαρακτήρας) χειρίζεται με μέτρο τα εκφραστικά του μέσα και μαζί με το Μάνο Ζαχαράκο (Ξένος) διαμορφώνουν ένα δίδυμο υποκριτικής που υπογραμμίζει τις αντιθέσεις των δυο κόσμων και την αναπόφευκτη σύγκρουση. Στο ευρηματικό φινάλε, η γυναίκα θα γίνει μήλον της έριδος και θα διεκδικηθεί μέσα από μια παρτίδα σκάκι.
Ο σκηνικός χώρος που σχεδίασε η Μαρία Κονομή αρμόζει στο πνεύμα του έργου και επιτρέπει στους ηθοποιούς να κινηθούν με άνεση. Η υποβλητική μουσική του Νίκου Βίττη και οι φωτισμοί του Τάσου Παλαιορούτα διαμορφώνουν την πνιγερή ατμόσφαιρα ενός αδιέξοδου τοπίου.
Το έργο εκτυλίσσεται σε δύο πράξεις και αποτελείται από 17 εικόνες. Διαδραματίζεται σε μια οποιοδήποτε μεγάλη ευρωπαϊκή πόλη, σκόπιμα αδιευκρίνιστη από τη συγγραφέα. Η λιτή και ρεαλιστική σκηνοθεσία της Άσπας Τομπούλη ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες του πυκνού κειμένου, εστίασε σε αισθήματα και συγκινήσεις που αναδύονται μέσα από το ξετύλιγμα της ιστορίας των τριών προσώπων διαμορφώνοντας μια εύρυθμη παράσταση με κλιμακωτές εντάσεις και ισορροπημένες ερμηνείες. Η κυρία Τομπούλη αξιοποιεί το συμβολικό λόγο που διατυπώνεται στο σχεδόν κλειστοφοβικό μικρόκοσμο της συγγραφέως και επιδιώκει μέσω της εκφώνησης του να τον αφήσει να δραπετεύσει από τα στενά όρια της σκηνής. Οι ηθοποιοί ενσαρκώνουν τους ήρωες-φορείς ιδεών αρθρώνοντας ένα λόγο που παραπέμπει σε απεγνωσμένη φωνή διαμαρτυρίας και αποτυπώνουν ευθύβολα τα συναισθήματα της απαισιοδοξίας και της αδικίας. Η Κάτια Γέρου, στο ρόλο της αφοσιωμένης συζύγου Χαγιάτ, το όνομα της οποίας στα αραβικά σημαίνει «ζωή», αποδίδει με ευαισθησία την ισορροπητική δομή που εκφράζει η ηρωίδα. Η κυρία Γέρου υποδύεται μια δυναμική γυναίκα που αγωνίζεται για την επιβίωση της μαχόμενη σε μια σκληρή πραγματικότητα και ταυτόχρονα μια φύση δοτική και γενναιόδωρη που επικοινωνεί μ’ έναν κόσμο υπερβατικό, πλημμυρισμένο από τραγούδια και παραμύθια στον οποίο «η φαντασία είναι αλήθεια». Ο ελληνοϊρανικής καταγωγής Βασίλης Κουκουλάνι, στον απαιτητικό ρόλο του Σαΐντ (ακραίος και οριακός χαρακτήρας) χειρίζεται με μέτρο τα εκφραστικά του μέσα και μαζί με το Μάνο Ζαχαράκο (Ξένος) διαμορφώνουν ένα δίδυμο υποκριτικής που υπογραμμίζει τις αντιθέσεις των δυο κόσμων και την αναπόφευκτη σύγκρουση. Στο ευρηματικό φινάλε, η γυναίκα θα γίνει μήλον της έριδος και θα διεκδικηθεί μέσα από μια παρτίδα σκάκι.
Ο σκηνικός χώρος που σχεδίασε η Μαρία Κονομή αρμόζει στο πνεύμα του έργου και επιτρέπει στους ηθοποιούς να κινηθούν με άνεση. Η υποβλητική μουσική του Νίκου Βίττη και οι φωτισμοί του Τάσου Παλαιορούτα διαμορφώνουν την πνιγερή ατμόσφαιρα ενός αδιέξοδου τοπίου.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Φωτιά και νερό» της Χρύσας Σπηλιώτη
Μια συμπαραγωγή της «Σύγχρονης Θεατρικής Σκηνής» και
του ΔΗ. ΠΕ. ΘΕ Καβάλας
Σκηνοθεσία : Άσπα Τομπούλη
Σκηνικά-Κοστούμια : Μαρία Κονομή
Μουσική επιμέλεια : Νίκος Βίττης
Επιμέλεια κίνησης : Φώτης Νικολάου
Φωτισμοί : Τάσος Παλαιορούτας
Βοηθός σκηνοθέτη : Αλέξανδρος Κοέν
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Κάτια Γέρου, Μάνος Ζαχαράκος και Βασίλης Κουκαλάνι
«Φωτιά και νερό» της Χρύσας Σπηλιώτη
Μια συμπαραγωγή της «Σύγχρονης Θεατρικής Σκηνής» και
του ΔΗ. ΠΕ. ΘΕ Καβάλας
Σκηνοθεσία : Άσπα Τομπούλη
Σκηνικά-Κοστούμια : Μαρία Κονομή
Μουσική επιμέλεια : Νίκος Βίττης
Επιμέλεια κίνησης : Φώτης Νικολάου
Φωτισμοί : Τάσος Παλαιορούτας
Βοηθός σκηνοθέτη : Αλέξανδρος Κοέν
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Κάτια Γέρου, Μάνος Ζαχαράκος και Βασίλης Κουκαλάνι
ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΜΑ
Αγ. Κωνσταντίνου και Ακομινάτου 15-17, τηλ. 210 52 20 100
Δευτέρα-Τρίτη 21. 15
Αγ. Κωνσταντίνου και Ακομινάτου 15-17, τηλ. 210 52 20 100
Δευτέρα-Τρίτη 21. 15
1 σχόλιο:
kali parastasi. kai poly wraio skiniko
Δημοσίευση σχολίου