Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2025

«Το Τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη στο Από Μηχανής Θέατρο

 


«ΚΟΛΙΑΣ: Ξοφλημένε, που μ’ έχεις πρήξει τόσα χρόνια «θα γίνω και θα γίνω, θα γίνω και θα γίνω»… να σου πω εγώ τι θα γίνεις. Σκατά θα γίνεις! Θα τριγυρνάς σαν τον ψωριάρη από καφενείο σε καφενείο και θα παίζεις δεκαπέντε τάβλια την ημέρα. (Ο Φώντας σε μεγάλη υπερένταση. Τρέμει.) Αυτό θα κάνεις!... Μέχρι που να σαπίσεις! Ξοφλημένος!!!... Μέχρι που να τα τινάξεις και να ‘ρθει το αυτοκίνητο της Δημαρχίας να σε μαζέψει και να σε πετάξει μέσα στο λάκκο! Τότε θα ησυχάσεις! Τότε θα γίνεις μέγας!»

 

     Δύο άνδρες και ένα τάβλι ανάμεσά τους. Η μεσημεριανή χαλαρή κουβέντα για την παρτίδα που παίζουν, θα οδηγήσει σταδιακά σε απροσδόκητες εκδηλώσεις βίας. Οι έντονες εκρήξεις τους φέρνουν στην επιφάνεια κρυμμένες αντιπαραθέσεις χρόνων, ανεκπλήρωτες προσδοκίες και απωθημένα. Μια τρικυμία εν κρανίω! Η μάχη θα καταλήξει στη συμφιλίωση και τη συνεργασία στην κομπίνα που θα τους αποφέρει χρήματα και κοινωνική ανέλιξη.

     Οι δύο ήρωες, στη μεταπολεμική Ελλάδα, υπό το καθεστώς της δικτατορίας (το έργο γράφτηκε το 1972), αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα τόσο μιας διακεκριμένης για τη χώρα εποχής, όσο και μιας κοινωνικής τάξεως που ανήκει μάλλον στο λούμπεν και σε ό, τι αυτό συνεπάγεται ως κατηγορία του περιθωρίου.

     Το τάβλι είναι το πρόσχημα. Εξ άλλου, στο ομώνυμο θεατρικό του έργο, ο Δημήτρης Κεχαΐδης δημιουργεί από τα σπλάχνα της ελληνικής κοινωνίας, στην ακραία της ταυτότητα, δύο οντότητες πλήρως συνειδητοποιημένες ως προς τις πράξεις, τις δράσεις και τα συναισθήματά τους. Ο Φώντας Καλαφατίδης, προσπαθεί με πανουργία και ακλόνητο αμοραλισμό, να πείσει τον Κόλια Παγουρόπουλο, λαχειοπώλη, πρώην αντιστασιακό που φιλοδοξεί να τυπώσει το βιβλίο του με τα ανδραγαθήματά του, να υλοποιήσουν μαζί μια μεγαλόπνοη ιδέα για να «πιάσουν την καλή».

   Στην αναζήτηση εύκολου και γρήγορου κέρδους επιστρατεύονται όλα τα μέσα, ακόμα και η εκμετάλλευση ανθρώπων, όπως γίνεται εδώ με την Καλλιόπη, αδελφή του Φώντα και σύζυγο του Κόλλια. Με αυτό τον τρόπο, η «μεγαλόπνοη» ιδέα μετατρέπεται σε βρώμικο κόλπο: ο εύπορος χρηματοδότης πρέπει να ξεγελαστεί, η Καλλιόπη να εκπορνευθεί και όλα αυτά σε βάρος πεινασμένων ανθρώπων από την Αφρική που θα φορτωθούν σε καράβια για να έρθουν στην Ελλάδα να καλλιεργήσουν τη γη για ένα κομμάτι ψωμί.

     Το αγαπημένο και πολυπαιγμένο αυτό έργο δεν έχει βγάλει ρυτίδες καθώς η νοοτροπία του κοινωνικά ανέστιου έλληνα που ονειρεύεται μια θέση στον ήλιο αλλά συγχέει ηθικές αξίες και συμφέροντα, εντιμότητα και κουτοπονηριά, φαίνεται να μην έχει αλλάξει. Η εύρυθμη σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ρήγα αναδεικνύει με ενάργεια το συγκρουσιακό στοιχείο του ρεαλιστικού κειμένου δίνοντας έμφαση στις σκοτεινές αποχρώσεις του ψυχισμού των δύο προσώπων χωρίς να παραμελήσει την κωμική τους πλευρά. Ο ίδιος ενσαρκώνει τον χαρακτήρα του Κόλια υπογραμμίζοντας την ηθική ταλάντευση, τη ρωγμή στο φιλότιμο και τον διχασμό της συνείδησης. Ο Αντώνης Κρόμπας υποδύεται με εκφραστική ποικιλία τον ρόλο του Φώντα αποτυπώνοντας τον κυνισμό αλλά και την ευάλωτη διάσταση του ήρωα. Μια παράσταση που μένει πιστή στο πνεύμα του έργου επικοινωνώντας ευθύβολα τους προβληματισμούς του στο κοινό.