Τρίτη 5 Αυγούστου 2008

Στα δίχτυα του έρωτα



Έτσι, χαμογελώντας
πέταξε τον πόθο σύρριζα
των υπαινιγμών
κι ο αναιδής του ήχος
πλεκόταν αναπόφευκτα στο αίμα.
Και ποιος δεν έψαχνε
ανθρώπινη κοιλιά για να τον πιάσει;
Ω, και εσύ το ίδιο
που κρύβεις πάνω σου μισό τον άνδρα
να σκέφτεσαι τον έρωτα τον ανδρικό
Έτσι, χαμογελώντας η γαλάζια γυναίκα
εύκολα γέμισε τη σάρκα της
πάνω στου άνδρα τα σημεία.

(απόσπασμα από ανέκδοτο ποίημα της Κατερίνας Κατσίρη)

Το φετινό καλοκαίρι, το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Αγρινίου παρουσιάζει την τρίπρακτη κλασική κωμωδία «Η Λοκαντιέρα», που γράφτηκε το 1753 από το Βενετσιάνο Κάρλο Γκολντόνι (1707-1793). Ο σκηνοθέτης Βασίλης Νικολαΐδης δουλεύοντας με ένα θίασο κυρίως νέων ηθοποιών έκανε μια καθαρή ανάγνωση του έργου χωρίς ριψοκίνδυνους νεωτερισμούς και άστοχα πειράγματα.
Το κείμενο, υποδειγματικό, ως προς τη δραματουργική δομή, τη συνοχή και την αλληλοσυμπλήρωση των χαρακτήρων δέχθηκε πολύ εύστοχες σκηνοθετικές αναγνώσεις και ερμηνείες κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα όπως του Στανισλάβσκι στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας το 1914, το ανέβασμα του Κοπώ το 1923 ή του Λουκίνο Βισκόντι στο Θέατρο των Εθνών στο Παρίσι το 1956. Το έργο έγινε αφορμή συγκρούσεων ρευμάτων και αισθητικών αντιλήψεων προκαλώντας ετερόκλητες κριτικές.
Ο Κάρλο Γκολντόνι, μεταρρυθμιστής του ιταλικού θεάτρου, ελευθέρωσε τους ηθοποιούς από το τετριμμένο στυλιζάρισμα της Commedia dell’ Arte (γνωστή και ως Commedia all’ imroviso, αυτοσχέδια κωμωδία ή Commedia a soggetto, κωμωδία που παίζεται χωρίς γραπτό κείμενο μόνο με κάποιο σχεδίασμα της πλοκής) και τους έβαλε να παίζουν χωρίς μάσκες, καθορίζοντας έτσι το είδος που λέγεται κωμωδία χαρακτήρων (κωμωδία ηθών και περιβάλλοντος). Η γλώσσα που χρησιμοποιεί, είναι άμεση, έντονα προφορική, πλούσια, με έμφαση στη βενετσιάνικη διάλεκτο, απαλλαγμένη από χοντροκομμένα αστεία, χυδαιότητες, αισχρολογίες, «λάτσι», εμβόλιμες πατινάδες και σερενάτες, αλλά και μακριά από κάθε ακαδημαϊκή καθαρότητα.
Στη «Λοκαντιέρα», ο Γκολντόνι χρησιμοποιεί και πάλι το σχήμα της γυναίκας που περιστοιχίζεται από θαυμαστές. Η Μιραντολίνα σαγηνεύει τ’ αρσενικά με την πολυμήχανη τσαχπινιά της, τη σπιρτάδα του θηλυκού ενστίκτου της, τη διαβολιά που πυρπολεί και αφοπλίζει. Ο καμβάς αυτός εμπλουτίζεται από την κοινωνιολογική πυκνότητα των προσώπων που καθορίζονται από την ταξική τους υπαγωγή, από τον τρόπο που εκφράζονται και από αντικείμενα που χρησιμοποιούν. Τα αντικείμενα δρουν καταλυτικά καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου καθώς μέσα από τη λειτουργία ενός νοικοκυριού στήνονται οι πλεκτάνες του έρωτα.

Η παράσταση
Ως Μιραντολίνα, η Μαρία Παρασύρη κινείται συγκρατημένα και δεν μας παρασύρει απόλυτα στο παιχνίδι της συνενοχής. Ωστόσο, οι χαμηλοί και ελεγχόμενοι τόνοι της ερμηνείας της αφήνουν να διαφανεί η στροφή του συγγραφέα προς την ατομική ψυχογραφία και την απαλοιφή του στυλιζαρίσματος. Ο ταλαντούχος Λευτέρης Ζαμπετάκης διαθέτει αναμφισβήτητα υποκριτικά προσόντα αλλά δεν κατορθώνει να ξεδιπλώσει εξελικτικά το χαρακτήρα του Ιππότη Ριπαφράτα και να δώσει έμφαση στη μεταστροφή της συμπεριφοράς του. Ο Πάνος Σταθακόπουλος προκαλεί άφθονο γέλιο με τον επιπόλαιο, αφελή, γκαφατζή και άφραγκο Μαρκήσιο Φορλιπόπολι που «πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες». Πράγματι, οι Μαρκήσιοι συμπεριφερόντουσαν με πολύ εκλεπτυσμένους τρόπους και φλέρταραν τις γυναίκες με ευγένεια, αβρότητα και συχνά με αδέξια κολακεία. Έχω, όμως, την αίσθηση ότι στοιχεία του ρόλου υπονομεύονται μέσα από την κραυγαλέα θηλυπρέπεια, τη φλυαρία των χειρονομιών και την υπερβολή. Ο Γιάννης Κοτσαρίνης ερμηνεύει τον Κόμη Αλμπαφιορίτα με μέτρο και ισορροπημένους εκφραστικούς χειρισμούς. Την παράσταση όμως κλέβει στην κυριολεξία η πληθωρική Λένα Ντζούβρα στο ρόλο της θεατρίνας Ορτένσια που υποδύεται με μπρίο και σπιρτάδα. Μαζί με τη Λένα Υφαντή που κάνει τη θεατρίνα Ντεγιανίρα διαμορφώνουν ένα απολαυστικό υποκριτικό δίδυμο. Ο Τάσος Κοροζής πλάθει μια αστεία καρτουνίστικη φιγούρα με τον υπηρέτη του Ιππότη Ριπαφράτα ενώ ο Βαγγέλης Ψωμάς διεκπεραιώνει με άνεση το ρόλο του καμαριέρη Φαμπρίτσιο.
Η μετάφραση της Αγαθής Δημητρούκα αναδεικνύει τον κωμικό λόγο του συγγραφέα και εκφέρεται αβίαστα από τους ηθοποιούς. Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιάννη Μετζικώφ είναι λιτά, λειτουργικά για τη δράση και αποτυπώνουν το πνεύμα της εποχής. Οι φωτισμοί του Σπύρου Μερεγκλιτσή παρακολουθούν αδιάφορα την αλληλουχία των σκηνών.
Η μουσική προέρχεται από μια διασκευή των «Τεσσάρων Εποχών» του Αντόνιο Βιβάλντι που έκανε το 1739 ο Νικολά Σεντεβίλ και εξυπηρετεί απόλυτα τις ανάγκες της παράστασης. Στο φινάλε ακούγεται το α’ μέρος από το κονσέρτο σε ντο ελάσσονα, RV 120, του Αντόνιο Βιβάλντι, μοτίβο που ο Μάνος Χατζιδάκις δανείστηκε για το «Χαμόγελο της Τζοκόντας».
Υποδειγματικό το πρόγραμμα της παράστασης με κείμενα γύρω από το έργο του συγγραφέα, θεωρητικές παρεμβάσεις, αποσπάσματα κριτικών από διάσημους μελετητές, αναλυτική ελληνική και ξένη παραστασιογραφία και πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
Στο σύνολό της, μια αξιόλογη παραγωγή, φροντισμένη στη λεπτομέρεια και με συνέπεια ως προς τους θεσμικούς στόχους των ΔΗ. ΠΕ. ΘΕ., να παράγουν πολιτισμό στην περιφέρεια και να δίνουν την ευκαιρία σε νέους δημιουργούς να εκφραστούν καλλιτεχνικά.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Η Λοκαντιέρα» του Κάρλο Γκολντόνι
Από το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Αγρινίου
Μετάφραση : Αγαθή Δημητρούκα
Σκηνοθεσία : Βασίλης Νικολαΐδης
Σκηνικά – Κοστούμια : Γιάννης Μετζικώφ
Επιμέλεια κίνησης : Έφη Καρακώστα
Φωτισμοί : Σπύρος Μερεγκλίτσης
Βοηθός σκηνογράφου : Νίκη Παπαγεωργίου
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Μαρία Παρασύρη, Βαγγέλης Ψωμάς, Τάσος Κοροζής, Λευτέρης Ζαμπετάκης, Πάνος Σταθακόπουλος, Γιάννης Κοτσαρίνης, Λένα Ντζούβρα και Λένα Υφαντή

7/8 Πλάτανος Ναυπακτίας, 8/8 Άνω Χώρα Ναυπακτίας, 9/8 Μύτικας, 10/8 Δήμος Πυλλήνης, 11/8 Δήμος Φυτειών, 20/8 Δήμος Θεστιέων, 21/8 Μεσολόγγι, 22/8 Θέρμο, 24/8 Συκιές Θεσσαλονίκη, 25/8 Βέροια, 26/8 Γρεβενά, 27/8 Νέα Ιωνία Βόλου, 28/8 Λάρισα, 29/8 Υπάτη, 31/8 Αλίαρτος, 2/9 Πετρούπολη, 4/9 Μενίδι Αττικής, 8/9 Ελευσίνα, 9/9 Άλιμος, 11/9 Πάτρα, 12-13-14/9 Αγρίνιο, 16/9 Φιλαδέλφεια