Στο θέατρο «Στοά» παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου και μετάφραση Λέας Κούση, το έργο του Βρετανού Christopher James Hampton «Στάχτες» («Embers») που γράφτηκε το 2006. Πρόκειται για μια θεατρική διασκευή της νουβέλας του Ούγγρου συγγραφέα Sandor Marai (1900-1989) με τίτλο «Τα κεριά καίγονται μέχρι το τέλος» (1942) που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Duke of York με πρωταγωνιστή το Jeremy Irons.
Ο συγγραφέας και το έργο του
O Hampton παρέδωσε το πρώτο θεατρικό έργο του «When did you last see my mother? » προτού ακόμα ολοκληρώσει τις σπουδές του (σε νεαρή ηλικία) και σε σύντομο χρονικό διάστημα καταξιώθηκε ως δραματουργός αλλά και μεταφραστής (Τσέχοφ, Ίψεν, Μολιέρος κτλ). Το «Total eclipse» που αναφέρεται στη σχέση του Rimbaud με το Verlaine γνώρισε μεγάλη απήχηση κυρίως μέσα από την κινηματογραφική του μεταφορά. Ακολουθούν «The philanthropist», «Savages», «Treats», «The portage to San Cristobal of A. H», «Tales from Hollywood» και άλλα, ενώ ξεχώρισε η διασκευή που έκανε στο μυθιστόρημα του Laclos «Les liaisons dangereuses».
Υψηλά ιδεώδη
Βασική θεματολογία των γραπτών του Marai αποτέλεσε η σήψη της ουγγρικής μεσοαστικής τάξης και η κατάρρευση των ανθρωπιστικών ιδανικών για τον οποίον αποτελούν πρότυπο ζωής. Οι ουμανιστικές αξίες στις οποίες μοιάζει προσηλωμένος διαποτίζουν όλο το έργο του. Οι «Στάχτες» πραγματεύονται το θέμα της πίστης στη φιλία και σκιαγραφούν τις ψυχολογικές αποχρώσεις της προδοσίας που σχετίζονται εν μέρει με το πολιτικό σκηνικό που είχε διαμορφωθεί στη χώρα του συγγραφέα και τον εξώθησε στην ξενιτιά.
Η δράση εκτυλίσσεται το 1940 σ’ ένα στρατιωτικό, αριστοκρατικό και επιβλητικό περιβάλλον. Η ακεραιότητα των ηρώων αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της προσωπικότητάς τους, την οποία προσπαθούν να διαφυλάξουν ακόμη και μέσα από τις «στάχτες» της ραγισμένης σχέσης τους. Έτσι οι δυο αχώριστοι παιδικοί φίλοι, έχοντας πατήσει πλέον τα 75 χρόνια, συναντιούνται απρόσμενα και αναμοχλεύουν την κατάσταση που δημιουργήθηκε ανάμεσά τους και τους χώρισε για 41 χρόνια. Οι ερωτήσεις πρέπει ν’ απαντηθούν…Στο στάδιο που βρίσκονται συνειδητοποιούν ότι απαντήσεις δεν υπάρχουν όταν πρόκειται για αισθήματα που προξένησε το άσβηστο πάθος για μια γυναίκα, την οποία τελικά κανείς δεν κέρδισε καθώς χάθηκε πρόωρα.
Βασανιστική δέσμευση
Απωθημένες σκέψεις, ανείπωτες, θαμμένες στη μυστηριώδη πράξη της φυγής πλαισιώνονται από την αδήριτη αναγκαιότητα εκτόξευσής τους. Πρόκειται για λόγια που έχουν «ακονιστεί» στην πίσω πλευρά του μυαλού και έχουν «σμιλευτεί» με τα ανθεκτικά υλικά των αναμνήσεων. Η διήθησή τους επιτελέστηκε με καθαρή ματιά και λεπτομερειακή διείσδυση. Τα ερεθίσματα αυτά αναμένουν την ανταπόκριση του Κόνραντ με τη μορφή επιβεβαίωσης μιας αλυσίδας γεγονότων που θα διαλύσει τα αιωρούμενα ερωτηματικά και θα σημασιοδοτήσει τα βαθειά κίνητρα των πράξεων. Ο λόγος του Χένρικ καθίσταται ένα είδος λογοτεχνικού δοκιμίου, ένας μακρόσυρτος μονόλογος διανθισμένος με ρητορικά στοιχεία-ιδεολογίες και εμπλουτισμένος με την ψυχογράφηση μιας ολόκληρης ζωής. Ένας «de profundis» απολογισμός, μια διατριβή αναμέτρησης με το πρόσωπο των προθέσεων. Η φλόγα της συντροφικότητας έχει προ πολλού σβήσει και πάνω στις «στάχτες» της «χορεύει» η αλήθεια, ωμή και γυμνή, μια αλήθεια που εκστομίζεται από τη μια πλευρά, ενώ επιβεβαιώνεται σιωπηλά-μη λεκτικά από την άλλη.
Στην ουσία, η συνάντηση των δύο φίλων πραγματοποιείται για να ολοκληρωθεί αυτό το «κάψιμο» και να διερευνηθούν-επαναπροσδιοριστούν οι αιτίες της στασιμότητας που καθήλωσε το χρόνο για 41 έτη προσδίδοντας θλίψη, απόγνωση, διχασμό, απορία και περιθωριοποίηση. Ο μοναδικός επιζών από αυτήν την απορρύθμιση είναι ο δεσμός της φιλίας που νίκησε το πάθος για την απούσα δομή (πόθος για την Κριστίνα) διαλύοντας το ερωτικό τρίγωνο αλλά επιβάλλοντας, ωστόσο, το χωρισμό δίχως να δοθούν οι απαραίτητες εξηγήσεις. Παρ’ όλα αυτά, η εν λόγω αντινομία εξηγείται από τον ίδιο το μηχανισμό της φιλίας-δόσιμο χωρίς την αναμονή ανταλλαγμάτων, γεγονός που καθιστά και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη επιρρεπή ακόμη και στην προδοσία, μετέωρα ανάμεσα στο καλό και το κακό, «ανάμεσα σε δύο ενάντια, αυτό που διατάζει να χαρείς τη στιγμή και αυτό που απαγορεύει κάτι τέτοιο». Ο χρόνος της φιλίας συνεχίζει βασανιστικά από το σημείο εκείνο που «πάγωσε» κι αυτός ο τελικός απολογισμός που σημασιοδοτείται θετικά από το Χένρικ (με τη μονολεκτική απάντηση «Ναι») αφήνει «στάχτες» που προοιωνίζουν το θάνατο ο οποίος βρίσκεται ante portas.
Η παράσταση
Η σκηνοθεσία του Θανάση Παπαγεωργίου επικεντρώνεται στην ανάδειξη του λόγου και των συναισθημάτων. Ο άψογα εκλεπτυσμένος σκηνικός χώρος που επιμελήθηκε η Λέα Κούση φανερώνει την κοινωνική και οικονομική θέση των προσώπων που τον κατοικούν : ένα μεγάλο δωμάτιο με πολλά παράθυρα, πολυθρόνες, γραφείο, το πορτρέτο της μητέρας του Χένρικ και διπλά σε αυτό εμφανές το κενό του πορτρέτου της νεκρής αγαπημένης γυναίκας. Τα κεριά που βρίσκονται τοποθετημένα σε όλη την έκταση του χώρου και καίγονται κατά τη διάρκεια της παράστασης καθώς και η ρύθμιση των φωτισμών διαμορφώνουν μια ατμόσφαιρα εξομολόγησης-ιεροτελεστίας επιτελώντας παράλληλα το λειτουργικό και υπαινικτικό ρόλο τους. Το φως των κεριών υπό το μελαγχολικό ηχόχρωμα της βροχής και τη μουσική του Chopin από τη Polonaise fantaisie ενεργοποιεί τις τελευταίες σπίθες ανθρωπιάς για να τις μετατρέψει εντέλει άδοξα σε «στάχτες» θανάτου.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου, στο ρόλο του Χένρικ, επιστρατεύει μια ποικιλία εναλλαγών των εκφραστικών του μέσων αποτυπώνοντας έτσι πικρία, ειρωνεία, διάθεση για συγχώρεση. Η παρουσία του Κόνραντ είναι καταλυτική. Ο Γιάννης Ροζάκης διαγράφει αδρά χαρακτηριστικά του ήρωα εναλλάσσοντας την έκπληξη με την απάθεια μέσα από παγερό βλέμμα, διαρκείς παύσεις, ανολοκλήρωτες φράσεις και υπαινικτική σιωπή, κινήσεις που δηλώνουν την επιβεβαίωση, την κατανόηση και την αποδοχή όσων ισχυρίζεται ο Χένρικ. Οι δυο ηθοποιοί διαμορφώνουν ένα ισορροπημένο υποκριτικό δίδυμο που συνομιλεί σκηνικά επί ίσοις όροις παρά το γεγονός ότι στο ένα πρόσωπο έχει καταχωρηθεί το μεγαλύτερο ποσό του λόγου. Ως Νίνη, η Λήδα Πρωταψάλτη συγκινεί στο σύντομο ρόλο της τροφού με τη στοργή και την τυφλή αφοσίωση της.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Στάχτες» του Christopher Hampton
Από το μυθιστόρημα του Sandor Marai «Τα κεριά καίγονται μέχρι το τέλος»
Σκηνοθεσία : Θανάσης Παπαγεωργίου
Μετάφραση-Σκηνικά-Κοστούμια : Λέα Κούση
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Θανάσης Παπαγεωργίου, Γιάννης Ροζάκης και Λήδα Πρωτοψάλτη
ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟΑ
Μπισκίνη 55, Ζωγράφου, τηλ. 210 77 02 830
Παρασκευή-Σάββατο 21.30, Κυριακή 19.00
Ο συγγραφέας και το έργο του
O Hampton παρέδωσε το πρώτο θεατρικό έργο του «When did you last see my mother? » προτού ακόμα ολοκληρώσει τις σπουδές του (σε νεαρή ηλικία) και σε σύντομο χρονικό διάστημα καταξιώθηκε ως δραματουργός αλλά και μεταφραστής (Τσέχοφ, Ίψεν, Μολιέρος κτλ). Το «Total eclipse» που αναφέρεται στη σχέση του Rimbaud με το Verlaine γνώρισε μεγάλη απήχηση κυρίως μέσα από την κινηματογραφική του μεταφορά. Ακολουθούν «The philanthropist», «Savages», «Treats», «The portage to San Cristobal of A. H», «Tales from Hollywood» και άλλα, ενώ ξεχώρισε η διασκευή που έκανε στο μυθιστόρημα του Laclos «Les liaisons dangereuses».
Υψηλά ιδεώδη
Βασική θεματολογία των γραπτών του Marai αποτέλεσε η σήψη της ουγγρικής μεσοαστικής τάξης και η κατάρρευση των ανθρωπιστικών ιδανικών για τον οποίον αποτελούν πρότυπο ζωής. Οι ουμανιστικές αξίες στις οποίες μοιάζει προσηλωμένος διαποτίζουν όλο το έργο του. Οι «Στάχτες» πραγματεύονται το θέμα της πίστης στη φιλία και σκιαγραφούν τις ψυχολογικές αποχρώσεις της προδοσίας που σχετίζονται εν μέρει με το πολιτικό σκηνικό που είχε διαμορφωθεί στη χώρα του συγγραφέα και τον εξώθησε στην ξενιτιά.
Η δράση εκτυλίσσεται το 1940 σ’ ένα στρατιωτικό, αριστοκρατικό και επιβλητικό περιβάλλον. Η ακεραιότητα των ηρώων αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της προσωπικότητάς τους, την οποία προσπαθούν να διαφυλάξουν ακόμη και μέσα από τις «στάχτες» της ραγισμένης σχέσης τους. Έτσι οι δυο αχώριστοι παιδικοί φίλοι, έχοντας πατήσει πλέον τα 75 χρόνια, συναντιούνται απρόσμενα και αναμοχλεύουν την κατάσταση που δημιουργήθηκε ανάμεσά τους και τους χώρισε για 41 χρόνια. Οι ερωτήσεις πρέπει ν’ απαντηθούν…Στο στάδιο που βρίσκονται συνειδητοποιούν ότι απαντήσεις δεν υπάρχουν όταν πρόκειται για αισθήματα που προξένησε το άσβηστο πάθος για μια γυναίκα, την οποία τελικά κανείς δεν κέρδισε καθώς χάθηκε πρόωρα.
Βασανιστική δέσμευση
Απωθημένες σκέψεις, ανείπωτες, θαμμένες στη μυστηριώδη πράξη της φυγής πλαισιώνονται από την αδήριτη αναγκαιότητα εκτόξευσής τους. Πρόκειται για λόγια που έχουν «ακονιστεί» στην πίσω πλευρά του μυαλού και έχουν «σμιλευτεί» με τα ανθεκτικά υλικά των αναμνήσεων. Η διήθησή τους επιτελέστηκε με καθαρή ματιά και λεπτομερειακή διείσδυση. Τα ερεθίσματα αυτά αναμένουν την ανταπόκριση του Κόνραντ με τη μορφή επιβεβαίωσης μιας αλυσίδας γεγονότων που θα διαλύσει τα αιωρούμενα ερωτηματικά και θα σημασιοδοτήσει τα βαθειά κίνητρα των πράξεων. Ο λόγος του Χένρικ καθίσταται ένα είδος λογοτεχνικού δοκιμίου, ένας μακρόσυρτος μονόλογος διανθισμένος με ρητορικά στοιχεία-ιδεολογίες και εμπλουτισμένος με την ψυχογράφηση μιας ολόκληρης ζωής. Ένας «de profundis» απολογισμός, μια διατριβή αναμέτρησης με το πρόσωπο των προθέσεων. Η φλόγα της συντροφικότητας έχει προ πολλού σβήσει και πάνω στις «στάχτες» της «χορεύει» η αλήθεια, ωμή και γυμνή, μια αλήθεια που εκστομίζεται από τη μια πλευρά, ενώ επιβεβαιώνεται σιωπηλά-μη λεκτικά από την άλλη.
Στην ουσία, η συνάντηση των δύο φίλων πραγματοποιείται για να ολοκληρωθεί αυτό το «κάψιμο» και να διερευνηθούν-επαναπροσδιοριστούν οι αιτίες της στασιμότητας που καθήλωσε το χρόνο για 41 έτη προσδίδοντας θλίψη, απόγνωση, διχασμό, απορία και περιθωριοποίηση. Ο μοναδικός επιζών από αυτήν την απορρύθμιση είναι ο δεσμός της φιλίας που νίκησε το πάθος για την απούσα δομή (πόθος για την Κριστίνα) διαλύοντας το ερωτικό τρίγωνο αλλά επιβάλλοντας, ωστόσο, το χωρισμό δίχως να δοθούν οι απαραίτητες εξηγήσεις. Παρ’ όλα αυτά, η εν λόγω αντινομία εξηγείται από τον ίδιο το μηχανισμό της φιλίας-δόσιμο χωρίς την αναμονή ανταλλαγμάτων, γεγονός που καθιστά και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη επιρρεπή ακόμη και στην προδοσία, μετέωρα ανάμεσα στο καλό και το κακό, «ανάμεσα σε δύο ενάντια, αυτό που διατάζει να χαρείς τη στιγμή και αυτό που απαγορεύει κάτι τέτοιο». Ο χρόνος της φιλίας συνεχίζει βασανιστικά από το σημείο εκείνο που «πάγωσε» κι αυτός ο τελικός απολογισμός που σημασιοδοτείται θετικά από το Χένρικ (με τη μονολεκτική απάντηση «Ναι») αφήνει «στάχτες» που προοιωνίζουν το θάνατο ο οποίος βρίσκεται ante portas.
Η παράσταση
Η σκηνοθεσία του Θανάση Παπαγεωργίου επικεντρώνεται στην ανάδειξη του λόγου και των συναισθημάτων. Ο άψογα εκλεπτυσμένος σκηνικός χώρος που επιμελήθηκε η Λέα Κούση φανερώνει την κοινωνική και οικονομική θέση των προσώπων που τον κατοικούν : ένα μεγάλο δωμάτιο με πολλά παράθυρα, πολυθρόνες, γραφείο, το πορτρέτο της μητέρας του Χένρικ και διπλά σε αυτό εμφανές το κενό του πορτρέτου της νεκρής αγαπημένης γυναίκας. Τα κεριά που βρίσκονται τοποθετημένα σε όλη την έκταση του χώρου και καίγονται κατά τη διάρκεια της παράστασης καθώς και η ρύθμιση των φωτισμών διαμορφώνουν μια ατμόσφαιρα εξομολόγησης-ιεροτελεστίας επιτελώντας παράλληλα το λειτουργικό και υπαινικτικό ρόλο τους. Το φως των κεριών υπό το μελαγχολικό ηχόχρωμα της βροχής και τη μουσική του Chopin από τη Polonaise fantaisie ενεργοποιεί τις τελευταίες σπίθες ανθρωπιάς για να τις μετατρέψει εντέλει άδοξα σε «στάχτες» θανάτου.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου, στο ρόλο του Χένρικ, επιστρατεύει μια ποικιλία εναλλαγών των εκφραστικών του μέσων αποτυπώνοντας έτσι πικρία, ειρωνεία, διάθεση για συγχώρεση. Η παρουσία του Κόνραντ είναι καταλυτική. Ο Γιάννης Ροζάκης διαγράφει αδρά χαρακτηριστικά του ήρωα εναλλάσσοντας την έκπληξη με την απάθεια μέσα από παγερό βλέμμα, διαρκείς παύσεις, ανολοκλήρωτες φράσεις και υπαινικτική σιωπή, κινήσεις που δηλώνουν την επιβεβαίωση, την κατανόηση και την αποδοχή όσων ισχυρίζεται ο Χένρικ. Οι δυο ηθοποιοί διαμορφώνουν ένα ισορροπημένο υποκριτικό δίδυμο που συνομιλεί σκηνικά επί ίσοις όροις παρά το γεγονός ότι στο ένα πρόσωπο έχει καταχωρηθεί το μεγαλύτερο ποσό του λόγου. Ως Νίνη, η Λήδα Πρωταψάλτη συγκινεί στο σύντομο ρόλο της τροφού με τη στοργή και την τυφλή αφοσίωση της.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Στάχτες» του Christopher Hampton
Από το μυθιστόρημα του Sandor Marai «Τα κεριά καίγονται μέχρι το τέλος»
Σκηνοθεσία : Θανάσης Παπαγεωργίου
Μετάφραση-Σκηνικά-Κοστούμια : Λέα Κούση
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Θανάσης Παπαγεωργίου, Γιάννης Ροζάκης και Λήδα Πρωτοψάλτη
ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟΑ
Μπισκίνη 55, Ζωγράφου, τηλ. 210 77 02 830
Παρασκευή-Σάββατο 21.30, Κυριακή 19.00
1 σχόλιο:
voveri i LIda Protopsalti, thn eida kai sto "Swtiria me Lene". syglonizei pragmatika i erminia tis
Δημοσίευση σχολίου