Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

«Η Πύλη της Κόλασης» του Γιάννη Καλαβριανού στο Θέατρο του Νέου Κόσμου

 


«Αυτή είναι η Κόλαση. Κι αν θες να βάλεις κάτι στην πόρτα της,

να, βάλε το ματωμένο χέρι μου, βάλε το κομμένο μήλο,

βάλε τις φλούδες, τα χαρτιά, τα ρούχα,

τα κλεφτά ραντεβού, τα γρήγορα φιλιά, τη μοιρασμένη σου ζωή,

όλα όσα στέλνουν τον απαρνημένο άνθρωπο που αγαπάει, στα τάρταρα.»

 

     Ο Γιάννης Καλαβριανός γράφει και σκηνοθετεί ένα ακόμη πυκνό, πολυφωνικό, ποιητικό δοκίμιο, υψηλόπνοης εικονολατρικής θεατρικότητας, στο οποίο επεξεργάζεται αναπάντητα ερωτήματα γύρω από την Τέχνη και τον Έρωτα, όλες εκείνες δηλαδή τις σκέψεις που τον κατακλύζουν ως πολυσχιδή δημιουργό. Η Πύλη της Κόλασης (2024), τίτλος δανεικός από το διάσημο γλυπτό του Ροντέν, οριοθετεί και συμβολοποιεί, μέσα από πλούσιες διακειμενικές αναφορές, την οδύνη και το άδοξο τέλος του ατελέσφορου έρωτα καθώς και την απουσία αμοιβαίων συναισθημάτων: άλλον αγαπάς και από άλλον αγαπιέσαι.  




     Ο συγγραφέας αντλεί έμπνευση από τον ταραχώδη αδιέξοδο ερωτικό δεσμό του Γάλλου γλύπτη Ογκίστ Ροντέν με την επίσης Γαλλίδα γλύπτρια Καμίγ Κλωντέλ και τον πίνακα του Γάλλου ζωγράφου Αλεξάντρ Καμπανέλ, «Ο θάνατος της Φραντσέσκα ντε Ρίμινι και του Πάολο Μαλατέστα», δύο παράνομων εραστών του 13ου αιώνα. Το αποτέλεσμα είναι ένα πρωτότυπο θεατρικό κείμενο που συγχωνεύει με δεξιοτεχνία τα δεδομένα για να αναπτύξει τις θεματικές του: την άνιση αναμέτρηση του θνητού με τον χρόνο, την αγωνία του ανθρώπου να μην ξεχαστεί μετά τον θάνατό του, τη σχέση του καλλιτέχνη με το δημιούργημά του, το κοινό, την κριτική και τους άλλους καλλιτέχνες, τη σχέση δασκάλου και μαθητή, τα ελαττώματα της εκπαίδευσης και τα σκοτεινά σημεία του ακαδημαϊκού κόσμου, τη θέση της γυναίκας στην Τέχνη και την κοινωνία, και κυρίως την αγωνιώδη αναζήτηση του ανθρώπου για τον αληθινό έρωτα που νοηματοδοτεί τον λόγο ύπαρξης του στη γη.

     Τα τέσσερα πρόσωπα/φωνές του έργου φέρουν αριθμούς: 1,3 (άνδρες) και 2,4 (γυναίκες) και εναλλάσσουν με ευκρίνεια την αφήγηση των ιστοριών και τους διαλόγους των πρωταγωνιστών. Επιπλέον, η φυσιογνωμία μιας «παράξενης» γυναίκας εμφανίζεται σε βιντεοπροβολή και ενισχύει τον ουδέτερο χαρακτήρα του χρόνου και του χώρου που θέλει να προσδώσει ο δημιουργός τόσο στο κείμενο όσο και στην παράσταση.




     Η σκηνοθεσία εικονοποιεί τον λόγο με λιτότητα δημιουργώντας ατμόσφαιρα ονειροφαντασίας που παραπέμπει σε μεταθανάτιο κόσμο. Άλλωστε, το αφαιρετικό σκηνικό της Μαρίας Καραθάνου, με τα θραύσματα γλυπτών, η προβολή του πετρώματος και του τεράστιου χεριού που αιωρούνται (βίντεο Βασίλης Κουντούρης), συνθέτουν ένα εικαστικό σύνολο που σχολιάζει δυναμικά τις λέξεις. Σε αυτή την αισθητική βαδίζουν τα κοστούμια της Βάνας Γιαννούλα, η κίνηση της Μαριάννας Καβαλλιεράτου και οι φωτισμοί της Εβίνας Βασιλακοπούλου. Στο οπτικοακουστικό περιβάλλον συμβάλλουν καθοριστικά η απόκοσμη μουσική του Θοδωρή Οικονόμου και ο ηχητικός σχεδιασμός του Κώστα Μπώκου.




     Ως Γυναίκα, η Λυδία Φωτοπούλου (προβολή σε βίντεο) πλάθει μια αλούτερη φιγούρα, εν είδει προλόγου, για να θυμίσει στους θεατές «πως τίποτε στον κόσμο δεν είναι μόνο όπως φαίνεται. Και πως τη ζωή μπορείς να τη δεις με πολλούς διαφορετικούς τρόπους…». Ο Γιώργος Γλάστρας (3) ενσαρκώνει σε βάθος τον πικρό σκεπτικισμό του συγγραφέα με την ακρίβεια της πλούσιας εκφραστικής του υφολογίας. Ο Κωνσταντίνος Ζωγράφος (1) κινείται με αισθησιασμό και μέτρο τόσο ως Πάολο όσο και στις περιγραφές των ιστοριών. Εύγλωττες στις σωματικές και φωνητικές τους εκδηλώσεις η Χριστίνα Μαξούρη (2) και η Λυγερή Μητροπούλου (4).




Δεν υπάρχουν σχόλια: