Ο Θανάσης Παπαγεωργίου έφερε φέτος στο θέατρο «Στοά» μια πνοή φρεσκάδας ανεβάζοντας μια παράσταση που αποδεικνύει με την ποιότητα και τη ζωντάνια της, ότι η σάτιρα της καθημερινότητάς μας δεν προσφέρει μόνο ένα εύπεπτο θέαμα επιθεωρησιακού τύπου αλλά ενίοτε και μια αξιόλογη δουλειά που εντυπωσιάζει με το μέτρο, το ήθος και το χιούμορ της.
Η παράσταση είναι σπονδυλωτή και αποτελείται από 80 δρώμενα που διαρρέουν το ένα μέσα στο άλλο, αντικατοπτρίζοντας την σύγχρονη πραγματικότητα στη χώρα μας μέσα από το πρίσμα του γέλιου αλλά και της συγκίνησης.
Στην πρώτη αστεία σεκάνς ένας ντροπαλός ηθοποιός παίζει το ρόλο του Σαιξπηρικού «Προλόγου» στην εκσυγχρονισμένη του εκδοχή, ενώ δύο προκλητικές, μαυροντυμένες δεσποινίδες μας υποδέχονται στην συνέχεια, δίνοντάς μας με αστείες χειρονομίες, σαν παρωδίες αεροσυνοδών, οδηγίες ώστε να εκκενώνουμε το θέατρο με ασφάλεια σε περίπτωση σεισμού, φωτιάς και άλλων φυσικών καταστροφών.
Ακολουθεί η ξεκαρδιστική σκηνή όπου ένας σύζυγος κι η συμβία του αποφασίζουν να κλείσουν στο γεροκομείο τη δύστροπη μητέρα του πρώτου, ενώ εκείνη αντιστέκεται σθεναρά. Μια χιουμοριστική πρώτη εικόνα των δρόμων της πόλης μας δίνεται με την επεισοδιακή κούρσα του ταξί το οποίο οδηγεί την κακότροπη και πεισματάρα αλλά πανέξυπνη γριά, στο ίδρυμα.
Σύντομα από τους δρόμους αυτούς θα κάνουν το πέρασμά τους όλοι οι τύποι κι οι χαρακτήρες που συνθέτουν την καθημερινότητά μας, αποκαλύπτοντάς τον βαθύτερο ψυχισμό τους και τις αόρατες πτυχές της δράσης τους.
Από τη σκηνή παρελαύνουν, οικογένειες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, ηλικιωμένοι άνθρωποι χαμένοι στην ομίχλη μιας πόλης που αν και γενέτειρά τους, δεν τους χωρά πια, πολιτικοί πρόσφυγες που προσπαθούν να επιβιώσουν με κάθε τρόπο σε ένα κάθε άλλο παρά ευμενές περιβάλλον, οι εκπρόσωποι της νέας μας γενιάς χαμένοι στην παραζάλη της εφηβείας και βυθισμένοι στις τεχνολογικές εξαρτήσεις που καθορίζουν την επικοινωνία αλλά και την ενημέρωσή τους, απατεώνες και μπάτσοι σε διαρκή αντιπαράθεση, πολίτες εφησυχασμένοι, τρομοκρατημένοι αλλά και συχνά με ανεξέλεγκτη επιθετικότητα και σύμφυτες προκαταλήψεις, άστεγοι ζητιάνοι που ονειρεύονται μεγαλεία χωμένοι μέσα στα χαρτόκουτά τους, ένας ολόκληρος κόσμος με όνειρα, προσδοκίες, διαψεύσεις, εμμονές, φόβους και αγωνίες.
Η σκληρή πραγματικότητα που εξανδραποδίζει συνειδήσεις έρχεται σε αντιπαράθεση με την ανθρώπινη πλευρά της ζωής κι οι ήρωες άλλοτε κατατρύχονται από τις ανάγκες τους, άλλοτε παρωδούν τις ονειρώξεις τους κι άλλοτε ανακαλύπτουν απρόβλεπτους κώδικες επικοινωνίας για να δικαιώσουν την βαθύτερη και ευγενέστερη φύση τους.
Μια τοιχογραφία της κοινωνίας μας, χωρίς περιττούς διδακτισμούς, που αποκαλύπτει τους ισχυρούς συνδέσμους των ανθρώπων αλλά και τις φθορές των θεσμών, τις αντιπαραθέσεις, τις συγκρούσεις αλλά και τη μαγεία των καθημερινών σχέσεων, τις αντιφάσεις και τις εκπτώσεις σε επίπεδο πολιτικό, κοινωνικό, ιδεολογικό, υπαρξιακό.
Το κωμικό στοιχείο είναι έντονο και προσφέρει στον θεατή στιγμές ξεκαρδιστικές χωρίς ταυτόχρονα να υπονομεύεται η δραματικότητα στις σκηνές όπου οι εντάσεις κι αντιπαραθέσεις κορυφώνονται.
Και σ’ αυτή την παράσταση αλλά και σε άλλες που η στήλη έχει παρακολουθήσει φέτος, θα ήταν ενδιαφέρον να επιχειρήσει κανείς μια πιο βαθειά ενδοσκόπηση όσον αφορά τους εκπροσώπους της νέας γενιάς. Εμφανίζονται ως κλισέ, τυποποιημένοι, χωρίς ουσιαστικά ενδιαφέροντα, απόλυτα εγκλωβισμένοι στο διαδίκτυο, μονίμως με ένα κινητό στο χέρι, πλήρως ανίκανοι να εκφραστούν πέρα από βρισιές και τυποποιημένες εκφράσεις και με μια αβαθή επαναστατικότητα χωρίς διάρκεια. Δεν θίγεται ούτε με δραματικό, ούτε με κωμικό τρόπο, η δύσκολη θέση τους καθώς έρχονται αντιμέτωποι με φλέγοντα ζητήματα όπως η κατάρρευση των ιδεολογικών αξιών, η διάλυση του οικογενειακού προτύπου κι ο ευτελισμός της παιδείας που μαζί με τον πρώιμο ερωτισμό αποτελούν στην πραγματικότητα τους σκοπέλους του καθημερινού και εντονότατου προβληματισμού τους.
Οι ανθρώπινες σχέσεις εμφανίζονται στην παράσταση αυτή απρόβλεπτες και σε βάθος. Παρά την αίσθηση του στιγμιότυπου που δίνουν οι πολλές διαφορετικές δράσεις, οι χαρακτήρες αναδεικνύονται στις λεπτομέρειές τους χωρίς να συγχέονται οι ιδιαίτερες αποχρώσεις των εκφάνσεων τους ακόμα και μέσα από τις αντιφάσεις τους.
Η παράσταση
Οι ηθοποιοί ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των διαφορετικών ρόλων τους χωρίς να καταφεύγουν σε σχηματικές ερμηνείες, ενσαρκώνοντας με χιούμορ, τρυφερότητα και πειστικότητα τους χαρακτήρες.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου πλάθει μια εξαιρετική γριά ενώ εμφανίζεται ακαταμάχητος και στο ρόλο του ζητιάνου σε ένα ξεκαρδιστικό και συγκινητικό ταυτόχρονα ντουέτο με τον επίσης πολύ καλό Παναγιώτη Μέντη.
Μέσα από την στιβαρή σκηνοθεσία του έμπειρου Παπαγεωργίου, οι Ex Animo (Παύλος Εμμανουηλίδης, Δημήτρης Ζωγραφάκης, Ρόζα Κυρίου, Ντίνα Λαδοπούλου και Ζήσης Ρούμπος) εναρμονίστηκαν με τους ηθοποιούς της Στοάς (Θανάσης Παπαγεωργίου, Εύα Καμινάρη, Παναγιώτης Μέντης, Νάντια Περιστεροπούλου, Ευδοκία Σουβατζή και Νίκη Χαντζίδου), επιτυγχάνοντας μια ενιαία υποκριτική γραμμή που αναδεικνύει τις αρετές των κειμένων.
Η εναλλαγή των σεκάνς γίνεται σε γοργούς, πειθαρχημένους ρυθμούς με την βοήθεια και των ευέλικτων και ευρηματικών σκηνικών της Λέας Κούση ενώ οι επί μέρους ατμόσφαιρες ενισχύονται από τους λειτουργικούς φωτισμούς.
Η παράσταση απευθύνεται τόσο στο φανατικό, θεατρόφιλο κοινό της Στοάς όσο και στους υπόλοιπους θεατές που αναζητούν στο θέατρο ψυχαγωγία καλής ποιότητας σε συνδυασμό με έναν επί της ουσίας προβληματισμό.
Η παράσταση είναι σπονδυλωτή και αποτελείται από 80 δρώμενα που διαρρέουν το ένα μέσα στο άλλο, αντικατοπτρίζοντας την σύγχρονη πραγματικότητα στη χώρα μας μέσα από το πρίσμα του γέλιου αλλά και της συγκίνησης.
Στην πρώτη αστεία σεκάνς ένας ντροπαλός ηθοποιός παίζει το ρόλο του Σαιξπηρικού «Προλόγου» στην εκσυγχρονισμένη του εκδοχή, ενώ δύο προκλητικές, μαυροντυμένες δεσποινίδες μας υποδέχονται στην συνέχεια, δίνοντάς μας με αστείες χειρονομίες, σαν παρωδίες αεροσυνοδών, οδηγίες ώστε να εκκενώνουμε το θέατρο με ασφάλεια σε περίπτωση σεισμού, φωτιάς και άλλων φυσικών καταστροφών.
Ακολουθεί η ξεκαρδιστική σκηνή όπου ένας σύζυγος κι η συμβία του αποφασίζουν να κλείσουν στο γεροκομείο τη δύστροπη μητέρα του πρώτου, ενώ εκείνη αντιστέκεται σθεναρά. Μια χιουμοριστική πρώτη εικόνα των δρόμων της πόλης μας δίνεται με την επεισοδιακή κούρσα του ταξί το οποίο οδηγεί την κακότροπη και πεισματάρα αλλά πανέξυπνη γριά, στο ίδρυμα.
Σύντομα από τους δρόμους αυτούς θα κάνουν το πέρασμά τους όλοι οι τύποι κι οι χαρακτήρες που συνθέτουν την καθημερινότητά μας, αποκαλύπτοντάς τον βαθύτερο ψυχισμό τους και τις αόρατες πτυχές της δράσης τους.
Από τη σκηνή παρελαύνουν, οικογένειες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, ηλικιωμένοι άνθρωποι χαμένοι στην ομίχλη μιας πόλης που αν και γενέτειρά τους, δεν τους χωρά πια, πολιτικοί πρόσφυγες που προσπαθούν να επιβιώσουν με κάθε τρόπο σε ένα κάθε άλλο παρά ευμενές περιβάλλον, οι εκπρόσωποι της νέας μας γενιάς χαμένοι στην παραζάλη της εφηβείας και βυθισμένοι στις τεχνολογικές εξαρτήσεις που καθορίζουν την επικοινωνία αλλά και την ενημέρωσή τους, απατεώνες και μπάτσοι σε διαρκή αντιπαράθεση, πολίτες εφησυχασμένοι, τρομοκρατημένοι αλλά και συχνά με ανεξέλεγκτη επιθετικότητα και σύμφυτες προκαταλήψεις, άστεγοι ζητιάνοι που ονειρεύονται μεγαλεία χωμένοι μέσα στα χαρτόκουτά τους, ένας ολόκληρος κόσμος με όνειρα, προσδοκίες, διαψεύσεις, εμμονές, φόβους και αγωνίες.
Η σκληρή πραγματικότητα που εξανδραποδίζει συνειδήσεις έρχεται σε αντιπαράθεση με την ανθρώπινη πλευρά της ζωής κι οι ήρωες άλλοτε κατατρύχονται από τις ανάγκες τους, άλλοτε παρωδούν τις ονειρώξεις τους κι άλλοτε ανακαλύπτουν απρόβλεπτους κώδικες επικοινωνίας για να δικαιώσουν την βαθύτερη και ευγενέστερη φύση τους.
Μια τοιχογραφία της κοινωνίας μας, χωρίς περιττούς διδακτισμούς, που αποκαλύπτει τους ισχυρούς συνδέσμους των ανθρώπων αλλά και τις φθορές των θεσμών, τις αντιπαραθέσεις, τις συγκρούσεις αλλά και τη μαγεία των καθημερινών σχέσεων, τις αντιφάσεις και τις εκπτώσεις σε επίπεδο πολιτικό, κοινωνικό, ιδεολογικό, υπαρξιακό.
Το κωμικό στοιχείο είναι έντονο και προσφέρει στον θεατή στιγμές ξεκαρδιστικές χωρίς ταυτόχρονα να υπονομεύεται η δραματικότητα στις σκηνές όπου οι εντάσεις κι αντιπαραθέσεις κορυφώνονται.
Και σ’ αυτή την παράσταση αλλά και σε άλλες που η στήλη έχει παρακολουθήσει φέτος, θα ήταν ενδιαφέρον να επιχειρήσει κανείς μια πιο βαθειά ενδοσκόπηση όσον αφορά τους εκπροσώπους της νέας γενιάς. Εμφανίζονται ως κλισέ, τυποποιημένοι, χωρίς ουσιαστικά ενδιαφέροντα, απόλυτα εγκλωβισμένοι στο διαδίκτυο, μονίμως με ένα κινητό στο χέρι, πλήρως ανίκανοι να εκφραστούν πέρα από βρισιές και τυποποιημένες εκφράσεις και με μια αβαθή επαναστατικότητα χωρίς διάρκεια. Δεν θίγεται ούτε με δραματικό, ούτε με κωμικό τρόπο, η δύσκολη θέση τους καθώς έρχονται αντιμέτωποι με φλέγοντα ζητήματα όπως η κατάρρευση των ιδεολογικών αξιών, η διάλυση του οικογενειακού προτύπου κι ο ευτελισμός της παιδείας που μαζί με τον πρώιμο ερωτισμό αποτελούν στην πραγματικότητα τους σκοπέλους του καθημερινού και εντονότατου προβληματισμού τους.
Οι ανθρώπινες σχέσεις εμφανίζονται στην παράσταση αυτή απρόβλεπτες και σε βάθος. Παρά την αίσθηση του στιγμιότυπου που δίνουν οι πολλές διαφορετικές δράσεις, οι χαρακτήρες αναδεικνύονται στις λεπτομέρειές τους χωρίς να συγχέονται οι ιδιαίτερες αποχρώσεις των εκφάνσεων τους ακόμα και μέσα από τις αντιφάσεις τους.
Η παράσταση
Οι ηθοποιοί ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των διαφορετικών ρόλων τους χωρίς να καταφεύγουν σε σχηματικές ερμηνείες, ενσαρκώνοντας με χιούμορ, τρυφερότητα και πειστικότητα τους χαρακτήρες.
Ο Θανάσης Παπαγεωργίου πλάθει μια εξαιρετική γριά ενώ εμφανίζεται ακαταμάχητος και στο ρόλο του ζητιάνου σε ένα ξεκαρδιστικό και συγκινητικό ταυτόχρονα ντουέτο με τον επίσης πολύ καλό Παναγιώτη Μέντη.
Μέσα από την στιβαρή σκηνοθεσία του έμπειρου Παπαγεωργίου, οι Ex Animo (Παύλος Εμμανουηλίδης, Δημήτρης Ζωγραφάκης, Ρόζα Κυρίου, Ντίνα Λαδοπούλου και Ζήσης Ρούμπος) εναρμονίστηκαν με τους ηθοποιούς της Στοάς (Θανάσης Παπαγεωργίου, Εύα Καμινάρη, Παναγιώτης Μέντης, Νάντια Περιστεροπούλου, Ευδοκία Σουβατζή και Νίκη Χαντζίδου), επιτυγχάνοντας μια ενιαία υποκριτική γραμμή που αναδεικνύει τις αρετές των κειμένων.
Η εναλλαγή των σεκάνς γίνεται σε γοργούς, πειθαρχημένους ρυθμούς με την βοήθεια και των ευέλικτων και ευρηματικών σκηνικών της Λέας Κούση ενώ οι επί μέρους ατμόσφαιρες ενισχύονται από τους λειτουργικούς φωτισμούς.
Η παράσταση απευθύνεται τόσο στο φανατικό, θεατρόφιλο κοινό της Στοάς όσο και στους υπόλοιπους θεατές που αναζητούν στο θέατρο ψυχαγωγία καλής ποιότητας σε συνδυασμό με έναν επί της ουσίας προβληματισμό.
1 σχόλιο:
Η παράσταση είχε πολύ γέλιο! Ευτυχώς το κοινό ήταν πολύ θερμό γεγονός που έδωσε μια ακόμη ώθηση για να γίνει η παράσταση ακόμη πιό απολαυστική. Λατρεύω την ομάδα Ex Animo και έχω δει τις τελευταίες δουλειές τους.
Δημοσίευση σχολίου