Στο θέατρο «Βρετάνια» παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Βαλτινού και μετάφραση Ερρίκου Μπελιέ, το έργο του Αμερικανού Άρθουρ Μίλλερ, «Ψηλά απ’ τη γέφυρα» («A view from the bridge», 1955). Πρόκειται για την τραγική ακροβασία του λιμενεργάτη Έντι Καρμπόνε ανάμεσα σε μια αμφισβητούμενη απωθημένη ομοφυλοφιλία και στο νοσηρό πάθος για την ανηψιά του. Όταν η νεαρή και όμορφη Κάθρην ερωτεύεται το Ροντόλφο, Σικελιανό λαθρομετανάστη, ξάδερφο της γυναίκας του Έντι, η υπερπροστατευτικότητα θα μετατραπεί σε μανιώδη καταδίωξη. Σε μια στιγμή απελπισίας, δεν θα διστάσει να καταδώσει στην αστυνομία τους συγγενείς της Μπεατρίς. Καταγγέλλεται ως προδότης, ακυρώνεται στον κοινωνικό του περίγυρο και οδηγείται στην αυτοκαταστροφή.
Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα από το πρωτοπόρο «Θέατρο Τέχνης» του Καρόλου Κουν, σε μετάφραση Μάνθου Κρίσπη, το 1957. Στη συνέχεια, ανέβηκε στο Θέατρο «Κάππα» σε σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου και μετάφραση Παύλου Μάτεσις για δύο θεατρικές περιόδους, 1985 -1986. Δέκα χρόνια αργότερα, η Νικαίτη Κοντούρη το σκηνοθετεί στο θέατρο «Πόρτα» σε μετάφραση Μαρλένας Γεωργιάδη και το 2005, το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Ρούμελης το παρουσιάζει σε σκηνοθεσία Αντώνη Βουγιούκα.
Η δραματουργία του Άρθουρ Μίλλερ (1915 – 2005) χαρακτηρίζεται από μια ρεαλιστική υφή και καταγράφει τη συνεισφορά του στην αναζωογόνηση του αμερικανικού ρεπερτορίου τη μεταπολεμική εποχή. Η θεατρική του ποιητική βασίζεται στη δριμεία κριτική ενάντια στην κοινωνία, της οποίας καταγγέλλεται ο εγωισμός και η αδιαφορία, υποστηρίζοντας την ανάγκη για την ατομική αντίδραση σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.
Τα δράματα του Άρθουρ Μίλλερ, έχοντας το νατουραλιστικό υπόβαθρο, με τα παραιτημένα από τη ζωή και δυστυχισμένα πρόσωπα εξαιτίας της κοινωνικής υποτίμησης, κηρύσσουν μια αληθινή ηθική διαμάχη συζητώντας εκ νέου για τα ήθη της κοινωνίας και του ατόμου και αγγίζοντας με ιδιαίτερο τρόπο τις συλλογικές και προσωπικές ευθύνες.
Με το «Ψηλά από τη Γέφυρα», ο Αμερικανός δραματουργός πέτυχε το στόχο του να γράψει ένα έργο με πολλά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, όσον αφορά στη δομή του. Μας παρουσιάζει έναν Πρωταγωνιστή δέσμιο την τραγικής του μοίρας και τον Χορό, ο οποίος όμως αποτελείται από ένα μόνο πρόσωπο, τον δικηγόρο Αλφιέρι, που αφηγείται, επεξηγεί και παρατηρεί την έκβαση της ιστορίας χωρίς στην ουσία να μπορεί να την επηρεάσει, όπως ακριβώς και ο Χορός στην αρχαία τραγωδία. Η ειρωνεία είναι επίσης ένα στοιχείο του έργου, το οποίο παρά το τραγικό του φόντο, διαθέτει ένα χιούμορ ιδιαίτερο, ένα ενδιαφέρον στοιχείο που τονίζει διακριτικά τον ρεαλιστικό και οικείο χαρακτήρα του έργου.
Η παράσταση
Η σκηνοθεσία δεν ευτυχεί να τροφοδοτήσει μια παράσταση με κάποιο ιδιαίτερο σκηνικό ενδιαφέρον, από απόψεως ρυθμού και «ατμόσφαιρας» κυρίως. Απουσιάζουν αισθητά η έμπνευση και η τόλμη μιας ανανεωμένης ανάγνωσης και μια δυναμική στις ερμηνείες που θα απογείωνε το έργο.
Ωστόσο, η στρωτή και σύγχρονη μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ, εγγράφεται στα θετικά σημεία του όλου εγχειρήματος, ενώ η προσεγμένη όψη μιας παράστασης φροντισμένης στη λεπτομέρεια, δεν θα δυσαρεστήσει, πιστεύω, το σταθερό κοινό της σκηνής του θεάτρου «Βρετάνια» που προσδοκά πλούσιο και ποιοτικό θέαμα.
Λειτουργικός και με διακριτές αναγωγές, ο σκηνικός χώρος που διαμόρφωσε ο Γιώργος Πάτσας, «αφηγείται» τα πάθη των ηρώων, δε φλυαρεί με το εκτός σκηνής χωροταξιακό σύστημα και επιτυγχάνει να δείξει το έκκεντρο της συνυπάρξεως προσώπων και πραγμάτων ενώπιον του κοινού. Η ενδυματολογία «παρακολουθεί» το δεσπόζον χαρακτηριστικό του κάθε θεατρικού προσώπου. Το σκηνικό και τα κοστούμια του κυρίου Πάτσα λειτουργούν ως λόγος μιας εποχής με πολλαπλούς απόηχους στο σήμερα.
Οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα αποδίδουν τη συγκινησιακή φόρτιση του χώρου και των προσώπων που τον κατοικούν και κατορθώνουν να προσδώσουν το κύρος της διαφοράς από περιστατικό σε περιστατικό μέχρι την κορύφωση στο φινάλε του έργου. Η σύνθεση ήχων του Δημήτρη Ιατρόπουλου «φωτίζει» αρμονικά τα δρώμενα και τους δρώντες.
Ο Πέτρος Φυσσούν, στον ρόλο του αφηγητή Αλφιέρι ακολουθεί μια σύνολη εκφορά στυλιζαρισμένης πρόζας, την οποία διεκπεραιώνει υποτονικά, μονοεπίπεδα και άνευρα.
Ο Γρηγόρης Βαλτινός, ως Έντι Καρμπόνε, αν και έχει δυνατές στιγμές στο δεύτερο μέρος, μοιάζει να μην έχει ακόμη κατασταλάξει στην επιλογή ενός ερμηνευτικού κώδικα, σαφούς και ευέλικτου. Ο κύριος Βαλτινός δεν ερμηνεύει εξελικτικά τον ήρωα ώστε να διαγραφούν με ευκρίνεια η τραγικότητα και τα στάδια της πορείας του προς την πτώση. Επιπλέον, τις στιγμές της σκηνής αμηχανίας του, επιχειρεί να καλύψει με κωμικές «νότες» που ηχούν ενίοτε «φάλτσα». Στην υποκριτική υφολογία του διακρίνει κανείς στοιχεία από ρόλους παλαιότερων επιτυχιών.
Η Μπεατρίς της Μαρίνας Ψάλτη συγκινεί με το πάθος, τη δυναμική των κινήσεων και την έκφραση των ματιών, αν και δεν αποφεύγει κάποιες υπερβολές στα ξεσπάσματα.
Ο Νίκος Πουρσανίδης, ως Ροντόλφο, μαζί με τη Μαριάννα Πολυχρονίδη, η οποία υποδύεται την Κάθρην, δημιουργούν ένα υποκριτικό δίδυμο που κινείται με ευστοχία κατευθύνσεων των σωματικών μέσων.
Ο Βασίλης Ρίσβας (Μάρκο) εκφέρει τις εσωτερικές διακυμάνσεις του ήρωα με σωματική έκφραση που αποδίδει όλο το σημασιακό φάσμα του ρόλου του. Ο Μιχάλης Σακκούλης (Λούις) και ο Νικόλας Μιχάκος (Μάϊκ) δεν περνούν απαρατήρητοι στα σύντομα περάσματά τους.
Στο καλαίσθητο πρόγραμμα της παράστασης, θα βρει κανείς λιγοστές πληροφορίες και κείμενα γύρω από το συγγραφέα και το έργο του αλλά αρκετές σελίδες διαφημιστικών καταχωρήσεων.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Ψηλά απ’ τη γέφυρα» του Άρθουρ Μίλλερ
Μετάφραση : Ερρίκος Μπελιές
Σκηνοθεσία : Γρηγόρης Βαλτινός
Σκηνικά – Κοστούμια : Γιώργος Πάτσας
Φωτισμοί : Μελίνα Μάσχα
Σύνθεση Ήχων : Δημήτρης Ιατρόπουλος
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Μιχάλης Σακκούλης, Νικόλας Μιχάκος, Πέτρος Φυσσούν, Γρηγόρης Βαλτινός, Μαριάννα Πολυχρονίδη, Μαρίνα Ψάλτη, Βασίλης Ρίσβας, Νίκος Πουρσανίδης
ΘΕΑΤΡΟ ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Πανεπιστημίου 7, τηλ. 210 32 21 579
Τετάρτη 19.15, Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο – Κυριακή 21.15, Σάββατο – Κυριακή 18.15