Τετάρτη 29 Ιουλίου 2009

«Κουρασμένη Λυσιστράτη»


Μετρώ τη φωνή κάθε γυναίκας στα σπλάχνα απόψε
Από το έφηβο κρασί, που οδηγεί στο θαύμα
ως τους μηρούς που αναπαύεται η Αθήνα
τραγουδώντας πεσμένες Λυσιστράτες
Με την όραση μετρώ τις φωνές
με τα οστά τη σάρκα τους δεσμεύω
και τρώω μια πικρή ματιά
στης μνήμης το φεγγάρι
Ω χώμα, που κοιμάσαι κάτω απ' το βράχο της Ακρόπολης
με τι θλίψη να λυπηθώ
για το κακό ίσκιο των θεών
που ξαναπαίρνει σε μια στιγμή από τη μνήμη
τον ωραίο Αριστοφάνη
Κι εσύ μικρέ μου Έλληνα,
που σκλαβώνεις τη μοναξιά σου ως τα γαλάζια
όργανα των «αθανάτων»
δώσε μια σιωπή στ' όνειρό σου
γκρεμίζοντας από τα σπλάχνα
τις ηττημένες τραγωδίες

(Ανέκδοτο ποίημα της Κατερίνας Κατσίρη)

Μακρόχρονη η ενασχόληση του Θύμιου Καρακατσάνη με τους αριστοφανικούς ήρωες και συνεπής η θητεία του στο δύσκολο είδος της κωμωδίας. Η κριτική έχει επανειλημμένως επαινέσει την υποκριτική του δεινότητα, ενώ παράλληλα έχει διαμορφωθεί σταθερό κοινό, που παρακολουθεί αδιάλειπτα τις παραστάσεις του.
Το φετινό καλοκαίρι σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη που περιοδεύει σε όλη την Ελλάδα. Φιλόδοξες οι προθέσεις που συντάχθηκαν με σαφήνεια και σχολαστική τεκμηρίωση στο σκηνοθετικό σημείωμα του προγράμματος. Στο παραστασιακό όμως αποτέλεσμα, νομίζω, δεν κατόρθωσαν να υλοποιηθούν.
Το έργο εμφανίζεται σαν μια χαλαρή και άνευρη αλληλουχία συναρτήσεων δημιουργίας κωδικοποιημένου μικρόκοσμου όπου «θολώνεται» η δυναμική των μηνυμάτων του πολιτικού υπόβαθρου και η απόδειξη της διαχρονικής τους απήχησης.

Έλλειψη νεύρου και ρυθμού

Σε κάποιες στιγμές ο θεατής κινδυνεύει να αποπροσανατολισθεί από την επίφαση συγχύσεως που αποπνέει η σκηνική διεκπεραίωση, η οποία ανάγει σε αισθητικό κατηγόρημα το «χύμα» και την αμηχανία. Ο ρυθμός συχνά καταστρατηγείται και η αστοχία επιμέρους σκηνών οδηγεί σε ένα θέαμα πληκτικό.
Η ερωτική αποχή που αποφασίζουν να κάνουν οι γυναίκες, προκειμένου ν’ αναγκάσουν τους άνδρες να σταματήσουν τον πόλεμο και να συνάψουν ειρήνη, αντιμετωπίζεται σχεδόν σαν πρόσχημα από τη σκηνοθεσία, η οποία επιχειρεί να εκμαιεύσει το γέλιο κυρίως από τα «διαδραστικά δεκανίκια» της στιγμιαίας έμπνευσης. Η σκηνοθεσία αδυνατεί να διαχειριστεί και να προσαρμόσει τα συνειρμικά «αστεία» στο στόχο και στο ρυθμό της κάθε σκηνής, ώστε να διαμορφώσει αβίαστα «περάσματα».
Έτσι, στη σκηνή του όρκου, για παράδειγμα, χάνεται το κωμικό της παρωδίας και της ανατροπής, όπως και στη σκηνή που Αθηναίοι και Σπαρτιάτες λογομαχούν στο σωματικό «χάρτη» μιας θελκτικής αυλητρίδας για να διεκδικήσουν περιοχές της «γεωγραφικής ανατομίας της».
Η μετάφραση του Κ. Χ. Μύρη διατηρεί το ήθος (με την αριστοτελική έννοια του όρου) των προσώπων και τον πυρήνα των καταστάσεων, ενώ κατορθώνει να μεταφέρει στο σημερινό θεατή τη δαιμόνια θεατρική ευφορία του αριστοφανικού λόγου.
Τη μουσική υπογράφει ο Γιάννης Μαρκόπουλος. Το μεγάλο Έλληνα συνθέτη απασχόλησε για πρώτη φορά η «Λυσιστράτη» το 1963 στην παράσταση την οποία σκηνοθέτησε ο Κωστής Μιχαηλίδης, ενώ λίγα χρόνια αργότερα, το 1969, η μουσική του για την παράσταση του Καρόλου Κουν με το Θέατρο Τέχνης σημείωσε διεθνή επιτυχία. Το 1993 παρουσιάζει μια νέα εκδοχή στην Επίδαυρο σε παράσταση που σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε ο Θύμιος Καρακατσάνης. Αυτή η εκδοχή ακούγεται και στη φετινή παράσταση. Ο αργόσυρτος ρυθμός της μελωδίας και τα υποτονικά ηχοχρώματα δε φαίνεται να «δένουν» με τον εύθυμο και ζωηρό χαρακτήρα του κειμένου.
Λιτό και λειτουργικό το σκηνικό της Ρένας Γεωργιάδου και τα πολύχρωμα κοστούμια της ακολουθούν την αισθητική του κραυγαλέου. Άρτια δουλεμένες οι χορογραφίες του Δημήτρη Παπάζογλου. Αδιάφοροι οι φωτισμοί του Ηλία Βακάκη.

Οι ερμηνείες
Η συνύπαρξη κινήσεως και στατικότητας, δυσκαμψίας και ευλυγισίας καθώς και η ιδιάζουσα εκφορά λόγου αποτελούν γνωρίσματα της υποκριτικής «ιδιολέκτου» του Θύμιου Καρακατσάνη, ηθοποιού με τεράστια εμπειρία στους αριστοφανικούς ρόλους. Η φετινή όμως Λυσιστράτη του ακολουθεί μια μονοδιάστατη πορεία εξελίξεως του χαρακτήρα και φέρει έντονα «σημάδια κόπωσης».
Ο Χάρης Εμμανουήλ σατιρίζει την ιωνική επιτήδευση της Κλεονίκης (μεσόκοπη κοκέτα) και ο Μιχάλης Μαρκάτης τη δωρική ωμότητα της Λαμπιτώς. Ο Στάθης Κακαβάς υποδύεται πειστικά τον Πρόβουλο, αντιπρόσωπο του πεισματάρικου και ανόητου ανδρικού πληθυσμού και η Ελευθερία Ρήγου τη Μυρρίνη.
Σημειώνουμε το εκφραστικό βλέμμα του Στάθη Ψάλτη στο ρόλο του Κινησία και το «εύγλωττα» σιωπηλό θεατρικό παιχνίδι του με το κοινό, καθώς και την κωμική φιγούρα του ως Συμφιλίωση.
Το πρόγραμμα της παράστασης φιλοξενεί κείμενα, άρθρα και μελέτες Ελλήνων και ξένων ερευνητών γύρω από το έργο, καθώς και εξαντλητική ελληνική παραστασιογραφία.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη
Από τις Επιχειρήσεις Θεάματος Μάρκου και Θύμιου Τάγαρη
Μετάφραση : Κ. Χ. Μύρης
Σκηνοθεσία : Θύμιος Καρακατσάνης
Σκηνικά – Κοστούμια : Ρένα Γεωργιάδου
Μουσική : Γιάννης Μαρκόπουλος
Χορογραφίες : Δημήτρης Παπάζογλου
Μουσική Διδασκαλία : Φρίξος Διονύσιος Μόρτζος
Φωτισμοί : Ηλίας Βακάκης
Τους ρόλους ερμηνεύουν (με σειρά εμφάνισης) : Νίκος Δροσάκης, Κωνσταντίνος Κυριακού, Θύμιος Καρακατσάνης, Ρένα Σφηνιά, Χάρης Εμμανουήλ, Ελευθερία Ρήγου, Μιχάλης Μαρκάτης, Στάθης Κακαβάς, Βαγγέλης Χαλκιαδάκης, Γεωργία Βασιλοπούλου, Ελευθερία Ευθυμιάτου, Χριστίνα Ψάλτη, Στάθης Ψάλτης, Γιώργος Ρούφας, Γιώργος Πασσάκος, Κωνσταντίνος Καρβέλης, Ρηνιώ Καζάκου, Φίλιππος Φιλόγλου