Δευτέρα 1 Απριλίου 2024

«Το σώμα της γυναίκας ως πεδίο μάχης» του Ματέι Βισνιέκ στο Θέατρο «Χώρος»

 




     Λίγο καιρό μετά τον πόλεμο στη Βοσνία, ο Matéi Visniec συνθέτει εν θερμώ μέσα από τριάντα σκηνές ένα πυκνό σε θεματικές θεατρικό δοκίμιο όπου απλώνει και αναλύει διεξοδικά σκέψεις, επιχειρήματα και συμπεράσματα, προϊόντα ενδελεχούς έρευνας του συγγραφέα γύρω από κορυφαία ζητήματα της πολύπλοκης ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης με ροπή προς το κακό. Η ρητορική του γαλλόφωνου Ρουμάνου δραματουργού παρά τον καταγγελτικό της χαρακτήρα βρίσκει τελικά διέξοδο σε έναν αισιόδοξο σκεπτικισμό που απαλύνει το τραύμα. Ένα αγέννητο παιδί είναι πάντα αθώο δημιουργώντας ελπίδες και προσδοκίες για ένα καλύτερο αύριο χωρίς αιματοχυσίες, συμφορές, δάκρυα και όλα εκείνα τα δεινά που σπέρνει η απουσία της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών σε παγκόσμια κλίμακα από καταβολής κόσμου. Άλλωστε, όπως ξεκάθαρα αναφέρεται στον τίτλο του έργου, «Το σώμα της γυναίκας ως πεδίο μάχης», βασική θεματική αποτελεί η έμφυλη βία, οι στερεοτυπικές της αντιλήψεις και οι ολέθριες συνέπειες που επιφέρει στις ζωές των ανθρώπων ανεξαρτήτως χωροχρονικού πλαισίου. Ιδιαιτέρως όμως στο παράδειγμα που τροφοδοτεί την έμπνευση του συγγραφέα, η θέση της γυναίκας απαξιώνεται ολοσχερώς για να εξυπηρετήσει εκδικητικούς σκοπούς και να αποκαλύψει σκοτεινά ένστικτα και σεξουαλικές αναπηρίες. Στην εν λόγω εμφύλια σύρραξη, ο βιασμός της γυναίκας του αντιπάλου από έναν ή περισσότερους πολεμιστές είναι μια νοσηρή στρατιωτική τακτική για να ταπεινωθεί ηθικά ο εχθρός. Τα δύο γυναικεία πρόσωπα του Visniec, εκφράζουν ως φορείς ιδεών και συγκοινωνούντα δοχεία την αλληλεγγύη απέναντι στην κακοποίηση χαράσσοντας εξελικτικά όλα τα στάδια από το σκοτάδι στο φως. Η Ντόρα έχει στην κοιλιά της ένα παιδί που φυτεύτηκε με τη βία μέσα της. «Πατέρας του είναι ο πόλεμος, μητέρα του η φρίκη». Μέσα από τις συνεδρίες της με την Αμερικανίδα ψυχολόγο Κέιτ, που έρχεται κι εκείνη αντιμέτωπη με τις δικές της πληγές, θα λάβουν αποφάσεις που θα αλλάξουν τη ζωή τους.

     Έχοντας μελετήσει το γαλλικό κείμενο, μπορούμε να επιβεβαιώσουμε την εγκυρότητα της ευθύβολης ελληνικής του απόδοσης από τη Νατάσα Σίδερη. Ο Στέλιος Πατσιάς σκηνοθετεί με ευρηματικότητα εικονοποιώντας τον λόγο με δράσεις που αναδεικνύουν την αισθητική γραμμή του κειμένου με αφετηρία τον ρεαλισμό και στάσεις στην ονειροφαντασία, το παράλογο, στα όρια του γκροτέσκο, αν όχι του μακάβριου. Λιτός και υπαινικτικός ο σκηνικός χώρος (σκηνικά-κοστούμια Μαρία Παλάντζα) με ένα νοσοκομειακό κρεβάτι στο κέντρο της σκηνής και στο δάπεδο μια σαφής διαχωριστική γραμμή που οριοθετεί τον τόπο δράσης από τον τόπο αναφοράς: το μωσαϊκό του θεραπευτικού ιδρύματος και γύρω το χώμα των χαρακωμάτων. Η Νικόλ Δημητρακοπούλου ως Ντόρα και η Σοφία Παλάντζα ως Κέιτ ενσαρκώνουν με εκφραστική ευχέρεια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των προσώπων δίνοντας την εντύπωση στον θεατή ότι απλώνονται μπροστά του ολάνοιχτοι ψυχικοί κόσμοι. Η υποκριτική τους υφολογία προσαρμόζεται με δόσεις καυστικού χιούμορ στη σκηνή της «φιλοσοφίας του αλλά» όπου ξεγυμνώνεται η υποκρισία, ο ρατσισμός, η μισαλλοδοξία, η καχυποψία και κυρίως η διπρόσωπη στάση κάθε Βαλκάνιου απέναντι στον διαφορετικό του γείτονα. Η σκηνή στήνεται κινησιολογικά με την επαναλαμβανόμενη κυκλική ανύψωση ενός ποτηριού κρασιού και κορυφώνεται με την απότομη ρίψη του περιεχομένου του στο τέλος, ως έκφραση απόρριψης αυτής της συμπεριφοράς. Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της αισθητικής της παράστασης διαδραματίζουν οι εναλλαγές των καίριων φωτισμών της Ναυσικάς Χριστοδουλάκου και η μουσική σύνθεση του Γιώργου Κασσαβέτη που αποδίδουν από κοινού το κλίμα της υφέρπουσας απειλής, του τρόμου και της αβεβαιότητας ενισχύοντας τον αθέατο χαρακτήρα των λέξεων και των σκηνικών τεκταινομένων.

       Τέλος, το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της σκηνοθεσίας του Στέλιου Πατσιά είναι η διαχείριση της φιγούρας του αγέννητου παιδιού που απαιτεί τροφή, χάδι και στοργή από τη μάνα του, μέσα από την κοιλιά της, απειλώντας ότι αν τα στερηθεί θα κραυγάσει. Ο Αντώνης Παπαδάκης και ο Λευτέρης Καταχανάς, ημίγυμνοι, με δύσμορφη μάσκα που καλύπτει τα πρόσωπά τους, δημιουργούν μια πολύ δυνατή εικόνα η οποία διαταράσσει το θυμικό των θεατών με ανάμεικτα συναισθήματα συμπόνιας για το έμβρυο και δυσφορίας για τον άθλιο περιβάλλοντα κόσμο...