Παρασκευή 11 Ιουλίου 2008

Ενδιαφέρουσα σκηνοθετική οπτική


Για τρίτη φορά ο σκηνοθέτης Σταύρος Τσακίρης αναμετριέται με τους «Πέρσες» του Αισχύλου δοκιμάζοντας νέες φόρμες και εξετάζοντας ζητήματα που απασχολούν τη σύγχρονη όψη της τραγωδίας. Αυτή η επανεξέταση τον οδήγησε σε μια σύνθετη πολιτική (ή καλύτερα πολιτισμική) ανάγνωση που κατακεραυνώνει με σαρκασμό την αλαζονεία και την απληστία της εξουσίας.
Τα πρώτα σημεία που παρατηρεί κανείς στην προσέγγιση του κυρίου Τσακίρη είναι ο τρόπος διαμόρφωσης του σκηνικού χώρου, η χρήση των αντικειμένων, η μετακίνησή τους μέσα στο πεδίο δράσης αλλά και η συμβολή των ήχων. Το κόκκινο χρώμα στις πολλαπλές αποχρώσεις του κατακλύζει το σκηνικό διάκοσμο και τα κοστούμια, λειτουργώντας συνδηλωτικά. Το δάπεδο είναι καλυμμένο από ένα πελώριο κόκκινο χαλί πάνω στο οποίο είναι διασκορπισμένες πολυτελείς καρέκλες, οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν ποικιλοτρόπως κατά τη διάρκεια του έργου. Στην άκρη της σκηνής πεσμένος ένας μεγάλος πολυέλαιος. Όταν οι θεατές εισέρχονται στο θέατρο, όλα τα αντικείμενα επάνω στη σκηνή είναι καλυμμένα από λευκά πανιά, εικόνα που παραπέμπει ευθέως σε ένα εγκαταλειμμένο αρχοντικό σπίτι. Η σκηνική αυτή σύλληψη «φωτογραφίζει» μια ξεπεσμένη αυτοκρατορία ενώ το εκκωφαντικό θρυμμάτισμα γυαλιών που ακούγεται κατά την έναρξη της παράστασης «στιγματίζει» τον απόηχο μιας ολέθριας καταστροφής. Οι στοίβες των σκορπισμένων βιβλίων, τα αφημένα παπούτσια, οι διαρκώς μετακινούμενες καρέκλες, το συμβολικό μακιγιάζ και η κινησιογραμμική των σωμάτων σκιαγραφούν ζωηρόχρωμες εικόνες που παράγουν πολλαπλά σημαινόμενα. Από τα χέρια του χορού γλιστρούν και πέφτουν στο έδαφος με κρότο τόμοι βιβλίων που στη συνέχεια ανακάμπτουν με σπασμωδικές επαναλαμβανόμενες κινήσεις.
Πλάνα παγωμένα σαν επιθανάτια ταμπλώ. «Ιερατική» ακινησία στις σκηνές πένθους. Αντίθετα, στο επεισόδιο της αναμονής εμφάνισης του ειδώλου του Δαρείου, οι μουσικοί ανατολίτικοι ήχοι και η υποδειγματική χορογραφία της Αποστολίας Παπαδαμάκη με τη σταδιακή κορύφωση της κίνησης και το ξεγύμνωμα να οδηγούν σε μέθεξη, δίνουν έμφαση στο υπαρξιακό μυστήριο της θρησκευτικότητας και στη μεταφυσική αγωνία των ηρώων.
Με τη γνώριμη υποκριτική της υφολογία και τον επιδέξιο χειρισμό των εκφραστικών της μέσων, η Εύα Κοταμανίδου ενσαρκώνει τη βασίλισσα Άτοσσα. Ως είδωλο του Δαρείου, ο Σοφοκλής Πέππας υπογραμμίζει την πολιτική σύνεση του ήρωα και την ώριμη πλέον σκέψη του, ενώ στην καταληκτική καίρια φράση : «γιατί τα πλούτη τους νεκρούς διόλου δεν ωφελούν», βγάζει από τις τσέπες και αφήνει να πετάξουν δύο περιστέρια.
Στο σύνολό της, μια προσεγμένη παραγωγή με άποψη, σαφείς και συγκροτημένες θέσεις παρά τις ελάχιστες αλλά έκδηλες στιγμές αμηχανίας και το ανομοιογενές υποκριτικό ύφος των νέων ηθοποιών.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Αισχύλου «Πέρσες»
Από το ΔΗ. ΠΕ. ΘΕ. Λάρισας - «Θεσσαλικό Θέατρο»
Μετάφραση : Κώστας Λάνταβος
Σκηνοθεσία : Σταύρος Τσακίρης
Σκηνικά-Κοστούμια : Ελένη Μανωλοπούλου
Μουσική : Νίκος Κυπουργός
Χορογραφία : Αποστολία Παπαδαμάκη
Φωτισμοί : Αλέκος Αναστασίου
Video : Μάνος Χασάπης
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Φανή Γέμτου, Νίκος Γιαλελής, Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Μάνος Ζαχαράκος, Εύα Κοταμανίδου, Ελισάβετ Μουτάφη, Αλέξανδρος Μπαλαμώτης, Βάϊα Ουγιάρου, Τατιάνα Παπαμόσχου, Σοφοκλής Πέππας, Γιάννης Τσορτέκης και Αλμπέρτο Φάϊς

Πέμπτη 17/7 Θέατρο Φρύνιχος Δελφών, Δευτέρα 21/7 – Τρίτη 22/7 Θέατρο Κήπου-Θεσσαλονίκη κ.τ.λ.