Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

«Οι 12 ένορκοι» του Reginald Rose στο θέατρο «Αλκμήνη»

      
      Το κείμενο του Reginald Rose, «Οι 12 ένορκοι», γνωστό από τις πολλαπλές κινηματογραφικές εκδοχές, είναι στην ουσία μια σπουδή γύρω από τη σχετικότητα της αλήθειας και τις συνέπειες που προκαλεί η γέννηση της αμφιβολίας. Στο μικρόκοσμο του Rose όλα ξεκινούν από την αμφισβήτηση μιας ενοχής. Στη Νέα Υόρκη του 1957 ένας φόνος έχει διαπραχτεί και όλες οι ενδείξεις έχουν οδηγήσει σ’ ένα ανήλικο άτομο. Ένδεκα ένορκοι έχουν ήδη καταλήξει στο να συνυπογράψουν την θανατική του καταδίκη. Η απόφαση όμως πρέπει να παρθεί ομόφωνα. Ούτε μία ψήφος λιγότερη. Οι αντιρρήσεις ενός μόνο ενόρκου φέρνουν και πάλι το θέμα προς συζήτηση και τα στοιχεία εξετάζονται από την αρχή. Έτσι, οι λεπτομέρειες που ανιχνεύονται κατά τη νέα αυτή έρευνα αποκαλύπτουν αντιφάσεις. Οι ερμηνείες των καταθέσεων των μαρτύρων σπέρνουν τον διχασμό. Συναισθήματα και υποκειμενικές κρίσεις μετατρέπουν σταδιακά το δωμάτιο σύσκεψης σε πεδίο μάχης. Θέσεις και αντιθέσεις κατασκευάζουν ένα τοπίο δράσεων και λεκτικών διαξιφισμών γύρω από τις έννοιες της αλήθειας και του ψέματος, της πλάνης και του μυστικού. Άλλωστε, οι 12 ένορκοι δημιουργούν ένα είδος πλοκής μέσα στην πλοκή, ενεχόμενοι σ’ ένα εξοντωτικό παιχνίδι ισχυρών εμμονών και αντιπαραθέσεων. Τα πρόσωπα συνδιαλέγονται αδιάκοπα μέσα σε μια αίσθηση ιλίγγου καθώς επανέρχονται και επαναλαμβάνουν το σημείο εκκινήσεως της συλλογιστικής τους, μιας συλλογιστικής σκεπτικισμού στα όρια του κυνισμού, προκειμένου να αυτοπροσδιοριστούν μέσα από τις λέξεις που χρησιμοποιούν. Γιατί σημασία εν τέλει δεν έχει η αθώωση ή καταδίκη του κατηγορουμένου αλλά η ανάδειξη της αλήθειας. Ποιος όμως μπορεί να βάλλει το χέρι του στη φωτιά ότι γνωρίζει με βεβαιότητα την αλήθεια; Ποιος μπορεί να πάρει την ευθύνη; Και ποιος θα τολμήσει να έρθει αντιμέτωπος, σε περίπτωση λάθους, με τις τύψεις και τη συνείδησή του;
     Η σκηνοθεσία της Κωνσταντίνας Νικολαΐδη, που υπογράφει και τη μετάφραση, προκρίνει το σασπένς κάνοντας τον θεατή να παρακολουθεί με αδιάπτωτο ενδιαφέρον τα επί σκηνής τεκταινόμενα και την σταδιακή ανατρεπτική πορεία της πλοκής. Τα σκηνικά του David Negrin και τα κοστούμια της Κικής Μήλιου εντάσσονται στη σκηνοθετική σύλληψη του έργου, ανταποκρινόμενα στις ανάγκες αναπαραστάσεώς του. Οι παράλληλοι χώροι του σκηνικού λειτουργούν ευεργετικά για την παρουσίαση των σκηνών και των καταστάσεων, διαχωρίζοντας τις «επίσημες» ετυμηγορίες από τις συνωμοτικές συζητήσεις του «παρασκηνίου».
     Οι ηθοποιοί που υποδύονται τους ενόρκους, παρακολουθούν τις λεπτομέρειες σε κάθε νέο στοιχείο το οποίο εμφανίζεται στην πλοκή και λειτουργούν κατ’ ανάλογο τρόπο υποστηρίζοντας ο καθένας την ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα που υποδύεται. Ο Χριστόδουλος Στυλιανού εκφράζει με νηφαλιότητα και σε χαμηλούς τόνους τη φωνή της λογικής που του υπαγορεύει να μην πάρει βιαστικές αποφάσεις και να εξαντλήσει την ανάλυση των δεδομένων και των πιθανοτήτων. Ο Χάρης Μαυρουδής, ο Βασίλης Παλαιολόγος, ο Μανώλης Ιωνάς και ο Περικλής Λιανός αποδίδουν με εκφραστική άνεση τις συναισθηματικές μεταπτώσεις που τους υποβάλλει το δίλημμα της ψηφοφορίας και η απρόβλεπτη έκβασή της. Ο Κωνσταντίνος Μουταφτσής προσεγγίζει με σκηνική ενάργεια τη λειτουργία του ρόλου του ισορροπώντας ανάμεσα στην προσεγμένη εκφορά του λόγου και στον υπερθετικό βαθμό των κινήσεων. Ο Αλέξανδρος Πέρρος υπογραμμίζει με ευθύβολες κινήσεις την παρορμητικότητα αλλά και τη «χαλαρή» διάθεση του ενόρκου που βιάζεται να ξεμπερδέψει με την υπόθεση. Αποστασιοποιημένος εμφανίζεται και ο Απόλλων Μπόλλας. Με νεύρο και ελεγχόμενη ένταση ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος και ο Γιώργος Γιαννόπουλος ερμηνεύουν εξελικτικά τις ψυχολογικές διακυμάνσεις δύο προσώπων με συσσωρευμένα απωθημένα. Ήρεμη δύναμη ο Κώστας Αρζόγλου μαζί με τον Νότη Παρασκευόπουλο δημιουργούν ένα κλίμα ισορροπητικής διάθεσης του συγκινησιακά φορτισμένου τοπίου.