Στο νεοσύστατο
θέατρο «Σταθμός» (πρώην «Μαίρη
Αρώνη») παρουσιάζεται το έργο «Μαγειρεύοντας
με τον Έλβις» («Cooking with Elvis»,
1999) του Άγγλου συγγραφέα Lee Hall.
Στην θεωρία του θεάτρου και δη στον περί
ύφους λόγο ενός δράματος, τίθεται συχνά το ερώτημα πώς οι ιδέες που υπόκεινται
και δίνουν το πνεύμα στη δράση μπορούν όχι μόνον να γίνουν αρεστές στον θεατή,
αλλά να κερδίσουν και τον σεβασμό του ή διαφορετικά πώς οι ιδέες ενός
δραματουργού περνούν και προβληματίζουν τον θεατή.
Η απάντηση πάντα είναι ότι έγκειται στο
ύφος ενός έργου, στην πραγματεία της υπόθεσης και βεβαίως στη λογοτεχνικότητα
αυτού του ίδιου του κειμένου. Ούτως ή άλλως κανένα δόκιμο έργο δεν στερείται
στοιχειωδώς των λοιπών αρετών, όπως παραδείγματος χάριν την ποιότητα ενός
προσώπου ή των προσώπων.
Εκείνο που αξίζει να επισημάνουμε στο «Μαγειρεύοντας με τον Έλβις» είναι
κυρίως το ύφος, το οποίο κινείται από την κομψότητα του σαρκασμού στην
πυκνότητα της λοιδορίας. Πρόκειται για μια κωμωδία που ασκεί κοινωνική κριτική
με τη δημιουργία τεσσάρων επεισοδιακών προσώπων: μια μάνα η οποία έχει παράλυτο
σύζυγο, κουρασμένη από την χρόνια κατάστασή του, επιδίδεται σε απίστευτες
ελευθεριότητες. Φέρνει τον νεαρό εραστή στο σπίτι, συζητά απροσχημάτιστα για
τις ορέξεις της με την κόρη της ενώ ο εραστής ανατρέπει κάθε συνηθισμένο κώδικα
ανοχής, αφού εκτός από μάνα και κόρη, φθάνει να προσφέρει ανακουφιστικές
σεξουαλικές υπηρεσίες στον παράλυτο σύζυγο – πατέρα.
Ελάχιστες φορές θα έλεγα η κοινωνική
κριτική έχει τέτοια λάμψη, αλλά για να εξηγούμαι, στην κωμωδία, έστω τη μαύρη,
αλλά στην κωμωδία. Και αίφνης υπερβαίνοντας κάθε σουρεάλ απόκλιση, ο παράλυτος
σύζυγος αποβαίνει ένα από τα πιο λαμπρά αστέρια, γίνεται ένας «Έλβις», που
«ζωντανεύει» και τραγουδάει, ενώ εδέσματα πάσης φύσεως ετοιμάζονται ή
αναλώνονται επί σκηνής.
Στρωτή και ρέουσα η μετάφραση της Ρεγγίνας Παντελίδη και της Νικολέττας Βλαβιανού. Ξεκάθαρη και
εύρυθμη η σκηνοθεσία του Βασίλη
Μυριανθόπουλου. Ο κύριος Μυριανθόπουλος εκμεταλλεύεται κάθε επιμέρους
καταστασιακό περιστατικό και αναδεικνύει τις λεκτικές παγίδες υπαινιγμών
κατορθώνοντας να δημιουργήσει ατμόσφαιρα αμιγούς κωμωδίας απαλύνοντας τους
μελαγχολικούς τόνους.
Η Νικολέττα
Βλαβιανού (Μαμά), η Ιωάννα Πηλιχού
(Τζιλ) και ο Πέτρος Μπουσουλόπουλος
(Στιούαρτ) συνθέτουν ένα λειτουργικό τρίδυμο υποκριτικών δυνάμεων που
υποστηρίζει με κινήσεις ακρίβειας τα χαρακτηριστικά των θεατρικών προσώπων και
τις συγκρουσιακές τους σχέσεις. Στον ρόλο του παράλυτου πατέρα («Έλβις») ο Κώστας Δόξας ανταποκρίνεται με άνεση.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι το Θέατρο
«Σταθμός» έκανε θυρανοίξια με επιτυχία.