Στον πολυχώρο «Ράγες», η θεατρική ομάδα «Minus Two» δοκιμάζει να ξανανέβει στην τραμπάλα, αυτή τη φορά παίζοντας ένα διαφορετικό παιχνίδι που ξαφνιάζει ευχάριστα με τις εκπλήξεις που κρύβει και τον πειραματισμό στον οποίο τολμά να εκτεθεί. Την περασμένη χρονιά, το έργο του William Gibson «Δύο για την τραμπάλα» («Two for the seesaw») ανέβηκε στο θέατρο «Αλκμήνη» σε σκηνοθεσία Άκη Δαβή με τον ίδιο και τη Στέλλα Μαρή στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Οι παραστάσεις διακόπηκαν από την αιφνίδια και τραγική απώλεια του σκηνοθέτη, ηθοποιού και δασκάλου. Ο Άκης Δαβής (1960-2008), διανοούμενος της θεατρικής πράξης και ερευνητής της υποκριτικής τέχνης, αφιερώθηκε τα τελευταία χρόνια στη διδασκαλία, στο εργαστήρι ελευθέρων σπουδών που είχε ιδρύσει από το 1990, και στην παραγωγή παραστάσεων γόνιμου πειραματισμού.
Το έργο και η παράσταση
Ο Ουίλλιαμ Γκίμσον (Νέα Υόρκη 1914 – 2008) γράφει το κείμενο το 1958 κάνοντας την πρώτη του μεγάλη θεατρική επιτυχία στο Μπρόντγουαίη με την Αν Μπάνκροφτ και τον Χένρι Φόντα. Το έργο ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο ενώ στην ελληνική σκηνή γίνεται γνωστό με τον τίτλο «Το παιχνίδι της μοναξιάς». Παρουσιάζεται για πρώτη φορά από τον θίασο Έλλης Λαμπέτη – Δημήτρη Χορν σε μετάφραση Αλέξη Σολωμού και σκηνοθεσία Sylbert Paul. Το 1991 ανεβαίνει από το ΔΗ. ΠΕ.ΘΕ Βέροιας σε σκηνοθεσία Πάνου Γλυκοφρύδη και το 1996 από το θίασο Δάνη Κατρανίδη – Φιλαρέτη Κομηνού σε μετάφραση – σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη στο θέατρο Άλφα.
Τη φετινή χρονιά, η ομάδα «Minus Two» καταθέτει μια διαφορετική σκηνοθετική ανάγνωση και μέσα από περαιτέρω έρευνα και αναζήτηση οδηγείται σε ένα εντελώς καινούργιο αποτέλεσμα. Η εύστοχη, σύγχρονη και ευκολομίλητη γλώσσα της μετάφρασης της Στέλλας Μαρή υπογραμμίζει τα διανοητικά και αισθητικά εκείνα στοιχεία δια των οποίων οι δυο ήρωες καθίστανται πρόσωπα της οικείας μας καθημερινότητας, άνθρωποι δηλαδή της διπλανής πόρτας.
Στους αποσπασματικούς διαλόγους του Γκίμπσον, οι ήρωες δείχνουν να μη φοβούνται τα σκαμπανεβάσματα ενός απρόβλεπτου παιχνιδιού που κανείς δε γνωρίζει με ακρίβεια τους όρους. Στην τραμπάλα δεν υπάρχει νικητής και χαμένος, θύτης και θύμα. Από το εφιαλτικό «πάνω – κάτω» και το ατέρμονο «πήγαινε – έλα» απομονώνονται στιγμές ανεπαίσθητης ευτυχίας που ανατρέπουν αιφνίδιες αλλά συσωρευτικές εκρήξεις. Οι τηλεφωνικές γραμμές της Γκιτλ και του Τζέρρυ είναι διαρκώς «κατειλημμένες» από συγκρουόμενες λέξεις. Τρυφερές και σκληρές, προσβλητικές και αδιάφορες, απειλητικές και ενοχικές…ο κατάλογος φαντάζει ατελείωτος.
Μέσα από το παιχνίδι της τραμπάλας εκδηλώνεται τελικά, η αέναη επιθυμία του ανθρώπου να βρει τη στάση ισορροπίας με το άλλο του μισό ή τουλάχιστον κάτι σταθερό και αρραγές σε πείσμα της ρευστότητας και της μοναχικής απελπισίας. Οι ανασφάλειες, ο φόβος της απόρριψης, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η δειλία ή ακόμα και ο πληγωμένος εγωισμός ωθεί τους ανθρώπους να οριοθετούν το χώρο τους για ν’ αναπτύσσουν τις άμυνες τους, σκέψη που η σκηνοθεσία εικονοποιεί με το ξετύλιγμα της κολλητικής ταινίας και τη δημιουργία ορίων. Οι δυο ηθοποιοί χωρίζουν με ευθεία γραμμή όχι μόνο τα σύνορα του χώρου που κινείται κάθε πρόσωπο αλλά και αυτά που ενώνουν τη σκηνή με την πλατεία.
Η κατασκευή του αρχιτέκτονα Γιώργου Σταματάκη λειτουργεί ως συμβολοποιημένο σκηνογράφημα καθώς στη σύνθετη δομή του εναλλάσσονται οι χώροι που εξελίσσεται η δράση. Ένα "multi-έπιπλο" που διαχωρίζει και ενώνει τους χώρους.
Στην παράσταση ακούγονται με τη σειρά που ακολουθούν μελωδίες και τραγούδια των Boris Vian «Fais-moi Johny» και «La Java Martienne», Craig Armstrong «Inhaler», The Everly Brothers «All you have to do is dream», Nick Cave «The Sweetest Embrace» και Ornella Vanoni «Anche se». Οι μουσικές επιλογές παράγουν καλαίσθητη οπτικοακουστική εικόνα σε συνάρτηση με το σκηνικό και τους καίριους φωτισμούς του Κώστα Δρίμτζια που τονίζουν πράγματι πτυχές σημασιών παράγοντας ερεθίσματα, τα οποία διεγείρουν την ομοιοπαθητική λειτουργία μεταξύ θεάματος και θεατή.
Η σκηνοθεσία της Στέλλας Μαρή πειραματίζεται με διάφορα μέσα για να επικοινωνήσει το έργο με το σύγχρονο θεατή. Οι κινηματογραφημένες σκηνές που προβάλλονται σε video wall και ιδίως οι φράσεις σε μορφή υποτίτλων, οι οποίες παραπέμπουν στο βωβό ασπρόμαυρο κινηματογράφο, εκπλήσσουν και εξάπτουν την περιέργεια για τη συνέχεια. Φαίνεται πράγματι ενδιαφέρον ο τρόπος που η σκηνοθεσία έχει αφομοιώσει ετερόκλητα στοιχεία και τα έχει ενσωματώσει σε μια ενιαία και οργανωμένη πρόταση με αυστηρή κινησιολογική έκφραση, συνειρμικές αλληλουχίες και πλήρως αιτιολογημένες επιλογές.
Τίποτε στην παράσταση δε συμβαίνει τυχαία ούτε αποσκοπεί στον εντυπωσιασμό. Ακόμα και η σκηνή στο φουαγιέ (γνώριμη και εύστοχη επιλογή όταν υποστηρίζεται με ακρίβεια), που καταργεί έστω για μερικά λεπτά τον «τέταρτο τοίχο» καθιστώντας σχεδόν αδιάκριτα τα βλέμματα όσων παρακολουθούν τις κουβέντες που ανταλλάσσει το ζευγάρι κατά τη διάρκεια του δείπνου, αποτελεί άλλο έναν τρόπο ώστε τα πρόσωπα να γίνουν οικεία αίροντας τη θεατρική ψευδαίσθηση.
Η Στέλλα Μαρή (Γκιτλ Μόσκα) και ο Δημήτρης Παπαναστασίου (Τζέρρυ Ράϊαν) καλλιεργούν τη σύλληψη της οργανικής ενότητας των χαρακτήρων που ερμηνεύουν δημιουργώντας ένα λειτουργικό υποκριτικό ζεύγος δυνάμεων αντιστικτικής υφής.
Στην πρόταση της Στέλλας Μαρή κυριαρχεί η αισθητική της υπέρβασης του ρεαλιστικού πλαισίου του έργου και η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στις «πλασματικές» σιλουέτες-μορφές του βίντεο και στις ανθρώπινες θεατρικές παρουσίες της σκηνής. Δεν ξέρω αν η ομάδα κερδίζει το στοίχημα που βάζει με τον εαυτό της. Σίγουρα όμως η προσέγγιση της όχι μόνο δεν αφήνει αδιάφορους τους θεατές αλλά εύκολα κάνει συνένοχους και τους πιο ανυποψίαστους.
Η παράσταση είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Άκη Δαβή
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Δύο για την τραμπάλα» του Ουίλλιαμ Γκίμπσον
Από την θεατρική ομάδα «Minus Two»
Μετάφραση – σκηνοθεσία : Στέλλα Μαρή
Σκηνογραφία – μουσική επιμέλεια : Γιώργος Σταματάκης
Κοστούμια : Ελένη Παππά
Φωτισμοί : Κώστας Δρίμτζιας
Τους ρόλους ερμηνεύουν η Στέλλα Μαρή και ο Δημήτρης Παπαναστασίου
ΘΕΑΤΡΟ ΡΑΓΕΣ
Κωνσταντινουπόλεως 82, Κεραμεικός, τηλ. 210 34 52 751
Τετάρτη – Πέμπτη 21.00
Το έργο και η παράσταση
Ο Ουίλλιαμ Γκίμσον (Νέα Υόρκη 1914 – 2008) γράφει το κείμενο το 1958 κάνοντας την πρώτη του μεγάλη θεατρική επιτυχία στο Μπρόντγουαίη με την Αν Μπάνκροφτ και τον Χένρι Φόντα. Το έργο ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο ενώ στην ελληνική σκηνή γίνεται γνωστό με τον τίτλο «Το παιχνίδι της μοναξιάς». Παρουσιάζεται για πρώτη φορά από τον θίασο Έλλης Λαμπέτη – Δημήτρη Χορν σε μετάφραση Αλέξη Σολωμού και σκηνοθεσία Sylbert Paul. Το 1991 ανεβαίνει από το ΔΗ. ΠΕ.ΘΕ Βέροιας σε σκηνοθεσία Πάνου Γλυκοφρύδη και το 1996 από το θίασο Δάνη Κατρανίδη – Φιλαρέτη Κομηνού σε μετάφραση – σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη στο θέατρο Άλφα.
Τη φετινή χρονιά, η ομάδα «Minus Two» καταθέτει μια διαφορετική σκηνοθετική ανάγνωση και μέσα από περαιτέρω έρευνα και αναζήτηση οδηγείται σε ένα εντελώς καινούργιο αποτέλεσμα. Η εύστοχη, σύγχρονη και ευκολομίλητη γλώσσα της μετάφρασης της Στέλλας Μαρή υπογραμμίζει τα διανοητικά και αισθητικά εκείνα στοιχεία δια των οποίων οι δυο ήρωες καθίστανται πρόσωπα της οικείας μας καθημερινότητας, άνθρωποι δηλαδή της διπλανής πόρτας.
Στους αποσπασματικούς διαλόγους του Γκίμπσον, οι ήρωες δείχνουν να μη φοβούνται τα σκαμπανεβάσματα ενός απρόβλεπτου παιχνιδιού που κανείς δε γνωρίζει με ακρίβεια τους όρους. Στην τραμπάλα δεν υπάρχει νικητής και χαμένος, θύτης και θύμα. Από το εφιαλτικό «πάνω – κάτω» και το ατέρμονο «πήγαινε – έλα» απομονώνονται στιγμές ανεπαίσθητης ευτυχίας που ανατρέπουν αιφνίδιες αλλά συσωρευτικές εκρήξεις. Οι τηλεφωνικές γραμμές της Γκιτλ και του Τζέρρυ είναι διαρκώς «κατειλημμένες» από συγκρουόμενες λέξεις. Τρυφερές και σκληρές, προσβλητικές και αδιάφορες, απειλητικές και ενοχικές…ο κατάλογος φαντάζει ατελείωτος.
Μέσα από το παιχνίδι της τραμπάλας εκδηλώνεται τελικά, η αέναη επιθυμία του ανθρώπου να βρει τη στάση ισορροπίας με το άλλο του μισό ή τουλάχιστον κάτι σταθερό και αρραγές σε πείσμα της ρευστότητας και της μοναχικής απελπισίας. Οι ανασφάλειες, ο φόβος της απόρριψης, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η δειλία ή ακόμα και ο πληγωμένος εγωισμός ωθεί τους ανθρώπους να οριοθετούν το χώρο τους για ν’ αναπτύσσουν τις άμυνες τους, σκέψη που η σκηνοθεσία εικονοποιεί με το ξετύλιγμα της κολλητικής ταινίας και τη δημιουργία ορίων. Οι δυο ηθοποιοί χωρίζουν με ευθεία γραμμή όχι μόνο τα σύνορα του χώρου που κινείται κάθε πρόσωπο αλλά και αυτά που ενώνουν τη σκηνή με την πλατεία.
Η κατασκευή του αρχιτέκτονα Γιώργου Σταματάκη λειτουργεί ως συμβολοποιημένο σκηνογράφημα καθώς στη σύνθετη δομή του εναλλάσσονται οι χώροι που εξελίσσεται η δράση. Ένα "multi-έπιπλο" που διαχωρίζει και ενώνει τους χώρους.
Στην παράσταση ακούγονται με τη σειρά που ακολουθούν μελωδίες και τραγούδια των Boris Vian «Fais-moi Johny» και «La Java Martienne», Craig Armstrong «Inhaler», The Everly Brothers «All you have to do is dream», Nick Cave «The Sweetest Embrace» και Ornella Vanoni «Anche se». Οι μουσικές επιλογές παράγουν καλαίσθητη οπτικοακουστική εικόνα σε συνάρτηση με το σκηνικό και τους καίριους φωτισμούς του Κώστα Δρίμτζια που τονίζουν πράγματι πτυχές σημασιών παράγοντας ερεθίσματα, τα οποία διεγείρουν την ομοιοπαθητική λειτουργία μεταξύ θεάματος και θεατή.
Η σκηνοθεσία της Στέλλας Μαρή πειραματίζεται με διάφορα μέσα για να επικοινωνήσει το έργο με το σύγχρονο θεατή. Οι κινηματογραφημένες σκηνές που προβάλλονται σε video wall και ιδίως οι φράσεις σε μορφή υποτίτλων, οι οποίες παραπέμπουν στο βωβό ασπρόμαυρο κινηματογράφο, εκπλήσσουν και εξάπτουν την περιέργεια για τη συνέχεια. Φαίνεται πράγματι ενδιαφέρον ο τρόπος που η σκηνοθεσία έχει αφομοιώσει ετερόκλητα στοιχεία και τα έχει ενσωματώσει σε μια ενιαία και οργανωμένη πρόταση με αυστηρή κινησιολογική έκφραση, συνειρμικές αλληλουχίες και πλήρως αιτιολογημένες επιλογές.
Τίποτε στην παράσταση δε συμβαίνει τυχαία ούτε αποσκοπεί στον εντυπωσιασμό. Ακόμα και η σκηνή στο φουαγιέ (γνώριμη και εύστοχη επιλογή όταν υποστηρίζεται με ακρίβεια), που καταργεί έστω για μερικά λεπτά τον «τέταρτο τοίχο» καθιστώντας σχεδόν αδιάκριτα τα βλέμματα όσων παρακολουθούν τις κουβέντες που ανταλλάσσει το ζευγάρι κατά τη διάρκεια του δείπνου, αποτελεί άλλο έναν τρόπο ώστε τα πρόσωπα να γίνουν οικεία αίροντας τη θεατρική ψευδαίσθηση.
Η Στέλλα Μαρή (Γκιτλ Μόσκα) και ο Δημήτρης Παπαναστασίου (Τζέρρυ Ράϊαν) καλλιεργούν τη σύλληψη της οργανικής ενότητας των χαρακτήρων που ερμηνεύουν δημιουργώντας ένα λειτουργικό υποκριτικό ζεύγος δυνάμεων αντιστικτικής υφής.
Στην πρόταση της Στέλλας Μαρή κυριαρχεί η αισθητική της υπέρβασης του ρεαλιστικού πλαισίου του έργου και η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στις «πλασματικές» σιλουέτες-μορφές του βίντεο και στις ανθρώπινες θεατρικές παρουσίες της σκηνής. Δεν ξέρω αν η ομάδα κερδίζει το στοίχημα που βάζει με τον εαυτό της. Σίγουρα όμως η προσέγγιση της όχι μόνο δεν αφήνει αδιάφορους τους θεατές αλλά εύκολα κάνει συνένοχους και τους πιο ανυποψίαστους.
Η παράσταση είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Άκη Δαβή
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Δύο για την τραμπάλα» του Ουίλλιαμ Γκίμπσον
Από την θεατρική ομάδα «Minus Two»
Μετάφραση – σκηνοθεσία : Στέλλα Μαρή
Σκηνογραφία – μουσική επιμέλεια : Γιώργος Σταματάκης
Κοστούμια : Ελένη Παππά
Φωτισμοί : Κώστας Δρίμτζιας
Τους ρόλους ερμηνεύουν η Στέλλα Μαρή και ο Δημήτρης Παπαναστασίου
ΘΕΑΤΡΟ ΡΑΓΕΣ
Κωνσταντινουπόλεως 82, Κεραμεικός, τηλ. 210 34 52 751
Τετάρτη – Πέμπτη 21.00