Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2009

Σε εμπόλεμη ζώνη...


Η νεοσύστατη θεατρική ομάδα «Nota Bene» κάνει δυναμικό ξεκίνημα με την παρουσίαση τριών διαφορετικής υφολογίας μονόπρακτων του Αμερικανού Δραματουργού Ίσραελ Χόροβιτς, γνωστού στο ελληνικό κοινό από την επιτυχία του έργου «Γραμμή» («Line»). Το αγαπημένο αυτό έργο του Ιονέσκο (που σήμερα συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννησή του) ανέβηκε από πολλούς θιάσους μεταξύ αυτών τη Θεατρική Σκηνή, το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Ρόδου και την ομάδα «Μικρή Σκηνή» του Σύγχρονου Θεάτρου Αθήνας.
Φέτος, ο συγγραφέας κλείνει τα εβδομήντα και το αμερικανικό Barefoot Theatre Company διοργανώνει προς τιμήν του, το «70/70 Horovitz Project». Εβδομήντα θεατρικά έργα του συγγραφέα θα παρουσιασθούν από ομάδες και σχήματα σε όλο τον πλανήτη.
Η παράσταση με την οποία συμμετέχει το ελληνικό σχήμα «Nota Bene» αποτελείται από τα έργα : «Σκηνικές Οδηγίες» («Stage Directions», πρώτη παράσταση στο Actors’ Studio της Νέας Υόρκης το 1976), «Τι κάνουν τα ισχυρά τείχη» («What Strong Fences Make», 2009) και «Βηρυτός» («Beirut Rocks», 2007). Το τελευταίο παρουσιάστηκε προς τιμή του συγγραφέα από το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Ρόδου τον Μάρτιο του 2009 και στάθηκε η βασική αφορμή για τους νέους ηθοποιούς να ιδρύσουν την ομάδα «Nota Bene».
Στις «Σκηνικές Οδηγίες», τρία αδέλφια επιστρέφουν στο πατρικό σπίτι, μετά την κηδεία των γονιών τους, και αδυνατούν να επικοινωνήσουν αληθινά μεταξύ τους. Έτσι, δεν συνδιαλέγονται αλλά ανακοινώνουν μηχανικά τις κινήσεις τους στο χώρο (π. χ. Ο Ρίτσαρντ μπαίνει ήσυχα. Διασχίζει το δωμάτιο. Σταματάει). Οι διδασκαλίες εκφωνούνται από τα δραματικά πρόσωπα με αποτέλεσμα ο ηθοποιός να καλείται να παίζει δύο ρόλους. Να αναπαριστά τη δράση των ηρώων και συνάμα τη συνειδητή σκέψη του συγγραφέα. Ένα νέο κείμενο, οδηγίες του δραματουργού αλλά και σκηνοθετικός διάλογος, γεννιέται και αφήνει τα ίχνη του πάνω στο θεατρικό κείμενο. Ένα παιχνίδι που ακροβατεί στην εναλλαγή κωμικού – δραματικού αγγίζοντας τα όρια του μη-θεάτρου.
Η σκηνοθεσία του Γιώργου Οικονόμου ελέγχει το μέτρο των εκφραστικών τρόπων, που προκρίνει ο συγγραφέας, μέσα από την προσεγμένη μετάφραση της Δάφνης Οικονόμου και οι τρεις νέοι ηθοποιοί με κοινούς υποκριτικούς κώδικες, ερμηνεύουν τις σκηνικές οδηγίες με ρυθμικούς σχηματισμούς οπτικοακουστικών συστημάτων ενώ, οι φωτισμοί και τα ηχητικά σύνολα υπογραμμίζουν το άρρητο και το ασύντακτο της αθέατης πλοκής του έργου. Ξεχωρίζει για την εκφραστικότητα της η Χριστιάνα Κουλιζάκη.
Στο δεύτερο μονόπρακτο, «Τι κάνουν τα ισχυρά τείχη», ένας νέος Ισραηλινός καθηγητής Πανεπιστημίου, ενώ προσπαθεί να περάσει από την πύλη του τείχους της Ραμάλα, που χωρίζει τους Ισραηλινούς από τους Παλαιστίνιους κατοίκους της Λωρίδας της Γάζας, βρίσκεται αντιμέτωπος με τον στρατιώτη που φυλάει την πύλη.
Ο Μαρίνος Παναγιωτάκης και ο Σάββας Κοβλακάς σχηματίζουν ένα λειτουργικό υποκριτικό δίδυμο που κινείται με σκηνική ευχέρεια.
Στο τελευταίο έργο, που έχει τίτλο «Βηρυτός», τέσσερις Αμερικανοί φοιτητές βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα δωμάτιο περιμένοντας να φυγαδευτούν, κυκλωμένοι από την ακραία βία που κυριαρχεί κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών του 2006.
Η Μαρίνα Σαμάρκου υποδύεται με πάθος τη Νάσα, σαν μια βόμβα που σκάει δημιουργώντας στο περιβάλλον αλυσιδωτές αντιδράσεις. Στον τελευταίο μονόλογο, η κυρία Σαμάρκου υποστηρίζει δυναμικά τη γυναικεία υπομονή, που ξεπερνάει εντούτοις τα όρια της ανοχής για να εξελιχθεί σε επιθετική αντίσταση (μάρτυρας-τιμωρός). Δίπλα της και απέναντί της συγχρόνως, ο Μαρίνος Παναγιωτάκης υποστηρίζει τον Μπέντζυ, κρατώντας το μέτρο των αποστάσεων μέχρι το ξέσπασμα της ανυποψίαστης «φωτιάς», που ανατρέπει αιφνίδια τις σκηνικές καταστάσεις. Ως Τζέϊκ, ο Σάββας Κοβλακάς δίνει το ιδιάζον στίγμα του και ως Σάντυ, η Χριστίνα Κουλιζάκη ερμηνεύει με ευεργετική απλότητα την ισορροπητική δομή της ηρωίδας.
Καταλυτικής σημασίας οι καίριοι φωτισμοί, πλήρως εναρμονισμένοι και σχολιαστικοί, εμπλουτίζουν την παράσταση, ειδικά στο τελευταίο μονόπρακτο, που μαζί με τα ηχητικά εφφέ των βομβαρδισμών, διαμορφώνουν με ρεαλιστικούς όρους την εφιαλτική ατμόσφαιρα της εμπόλεμης ζώνης.
Στο καλαίσθητο βιβλιαράκι-πρόγραμμα θα βρει κανείς τη μετάφραση του τελευταίου έργου και σημειώματα των μελών της ομάδας.
Στο σύνολό της, μια αξιόλογη πρώτη δουλειά νεοσύστατης ομάδας, που η στήλη συστήνει ανεπιφύλακτα.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Σκηνικές Οδηγίες» του Ίσραελ Χόροβιτς
Από την Θεατρική Ομάδα «Nota Bene»
Μετάφραση : Δάφνη Οικονόμου
Σκηνοθεσία – Μουσική Επιμέλεια – Φωτισμοί : Γιώργος Οικονόμου
Σκηνικά – Κοστούμια : Παύλος Θανόπουλος
Επεξεργασία ηχητικών εφέ : Γιώργος Ατσικνούδας, Χρήστος Μαυρίδης
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Μαρίνος Παναγιωτάκης, Μαρίνα Σαμάρκου, Χριστιάνα Κουλιζάκη και Σάββας Κοβλακάς

ΘΕΑΤΡΟ ΙΛΙΣΙΑ – ΝΤΕΝΙΣΗ Β’ ΣΚΗΝΗ ΒΟΛΑΝΑΚΗΣ
Παπαδιαμαντοπούλου 4, Ιλίσια, τηλ. 210 72 10 045
Παρασκευή-Σάββατο 24.00, Κυριακή 21.30

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Αν είχα ενός αγγέλου τα φτερά...


Σαράντα χρόνια λειτουργίας και κοινωνικής προσφοράς συμπληρώνει φέτος το «Θεατρικό Εργαστήρι της Φαντασίας» («Imagination Workshop»), μια «Συμμαχία Τέχνης και Επιστήμης», όπως αποκαλούν το «πνευματικό παιδί» τους ο ηθοποιός (με θητεία στο Actor Studio), θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος και παραγωγός ταινιών Λάιλ Κέσλερ και η ηθοποιός Μάργκαρετ Λαντ.
Πρόκειται για έναν ετερόκλιτο θίασο από επαγγελματίες καλλιτέχνες και από ασθενείς που νοσηλεύονται με βαριές ψυχικές παθήσεις, προβλήματα επαναπροσαρμογής ή εφήβους, οι οποίοι έχουν βιώσει την εγκαταλείψη, την κακοποίηση ακόμη και το έγκλημα. Έτσι, κάθε χρόνο, με μεθοδικότητα και ακρίβεια, στήνεται σε παράσταση και παρουσιάζεται στο κοινό, ένα πρωτότυπο θεατρικό έργο, που γράφεται και παίζεται από τους συμμετέχοντες στο εργαστήριο.
Η Τέχνη αποτελεί παράγοντα ανάκτησης της ψυχικής υγείας και ειδικά η θεατρική πράξη, με οδηγό τη φαντασία, λειτουργεί ως μέσο ίασης ψυχικών νοσημάτων, ανεξάρτητα από τις αιτίες που τα έχουν προκαλέσει. Τα αποτελέσματα πολύχρονων ερευνών έδειξαν ότι η μέθοδος του Κέσλερ έφερε ευεργετικά αποτελέσματα σε αξιοσημείωτο ποσοστό περιπτώσεων και συγκαταλέγεται σήμερα ανάμεσα στις πιο αξιόλογες ψυχοθεραπευτικές μεθόδους σε παγκόσμια κλίμακα.
Το Θέατρο Αγγέλων Βήμα αποδίδει φόρο τιμής σε αυτή την επέτειο ανεβάζοντας στην κεντρική του σκηνή, ένα από τα σημαντικότερα έργα του Λάϊλ Κέσλερ «Τα Ορφανά» σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη.
Στην ελληνική σκηνή, το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1994, από το Θέατρο Στοά, σε μετάφραση Μαρλένας Γεωργιάδη και σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου. Δέκα χρόνια αργότερα, τη θεατρική περίοδο 2003-2004, ανέβηκε στη Β’ Σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας σε μετάφραση και σκηνοθεσία Δημοσθένη Παπαδόπουλου.
Αντλώντας στοιχεία από έναν ανεξάντλητο καμβά αληθινών καταστάσεων, ο Κέσλερ, που γράφει «Τα Ορφανά» το 1983, στοιχειοθετεί κομβικά γεγονότα και παρακολουθεί το ξεδίπλωμα μιας επικίνδυνης εκθέσεως έκκεντρων περιστατικών βίου και βιωματικών ενοχών σε ένα παιχνίδι αλυσιδωτών αντιδράσεων προβάλλοντας με καταλυτικό τρόπο την αναμονή μιας ανατροπής…
Στο στέρεο και υποδειγματικά δομημένο κείμενο, ο θεατής βρίσκεται αντιμέτωπος με ολάνοιχτους ψυχισμούς. Ο αγώνας επιβίωσης δύο ορφανών αδελφών σε ένα άγριο, κυνικό και αδίστακτο κοινωνικό περιβάλλον, η αρρωστημένη σχέση αλληλεξάρτησης, οι εκ διαμέτρου αντίθετοι χαρακτήρες, οι εμμονές με αντικείμενα νεκρών αγαπημένων προσώπων, οι ανασφάλειες, οι φοβίες, η έλλειψη τρυφερότητας και στοργής, η απουσία της πατρικής φιγούρας, η καταπίεση έκφρασης συναισθημάτων και μια εισβολή που θα ανατρέψει τα πάντα. Ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο υπεισέρχεται σαν καταλύτης για να ανασύρει στην επιφάνεια απωθημένα και να αποκαλύψει δυσβάσταχτες αλήθειες.
Η μετάφραση της Μαργαρίτας Δαλαμάγκα-Καλογήρου επιτρέπει στους ηθοποιούς να κινηθούν με άνεση τόσο στη γλωσσική όσο και στην παραγλωσσική εκφορά των ρόλων, που καθίστανται κατά αυτόν τον τρόπο κατανοητοί από το κοινό.
Η σκηνοθεσία του Κοραή Δαμάτη διευθετεί έναν ευσύνοπτο κόσμο, σε αναλογίες ρυθμικών εναλλαγών χάρη στις οποίες ο κάθε ηθοποιός-ρόλος έχει την άνεση να συνθέσει τα δεσπόζοντα χαρακτηριστικά του εν σχέσει προς τα αντίστοιχα των προσώπων του δραματικού κειμένου. Ο κύριος Δαμάτης λαμβάνει υπόψη του το ποσό πληροφοριών που πρέπει να αποκομίσει ο θεατής από την παράσταση, φροντίζοντας εκ παραλλήλου να αποδώσει την ποιότητα του λόγου μέσα από την «καθαρή» εγγραφή του τόσο στην ομιλία των ηθοποιών όσο και στη σωματική έκφραση του.
Οι τρεις ηθοποιοί προβάλλουν και επικυρώνουν τη σύλληψη των συγκοινωνούντων δοχείων ενός ιδιόμορφου τριγώνου ενώ κατορθώνουν να αναδείξουν τις περιπέτειες του συναισθήματος στο πλαίσιο των παραληρηματικών αποχρώσεων στην ενδότερη επικοινωνία ανάμεσα στο νοείν και στο είναι.
Ο Παναγιώτης Μπρατάκος (Φίλιπ) ερμηνεύει με μοναδική εκφραστικότητα τον αγαθό και εσωστρεφή αδελφό και ανταποκρίνεται με σκηνική ενάργεια στις απαιτήσεις των συνδιαλεκτικών αντιστίξεων. Ο κύριος Μπρατάκος, στην πρώτη του θεατρική εμφάνιση, κινείται με αμεσότητα και φορτισμένη συγκινησιακά ακρίβεια.
Ο Στέλιος Καλαϊτζής (Τρητ) ισορροπεί ανάμεσα στο θύτη και στο θύμα με αποφασιστικές κινήσεις ώστε να δημιουργηθούν οι απαραίτητες φωτοσκιάσεις των αντιθέσεων, τόσο στον πυρήνα του ρόλου του, όσο και σε ό, τι αφορά στις διαπλοκές με τους άλλους δύο χαρακτήρες του έργου.
Ο Κώστας Ανταλόπουλος (Χάρολντ) στο ρόλο του εισβολέα γκάνκστερ, εκφράζεται με σκηνική άνεση και αποδίδει ευθύβολα το σκεπτικισμό που αναδίδει ο ήρωας.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Τα Ορφανά» του Λάιλ Κέσλερ
Μετάφραση : Μαργαρίτα Δαλαμάγκα – Καλογήρου
Σκηνοθεσία – Φωτισμοί : Κοραής Δαμάτης
Σκηνικά – Κοστούμια : Παύλος Ιωάννου
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Παναγιώτης Μπρατάκος, Στέλιος Καλαϊτζής και Κώστας Ανταλόπουλος

ΘΕΑΤΡΟ ΑΓΓΕΛΩΝ ΒΗΜΑ
Σατωβριάνδου 36, Ομόνοια, τηλ. 210 52 42 211
Τετάρτη-Κυριακή 19.15, Πέμπτη-Παρασκευή-Σάββατο 21.15, Σάββατο 18.15

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009

Απάτη στο όνομα της Άρετης


Η πλουσιότατη δραματική μυθοποιία του Νομπελίστα Ιταλού Λουίτζι Πιραντέλλο (1867 – 1936) αντλείται από τη ζωή των αστών, των ανθρώπων της σικελικής υπαίθρου, αλλά και τα προσωπικά του βιώματα, οικογενειακά, καλλιτεχνικά και κοινωνικά. Ωστόσο, η θεματική αυτής της στοχαστικής δραματουργίας επικεντρώνεται στο πρόβλημα του προσώπου και στις διαδικασίες αλλοίωσης ή απώλειάς του.
Ο πιραντελλικός ήρωας άλλοτε χάνει βαθμιαία το πρόσωπο του χωρίς να το αντιληφθεί, άλλοτε το υποκαθιστά εκούσια και συνειδητά με ένα κοινωνικό προσωπείο, άλλοτε υποχρεώνεται να φορέσει μάσκα και να εμφανισθεί ως «άλλος» ενώ, σε πολλές περιπτώσεις, παρουσιάζει ένα πρόσωπο που αποτελεί μυστήριο όχι μόνο για τους άλλους, αλλά και για τον ίδιο τον εαυτό του.
Στο τρίπρακτο έργο «Ο Άνθρωπος, το κτήνος και η αρετή» (1919), ο δραματουργός επιστρέφει στην παράδοση και το σύμπαν της αυτοσχέδιας κωμωδίας και όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Γρηγόρης Ιωαννίδης φτιάχνει μια φάρσα όπου το παράδοξο περνάει φυσικότατα για λογικό και όπου η ηθική αντιμάχεται με θράσος την αρετή. Το έργο του κινείται από την παρωδία στο δράμα και από την ιλαρότητα στην τραγική διαπίστωση της απουσίας ενός σταθερού κέντρου.
Ο δραματουργός, αν και καταγγέλλει, με κάθε ευκαιρία, την κοινωνική υποκρισία και μισαλλοδοξία, την απομόνωση των ξεχωριστών ανθρώπων από το πλήθος, την καταστροφική δύναμη της ισοπεδωτικής για το άτομο κοινής γνώμης, δεν περιφρονεί τις καθιερωμένες αξίες καθαυτές, αλλά μόνο τους εκπροσώπους και ζηλωτές της. Πεπαιδευμένος αστός και νηφάλιος στοχαστής δεν αναλαμβάνει τον ρόλο του κοινωνικού ανατροπέα ή του ηθικού «τρομοκράτη».
Το θέμα των παράνομων και εξωσυζυγικών σχέσεων, της μοιχείας γενικότερα, με την αλλοίωση της κοινωνικής υπόστασης του απατημένου (συνήθως του συζύγου) και τις απτές συνέπειες (κάποιο εκτός γάμου τέκνο), απασχολεί σε πολλά έργα το συγγραφέα. Ειδικά σε αυτή τη φάρσα, η μοιχαλίδα κατορθώνει να καλύψει την παράνομη εγκυμοσύνη της καταφέρνοντας να πείσει τον άξεστο καπετάνιο σύζυγό της να κοιμηθεί μαζί της, για να δικαιολογηθεί χρονικά η αθέμιτη κύησή της.
Όπως και στην «Ηδονή της τιμιότητας» αλλά και σε άλλα έργα, ο Πιραντέλλο σηματοδοτεί και φωτίζει τις βαθύτερες πτυχές αναζητήσεων ορισμένης ταυτότητας με επίκεντρο την ηθική ρευστότητα που διέπει την ανθρώπινη ύπαρξη ως κοινωνική οντότητα. Οι ήρωες του Ιταλού δραματουργού κατοχυρώνονται ως θεατρικές φιγούρες συμβολιστικής εμβέλειας. Θύτες και θύματα, με κυνισμό και αυταρέσκεια, υπερασπίζονται την υποκειμενική τους αλήθεια, σ’ έναν αγώνα θριάμβου, αποκατάστασης της ηθικής, προϊόν σοβαροφάνειας και υποκρισίας που συγκροτεί και εξυπηρετεί την αστική νοοτροπία.
Η μεταφραστική διασκευή του Ερρίκου Μπελιέ διατηρεί την οξύτητα και το χιούμορ των πιραντελικών διαλόγων εκσυγχρονίζοντας τους με εύστοχες αθυροστομίες. Η σκηνοθεσία του Γιώργου Αρμένη διόγκωσε τα γελοιογραφικά στοιχεία, «έπαιξε» με το υπέρμετρο και την υπερβολή, κατεύθυνε τις ερμηνείες στην κωμική υπερέκφραση και το μπρουρλεσκ. Σε αυτό το πνεύμα ευθυγραμμίστηκαν τα σκηνικά και κοστούμια που επιμελήθηκε η Ελένη Δουνδουλάκη ενώ το παιχνίδι των φωτισμών του Παναγιώτη Μανούση διαμόρφωσε την κατάλληλη ατμόσφαιρα.
Με τεχνική και δεξιοτεχνία, στην υφολογική φόρμα του λαϊκού εξπρεσιονισμού, ο καθηγητής Παολίνο του Γιώργου Αρμένη αποτελεί επίδειξη ακροβασίας κωμικού-δραματικού και σύνθετης προσέγγισης του ρόλου. Ως Αρετή Περέλα, η Αριέττα Μουτούση τονίζει με εκφραστικούς μορφασμούς τη δισυπόστατη ηθική της ηρωίδας. Αγροίκος αλλά γόης, ρόλος – γάντι ο πλοίαρχος Φραντσέσκο Περέλα για τον Πασχάλη Τσαρούχα, που υπογραμμίζει εντέχνως τις ιλαροτραγικές εκρήξεις του δραματικού προσώπου. Χειμαρρώδης και αισθαντικά θηλυκή, η υπηρέτρια Καρμέλα της Χριστίνας Βαρζοπούλου. Απολαυστικά κωμική περσόνα!
Την ίδια τακτική ερμηνείας ενστερνίζονται και οι νέοι ταλαντούχοι ηθοποιοί, οι οποίοι αποδίδουν με οργιαστικό οίστρο και συνέπεια τη γκροτέσκο εκφορά των πιραντελλικών προσώπων. Εκπληκτικός στις τρεις μεταμορφώσεις του ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης. Στην αρχή ξεκαρδιστικά αστείος ως θηλυπρεπής φαρμακοποιός Τοτό, στη συνέχεια ως γιατρός Μαρτσέλο, δίδυμος αδελφός του Τοτό ενώ στο τέλος ως ο βαρβάτος ναύτης Βιτόριο.
Ο Στέφανος Μαρκάκης (Τζίλιο) μαζί με το Σάκη Σιούτη (Μπέλλι) στήνουν ένα υποδειγματικό υποκριτικό δίδυμο που συγχρονίζεται με δεξιοτεχνία στην εναλλαγή της ατάκας και στην παραγωγή του κωμικού ενσταντανέ. Οι δυο ηθοποιοί «κόβουν» και «ράβουν» ως ατίθασοι μαθητές του κυρίου Παολίνου, δυο σκανδαλιάρικα πνεύματα αντιλογίας που αυθαδιάζουν ασύστολα με «μπουφονικό» σαρκασμό!
Ο Χρήστος Κοροβίλας (δευτεροετής σπουδαστής στη Δραματική Σχολή του Αρμένη) στην πρώτη του θεατρική εμφάνιση, «κλέβει» τις εντυπώσεις με τον εντεκάχρονο Νόνο, γιο των Περέλλα. Εύπλαστα εκφραστικός, πληθωρικός με σκηνική άνεση και ενθουσιασμό. Αν προσέξει και αν τον προσέξουν, θα εξελιχθεί, πιστεύω, σε πολύ ενδιαφέροντα ρολίστα.
Από την προσεγμένη παραγωγή δε δικαιολογείται η απουσία ενός πολυσέλιδου προγράμματος με κείμενα γύρω από το συγγραφέα και το έργο, φωτογραφικό υλικό και παραστασιογραφία.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Ο Άνθρωπος, το Κτήνος και η Αρετή» του Λουίτζι Πιραντέλλο
Μετάφραση : Ερρίκος Μπελιές
Σκηνοθεσία : Γιώργος Αρμένης
Σκηνικά – Κοστούμια : Ελένη Δουνδουλάκη
Μουσική : Δημήτρης Ιατρόπουλος
Φωτισμοί : Παναγιώτης Μανούσης
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Γιώργος Αρμένης, Αριέττα Μουτούση, Πασχάλης Τσαρούχας, Χριστίνα Βαρζοπούλου, Ιωσήφ Ιωσηφίδης, Χρήστος Κοροβίλας, Στέφανος Μαρκάκης, Σάκης Σιούτης

ΝΕΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΡΜΕΝΗ
Σπύρου Τρικούπη 34 και Κουντουριώτου,
Εξάρχεια, τηλ. 210 82 53 489
Παρασκευή 21.15, Σάββατο 18.15 και 21.15, Κυριακή 20.15

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2009

Διασταύρωση μοναχικών δρόμων


Αγαπημένο έργο πρωταγωνιστικών ζευγαριών, γραμμένο με ανθρώπινο χιούμορ και αισιόδοξη οπτική, τρυφερότητα και οξυδερκείς διαλόγους, η «Φθινοπωρινή Ιστορία» του Αλεξέι Αρμπούζωφ στη στρωτή μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ και υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση της Ιωάννας Μιχαλακοπούλου, φαίνεται ότι εξακολουθεί να συγκινεί το σημερινό θεατή με το διαχρονικό θέμα της μοναξιάς των γηρατειών και την ανάγκη τους για συναισθηματική ολοκλήρωση.
Ο Σοβιετικός δραματουργός Αλεξέι Νικολάγιεβιτς Αρμπούζωφ (1908 – 1986) γράφει το τελευταίο από τα τριάντα έργα του, τη «Φθινοπωρινή Ιστορία» («Κωμωδία παλιάς μόδας», όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος) το 1975. Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στην Πολωνία και ένα χρόνο αργότερα ανεβαίνει ως «Old World» στο Λονδίνο. Έκτοτε γνωρίζει τεράστια επιτυχία στις κυριότερες σκηνές της Δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής.
Τα θεατρικά κείμενα του Αρμπούζωφ θεωρούνται εκλεπτυσμένα δείγματα μιας συνεπούς πορείας στο μελόδραμα και η «Φθινοπωρινή Ιστορία» αποτελεί ένα κλασικό μελόδραμα της σοβιετικής εποχής που αποδείχθηκε ανθεκτικό στο χρόνο. Το μελόδραμα είναι το είδος που παρουσιάζει τον ψυχισμό των ηρώων σε ιδιαίτερα έντονες και συναισθηματικά φορτισμένες καταστάσεις, δίνει έμφαση στο συναίσθημα και χαρακτηρίζεται από ρομαντισμό και λυρισμό.
Το έργο μεταδίδεται για πρώτη φορά στη χώρα μας από την τηλεοπτική εκπομπή «Το Θέατρο της Δευτέρας» με πρωταγωνιστές την Αλέκα Παΐζη και το Νίκο Βασταρδή. Στη σκηνή παρουσιάζεται από το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο, το 1977, με την Έλλη Λαμπέτη και το Μάνο Κατράκη. Στη συνέχεια ανεβαίνει από τον θίασο Κώστα Ρηγόπουλου – Κάκιας Αναλυτή, τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα Ρούμελης (Αμαλία Γκιζά – Βασίλης Μητσάκης) και Καβάλας (Άννα Φόνσου – Γιάννης Καρατζογιάννης) καθώς και από το Έβδομο Θέατρο με την Αντιγόνη Βαλάκου και τον Άγγελο Αντωνόπουλο σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη και μετάφραση Κώστα Κοτζιά.
Στις αλληλοδιάδοχες σκηνές του έργου εκτυλίσσεται λεπτομερώς ένα ειδύλλιο ανάμεσα σε δύο μοναχικούς ανθρώπους που βαδίζουν προς τη δύση του βίου τους. Σε ένα παραλιακό θεραπευτήριο (στη Γιουρμαλά της Βαλτικής Θάλασσας), ο χήρος χειρούργος Ροντιόν καλεί στο γραφείο την τρόφιμο του νοσηλευτηρίου Λύντια, πρώην ηθοποιό και νουμερίστα τσίρκου και νυν ταμία, προκειμένου να της κάνει συστάσεις για την αλλόκοτη συμπεριφορά της στο ίδρυμα και τις διαρκείς παραβάσεις του κανονισμού. Τα πράγματα όμως παίρνουν μια παράξενη τροπή και οι δύο αντίθετοι χαρακτήρες επιδίδονται σ’ ένα παιχνίδι αποκάλυψης και διεκδίκησης με απρόοπτα και ανατροπές. Στοιχειωμένοι από τις οδυνηρές αναμνήσεις του παρελθόντος αλλά με διάθεση να αναπληρώσουν το «χαμένο χρόνο», τα δύο πρόσωπα αναζητούν μια σχέση όπου η συγκίνηση αντικαθιστά τον πόθο και τον ίμερο, η συντροφικότητα το πάθος και η συνύπαρξη την ερωτική συνεύρεση.
Στη σκηνοθετική οπτική της Ιωάννας Μιχαλακοπούλου, η ιστορία μοιάζει να «ακροβατεί» ανάμεσα στην αληθινή ζωή και στη μαγική ψευδαίσθηση της σκηνής. Η κυρία Μιχαλακοπούλου συνδυάζει το είναι και το φαίνεσθαι τόσο σε πλαίσιο ευθυγραμμίσεως των καταστάσεων με επίκεντρο τις συγκρουσιακές σχέσεις αρσενικού – θηλυκού όσο και στο επίπεδο του κερματισμού των κομβικών περιστατικών που αποτελούν τον μικρόκοσμο του Αρμπούζωφ.
Στη σκηνή ενός πολύχρωμου τσίρκου που «αποκαλύπτει» στο δεύτερο μέρος το αρχικά απροσδιόριστο λευκό σκηνικό το οποίο έστησε ο Γιώργος Πάτσας, οι δύο ήρωες παζαρεύοντας την αλήθεια και το ψέμα τους, αναζητούν κάτι σταθερό και αρραγές να στραφεί ενάντια στη ρευστότητα και τη μοναχική απελπισία.
Ευθύβολες οι διαβαθμίσεις των φωτισμών του Νίκου Καβουκίδη και γλυκά μελαγχολικές οι μελωδίες της Ευανθίας Ρεμπούτσικα που συνοδεύουν το ρυθμικό ηχόχρωμα της φθινοπωρινής βροχής. Ο κυλιόμενος διάδρομος και οι προβολές διαφανειών διευκολύνουν τις μεταβολές του τόπου και του χρόνου στη διαδοχή των σκηνών.
Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος αντλώντας στοιχεία από τη γνώριμη υποκριτική του υφολογία, πλάθει με σκηνική ευχέρεια τον εσωστρεφή, κλεισμένο σε βαθιά ψυχική απομόνωση και ιδιόρρυθμο γιατρό Ρόντιον. Η Κατερίνα Μαραγκού, αν και σε πολλές στιγμές κινείται συγκρατημένα, αναδεικνύει τον ζωηρό και ευπροσήγορο χαρακτήρα της Λύντια. Ωστόσο, ο τρόπος έκφρασης της ηθοποιού αποτυπώνει ισορροπημένα και το δραματικό υπόβαθρο του ρόλου, της μάνας δηλαδή που έχασε το γιο της στον πόλεμο.
Σε γενικές γραμμές, οι δυο έμπειροι και καταξιωμένοι ηθοποιοί παρόλο που παρασύρονται σε στυλιζαρισμένα ποζαρίσματα και αφήνονται σε κάποιες στιγμές στις τεχνικές «ευκολίες» τους, ανταποκρίνονται με άνεση και συνέπεια στους ρόλους τους. Απολαυστικά κωμική η σκηνή του Τσάρλεστον!
Καλαίσθητο και υποδειγματικά δομημένο το πρόγραμμα της παράστασης. Χρονολόγιο του συγγραφέα, ελληνική παραστασιογραφία, αποσπάσματα από κριτικές, σημείωμα του μεταφραστή, μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Αρμπούζωφ, το άρθρο της Άννας Στεπάνοβα από το περιοδικό «Εκκύκλημα» για το σοβιετικό δράμα, η ανάλυση του έργου από τη φιλόλογο Τάνια Ραχματούλινα και το δοκίμιο του θεατρολόγου Κωνσταντίνου Κυριακού γύρω από τις σχέσεις ελληνικής σκηνής και σοβιετικής δραματουργίας, πλούσιο ενημερωτικό υλικό για το θεατρόφιλο κοινό. Θα ταίριαζε, ωστόσο, μια πιο ζωηρή εικόνα στη θέση του μονόχρωμου εξωφύλλου.
Στο σύνολό της, μια παράσταση που θα αγγίξει με την ευαισθησία της, τις μεγαλύτερες ηλικίες και θα ικανοποιήσει με την ποιότητα της, τους σταθερούς αναγνώστες της στήλης.

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Φθινοπωρινή Ιστορία» του Αλεξέι Αρμπούζωφ
Απόδοση : Ερρίκος Μπελιές
Σκηνοθεσία : Ιωάννα Μιχαλακοπούλου
Σκηνικά – Κοστούμια : Γιώργος Πάτσας
Φωτισμοί : Νίκος Καβουκίδης
Μουσική : Ευανθία Ρεμπούτσικα
Τους ρόλους ερμηνεύουν η Κατερίνα Μαραγκού και ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος

ΘΕΑΤΡΟ ΑΛΜΑ
Αγίου Κωνσταντίνου και Ακομινάτου 15 – 17, τηλ. 210 52 20 100
Τετάρτη – Κυριακή 19.00, Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο 21.00