Η δραματουργία του Φιλίπ Μινιανά στηρίζεται εν πολλοίς στις
«μεταμφιέσεις» των λέξεων και στην αναζήτηση νέων τεχνικών αφήγησης. Σε κάθε
έργο του ο Γάλλος συγγραφέας έρχεται σε αναμέτρηση με μια διαφορετική φόρμα τα
όρια της οποίας ερευνά και διευρύνει καταλήγοντας πολλές φορές στις εκφράσεις
του έκκεντρου, του παράδοξου και του ανολοκλήρωτου νοήματος. Ο Μινιανά
«βασανίζει» τη λέξη και τη φράση, συνθέτει και αποσυνθέτει, δομεί και
κατακερματίζει, εστιάζοντας πάντα στην ποιότητα της διατύπωσης. Άλλωστε, η όψη
των γραπτών κειμένων του βρίθει σημείων που ενθαρρύνουν τον εκάστοτε σκηνοθέτη
να εικονογραφήσει ποικιλοτρόπως τη δράση: απουσία ή κατάχρηση στίξης, χρήση
κεφαλαίων γραμμάτων, παραθέματα, διάλογοι που αλληλοκαλύπτονται, σχολιασμός
φωτογραφιών, τεχνική του κολλάζ, ανάμειξη προφορικού-γραπτού λόγου, εφεύρεση
λέξεων και ήχων κτλ.
Στο διακειμενικής υφής έργο με
το χαρακτηριστικό τίτλο «Η Μικρή στο
Σκοτεινό Δάσος» (2007), ο συγγραφέας επανεγγράφει τον μύθο του Πρόκνη και
της Φιλομήλας, από τις «Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου (Βιβλίο VI, 411-680), συνθέτοντας ένα παραμυθένιο αφηγηματικό
ποίημα που εκτυλίσσεται σε ουδέτερο χώρο και απροσδιόριστο χρόνο. Εξάλλου, στην
καινούργια αυτή εκδοχή, τα πρόσωπα δεν έχουν ονόματα αλλά ιδιότητες: ο νεαρός
βασιλιάς, η μικρή και η βασίλισσα. Η ιστορία ξεδιπλώνεται σε δεκατρείς εικόνες (σαν
αυτόνομα πεζά ποιήματα) που δεν έχουν διαλογική μορφή αλλά είναι γραμμένες σε
ελεύθερο στίχο, με αφηγηματική διατύπωση των σκηνικών οδηγιών (π.χ. «Ρωτά η
μικρή», «Λέει ο νεαρός Βασιλιάς»). Ο Μινιανά διηγείται με εξονυχιστική ακρίβεια
τα περιστατικά της πλοκής σε μια
σκοτεινή, πυκνή ποιητική γλώσσα που αποτυπώνει το αποτρόπαιο των πράξεων με
σπαρακτική τρυφερότητα (Ο νεαρός βασιλιάς ερωτεύεται την αδελφή της βασίλισσας,
εκείνη δεν ενδίδει, της κόβει τη γλώσσα, στη συνέχεια οι δύο γυναίκες
καταστρώνουν εκδίκηση, σκοτώνουν τον γιο του βασιλιά και του τον σερβίρουν για
γεύμα. Στο τέλος μεταμορφώνονται όλοι σε πουλιά.)
Το έργο προσφέρεται για μια
εικονολατρική σκηνοθεσία που θα αποθεώσει το γκροτέσκο και το μακάβριο μέσα από
κινηματογραφικά πλάνα απαράμιλλης αισθητικής κάνοντας τον θεατή να νοιώσει
μέρος μιας εφιαλτικής τελετουργίας που αναστατώνει τις αισθήσεις. Η multimedia performance του Παντελή Δεντάκη
αναδεικνύει στην εντέλεια τον κειμενικό μικρόκοσμο του Φιλίπ Μινιανά ενορχηστρώνοντας υποδειγματικά τη διαλεκτική λόγου
και εικόνας. Η παράσταση απογειώνει τη θεαματικότητα δημιουργώντας μια
μυσταγωγική, θα λέγαμε, ατμόσφαιρα που είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς με
λέξεις. Ο σκηνοθέτης παρουσιάζει αντιστικτικά ένα μικρόκοσμο και ένα μακρόκοσμο
μέσα από τη σκηνική εγκατάσταση του Νίκου
Δεντάκη. Στη μέση της σκηνής, μια μικρή οθόνη, στο βάθος μια
κινηματογραφική. Τα μικρά γλυπτά που φιλοτέχνησε η Κλειώ Γκιζελή κινούνται από τους ηθοποιούς πάνω στο μικρό τραπέζι σαν
μαριονέτες και η αναπαράστασή τους από την κάμερα μεγεθύνει τις σημαίνουσες
εκφράσεις και κινήσεις τους. Το video art του Αποστόλη
Κουτσιανικούλη αποτελεί μια σύνθεση εικόνων και σκηνών που παραπέμπουν στα
κινούμενα σχέδια, στα παιχνίδια εικονικής πραγματικότητας και σε φυσικά τοπία
που αναπαριστούν όψεις του φαντασιακού. Οι μουσικές συνθέσεις του Σταύρου Γασπαράτου (σε συνεργασία με
τον Γιώργο Μιζήθρα) ενισχύουν το
στοιχείο του τρόμου μιας νοσηρής περιβάλλουσας ατμόσφαιρας που οριοθετούν από
την έναρξη του θεάματος οι φωτισμοί του Σάκη
Μπιρμπίλη βυθίζοντας την αίθουσα στο σκοτάδι. Όρθιοι, σε δύο αντιμέτωπα
μικρόφωνα, μαυροντυμένοι (κοστούμια: Κική
Γραμματικοπούλου), οι δυο ηθοποιοί αποδίδουν με εξαιρετική εκφραστικότητα
τα πάθη και τα παθήματα των ηρώων. Ο Πολύδωρος
Βογιατζής και η Κατερίνα
Λούβαρη-Φασόη αποτελούν δίδυμο υποκριτικών δυνάμεων συγκοινωνούντων δοχείων
με άριστη σκηνική ενάργεια.
Τη μετάφραση του έργου από την Δήμητρα Κονδυλάκη μπορεί κανείς να
διαβάσει στον πέμπτο τόμο «Νέο Γαλλικό Θέατρο» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις
«Άγρα». Πρέπει τέλος να σημειώσουμε ότι το θέατρο του Μινιανά είναι άγνωστο
ακόμη στο ελληνικό κοινό. Έχουν παρουσιαστεί μόνο «Οι Πολεμιστές» (1993) στον
Άδειο Χώρο της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, από την Ομάδα
«Παράλληλοι», σε μετάφραση Ιωάννας Μαμακούκα και σκηνοθεσία Ηλία Κουντή, τον
Απρίλιο του 2000.