Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2024

«Roberto Zucco» του Bernard-Marie Koltès από την Εταιρεία Θεάτρου Monks στο Θέατρο ΠΛΥΦΑ

 


     Η δραματουργία του Κολτές απηχεί τη βασική συντεταγμένη του σύγχρονου συγκρουσιακού περιβάλλοντος της καθημερινότητας. Ο ήρωας του Γάλλου συγγραφέα είναι πάντα αντιμέτωπος με τον Άλλο, με τον απέναντι, ο οποίος ορίζεται εκ προοιμίου αντίπαλος. Η αντιπαλότητα και η πάλη σώμα με σώμα καθορίζουν τα επίπεδα συναλλαγής της παγκόσμιας κοινωνίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο κατά συρροή δολοφόνος Roberto Zucco παύει, από ένα σημείο και μετά, να θυμάται την ταυτότητά του, γίνεται, όπως όλοι οι υπόλοιποι ήρωες του έργου, ανώνυμος, δεν έχει πλέον ονοματεπώνυμο που να τον καθορίζει. Ο Κολτές προβλέπει και υπαινίσσεται την παγκοσμιοποίηση και την άνωθεν επιβαλλόμενη σύγκρουση και λύση. Στην τελευταία σκηνή του Roberto Zucco (1988), ο πρωταγωνιστής μυείται και μυεί στον Ζωροαστρισμό τελώντας την λειτουργία του Μίθρα. Ο Ήλιος δημιουργεί τις φωτοσκιάσεις σε ένα δράμα της ανθρωπότητας, το οποίο μόνο ο δραματουργός είναι σε θέση να διακρίνει στον ορίζοντα.




     Η νεανική ομάδα Monks, που έρχεται από τη Θεσσαλονίκη, «σκύβει» με ενθουσιασμό και ορμή πάνω στο έργο. Η σκηνοθεσία του Μιχάλη Σιώνα, ακολουθώντας τη μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη, εικονογραφεί με πιστότητα την αλληλουχία των σκηνών με ελάχιστα μέσα. Στην άκρη της σκηνής, οι ήχοι της ηλεκτρικής κιθάρας του Δημήτρη Καπετάνιου (μουσική: Θανάσης Παναγιωτόπουλος, Μιχάλης Σιώνας) σχολιάζουν, σε συνδυασμό με τους φωτισμούς του Γιώργου Μιχαλάκου, τις χωροχρονικές αλλαγές της δράσης. Μοναδικό σκηνικό αντικείμενο: ένα παγκάκι με πούπουλα. Η λιτή σκηνογραφία της Νίκης Αγγελίδου που υπογράφει και τα κοστούμια, λειτουργεί μετωνυμικά αφήνοντας άπλετο χώρο στην έκφραση των ηθοποιών. Πέντε ηθοποιοί εναλλάσσονται στους πολλαπλούς ρόλους. Έτσι, ο Ρομπέρτο, το Κοριτσάκι ή ο Αδερφός ερμηνεύονται από διαφορετικό ηθοποιό από σκηνή σε σκηνή, χωρίς να δημιουργηθεί σύγχυση. Η επιλογή αυτή αποκόβει το θεατρικό πρόσωπο από τη ρεαλιστική του απεικόνιση οδηγώντας στα μονοπάτια του συμβολισμού της ανωνυμίας, του απρόσωπου ή του κατακερματισμένου «εγώ» των ηρώων. Ο Δημήτρης Γαλανάκης, η Μυρσίνη Καρματζόγλου, ο Γιάννης Μαυρόπουλος, η Βικτώρια Παπαδοπούλου-Σισκοπούλου και ο Τάρικ Φλάιτι «συναρμολογούν» σε ευθεία τροχιά τις αλληγορικές, αντι-ηρωικές οντότητες του Κολτές, μέσα από γνώριμες κινήσεις που παραπέμπουν στα κοινωνικά στερεότυπα του περιθωρίου, όπως τα στιγματίζει η κυριαρχούσα και η καθεστηκυία ηθική.

     Η παράσταση θα παίζεται στο θέατρο ΠΛΥΦΑ έως 29 Νοεμβρίου 2024 και στη συνέχεια, θα παρουσιαστεί στη Βέροια (6 Δεκεμβρίου) και στη Λάρισα (13-14 Δεκεμβρίου).







Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024

«Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα» του Κωνσταντίνου Θεοτόκη από τη θεατρική ομάδα «Αυτή κι Αυτοί» στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης

 


     Σοσιαλιστής, ιδεολόγος και ονειροπόλος, ρωμαλέα φυσιογνωμία της δημοτικής μας πεζογραφίας, ο κερκυραίος Κωνσταντίνος Θεοτόκης (1872-1923) κατέθεσε στα έργα του τους οραματισμούς του για μια κοινωνία στηριγμένη πάνω σε καινούργιες βάσεις δικαιοσύνης και ευτυχίας για όλους. Το διήγημά του, Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα (1920), αναφέρεται στον έρωτα του χήρου Θωμά Καψάλη (Καραβέλας) για τη νεότερή του Μαρία, που είναι παντρεμένη με τον Γιάννη, τον αδελφό του Αργύρη. Πρόκειται για ένα αχαλίνωτο σαρκικό πάθος που θα οδηγήσει τον Καραβέλα στην ηθική εξαχρείωση, το έγκλημα και την αυτοκτονία. Δεινός ψυχογράφος, ο Θεοτόκης κατορθώνει μέσα από δυνατές εικόνες να αποκαλύψει τις ενδόμυχες σκέψεις των προσώπων και η παραστατικότητά του λόγου του καθιστά τον αναγνώστη αυτόπτη μάρτυρα των περιγραφών του.




     Η θεατρική εκδοχή της ομάδας «Αυτή κι Αυτοί», προϊόν ενδελεχούς έρευνας/σπουδής στο λογοτεχνικό κείμενο, προτείνει μια ευφάνταστη, πολυμεσική ανάγνωση με πρωταγωνιστές τη σωματική έκφραση και τη μουσική επένδυση του λόγου. Οι προσεκτικές επιλογές της δραματουργικής επεξεργασίας του Σπύρου Αναστασίνη αναδεικνύουν το πνεύμα του κειμένου εκσυγχρονίζοντας ευθύβολα το γλωσσικό του ύφος με στόχο την ισχυροποίηση μιας διαλεκτικής σχέσεως ανάμεσα στον συγγραφέα και τον ακροατή/θεατή.




     Η σκηνοθεσία του Αντρέα Ψύλλια στοιχειοθετεί τα κομβικά σημεία της εξελικτικής διαδρομής του ήρωα με σκηνικό εργαλείο το χώμα. Η εκστατική πολλαπλή χρήση του και οι σημασιολογικές του αποχρώσεις αποκαλύπτονται καθ’ όλη τη διάρκεια της επιτέλεσης μέσα από «σκοτεινές» δράσεις ισχυρής έντασης. Οι ηθοποιοί πασαλείβονται και κυλιούνται κυριολεκτικά μέσα στα χώματα του σκηνικού της Αλεξάνδρας Μπαρή με εύρυθμες τελετουργικές χορογραφίες (κίνηση: Αφροδίτη Καλαφάτη), υπό τις μελωδίες και τους στίχους που εκτελούν και ερμηνεύουν ζωντανά επί σκηνής η Ελένη Αληφραγκή (σύνθεση-πιάνο) και ο Βαγγέλης Σταθόπουλος (ηλεκτρική κιθάρα). Τα χώματα και οι λάσπες αποτυπώνουν συνειρμικά την έκφραση του κακού στα κίνητρα και ευρύτερα στον ψυχισμό των προσώπων που συχνά λησμονούν πως είναι εφήμερα πλάσματα. Οι καίριες εναλλαγές των φωτισμών του Γιάννη Καραλιά ενισχύουν το νοσηρό τοπίο υπογραμμίζοντας την τελική πτώση του Καραβέλα. Άξια μνείας τα κοστούμια της Αλεξάνδρας Μπαρή με ελληνικά παραδοσιακά σχέδια-σύμβολα από την Κέρκυρα.




     Υποδειγματική η ομαδική σύμπλευση των ηθοποιών που εναλλάσσονται στην αφήγηση και στην ερμηνεία των ρόλων. Η Τερέζα Καζιτόρη, ο Σπύρος  Αναστασίνης, ο Αλεξανδρος Παυλίδης, η Ηρώ Κόκκινου, η Γεωργία Σωτηριανάκου και ο Πάνος Μαλικούρτης δίνουν σάρκα και οστά στα υπόγεια ρεύματα που συνδέουν διανοητικά και συγκινησιακά τον Θεοτόκη με τον Άνθρωπο του 21ου αιώνα. Το δούναι και λαβείν ανάμεσά τους ανάγεται σε πράξη επικοινωνίας συγκοινωνούντων δοχείων σε μια βιωματική εμπειρία κάθαρσης που αναστατώνει τις αισθήσεις.   






Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024

«Γιοσίρου Γιαμαγκούσι» του Γιάννη Κεντρωτά στο Θέατρο Olvio

 


     Τα θεατρικά πρόσωπα του Γιάννη Κεντρωτά υποστηρίζουν σθεναρά τη δική τους προσωπική αλήθεια ακόμη κι όταν όλοι και όλα γύρω τους την ανατρέπουν. Στροβιλίζονται ιλιγγιωδώς ανάμεσα στο είναι και το φαίνεσθαι, το μυστικό και την απάτη αλλά το «ψέμα» τους είναι η σανίδα σωτηρίας τους, ο μοναδικός τρόπος τους να επιβιώσουν… Αν έπρεπε οπωσδήποτε να δώσουμε ένα χαρακτηρισμό στο νέο έργο του Έλληνα συγγραφέα, Γιοσίρου Γιαμαγκούσι, δεν θα δίσταζα να το αποκαλέσω «υπαρξιακό» θρίλερ με… κωμικές πινελιές!




     Πιστεύοντας ακράδαντα τις αφηγήσεις της νεκρής μητέρας του, ο Γιοσίρου Γιαμαγκούσι αναζητά τον «Ιάπωνα» πατέρα του στη Λακκοσπηλιά. Ψάχνοντας απαντήσεις σε επώδυνα ερωτήματα, η πραγματικότητα θα τον φέρει αντιμέτωπο με μια τρομακτική αλήθεια που κανείς δεν θέλει να αποδεχθεί. Η γυναίκα είχε μιλήσει με τρυφερότητα τόσο για τον άνδρα που την εγκατέλειψε με ένα μωρό στην αγκαλιά όσο και για ένα χωριό όπου η ζωή είναι ωραία και οι άνθρωποι καλοί. Πικρός λόγος δεν είχε βγει από τα χείλη της και για όλα είχε μια δικαιολογία. Είχε κατασκευάσει το ιδανικό πορτρέτο. Το αφήγημά της δημιουργεί στον Γιοσίρου υψηλές προσδοκίες για την πολυπόθητη συνάντηση. Η άφιξή του όμως στον μυστηριώδη τόπο και η επαφή του με τους κατοίκους θα ανατρέψει σταδιακά την εικόνα που είχε σχηματίσει. Ο κόσμος του καταρρέει. Η πραγματικότητα είναι εφιαλτική. Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται σε αυτή την κόλαση που τη νόμιζε για παράδεισο. Ποιος είναι στα αλήθεια ο πατέρας του; Ποιος είναι ο ίδιος και ποια η σχέση του με τις αλλόκοτες φιγούρες που συναντά;




     Η σκηνοθεσία του Μιχάλη Κοιλάκου αναδεικνύει τη νοσηρή ατμόσφαιρα του έργου σπέρνοντας την αμφιβολία και καλλιεργώντας το σασπένς. Άλλωστε, τα σκηνικά της Άννας Σάπκα και της Μαργαρίτας Τζαννέτου σε συνδυασμό με τα κοστούμια της Ιφιγένειας Νταουντάκη, αποτυπώνουν το έκκεντρο περιβάλλον της συνυπάρξεως προσώπων και πραγμάτων. Ο σκηνικός χώρος, μέσα από το «μπαρόκ» της συλλήψεώς του, ακροβατεί ανάμεσα στην ωμή απεικόνιση της πραγματικότητας και την ονειροφαντασία. Η πρωτότυπη μουσική του Βασίλη Τζαβάρα, η κίνηση της Δήμητρας Ευθυμιοπούλου και οι καίριες εναλλαγές των φωτισμών του Γιώργου Αγιαννίτη υπογραμμίζουν με οξυδέρκεια την εξέλιξη της πλοκής και την παθολογία των ηρώων.




     Οι ερμηνείες των ηθοποιών διαχειρίζονται επιδέξια τις κωμικές αποχρώσεις του δραματικού έργου αποφεύγοντας τη γραφικότητα του μελό και φλερτάροντας με το γκροτέσκο αν όχι το μακάβριο. Ο Ελισσαίος Βλάχος ενσαρκώνει με γλαφυρότητα και κινήσεις ακρίβειας το συγκρουσιακό φάσμα του Γιοσίρου στο παιχνίδι της απάτης με αφτιασίδωτη αθωότητα. Η Χαρά Δημητριάδη ακολουθεί ευθύβολα μία εκφορά του υπέρμετρου για να αποδώσει την τραυματισμένη ψυχοσύνθεση της κατοίκου. Ως αστυνομικός, ο Σήφης Πολυζωΐδης οδηγεί με ενάργεια τον θεατή στο συμπλεγματικό status quo του ήρωα κινώντας του τις υποψίες για το τι πραγματικά συμβαίνει. Μαζί με τον Φοίβο Συμεωνίδη που πλάθει μια έξοχη διεμφυλική περσόνα, δημιουργούν ένα υποκριτικό δίδυμο υψηλής δυναμικής που έφερε στο νου μου αλλόκοτες θεατρικές φιγούρες του Αρραμπάλ και του Κοπί. Τη διανομή συμπληρώνει η απόκοσμη φιγούρα της μητέρας που ερμηνεύει με σκοτεινό οίστρο η Μαρία Μπαλούτσου.








Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

«Σπυριδούλες» της Νεφέλης Μαϊστράλη από την ομάδα 4Frontal στο Θέατρο «Τζένη Καρέζη»

 


«Κορίτσια Δώδεκα χρονώ, παιδιά του κόσμου όλου

Που σας βιάσαν την ψυχή άνθρωποι του διαβόλου.

Πάρτε στα χέρια το σπαθί, βγάλτε φωνή, φωνάξτε

Να δικαστούν οι ένοχοι και τα νερά ταράξτε.

Λευτερωθείτε απ’ τη σκλαβιά και τα νερά ταράξτε.»

 

     Είτε δημιουργούν σε συγκεκριμένη «σχολή» είτε ασυνειδήτως, οι συγγραφείς δείχνουν τον Άνθρωπο αντιμέτωπο με υπερφυσικές δυνάμεις, με συνανθρώπους του ή με δυνάμεις αντιστάσεως που προέρχονται από τον ίδιο. Ολόκληρη εν τέλει η δραματουργική παραγωγή, από καταβολής κόσμου, στηρίζεται στο «νέο» έργο μέσα στο οποίο εμφανίζεται μία κοσμοαντιλήψη χαρακτηριστική των κοινωνικών δεδομένων που παράγουν πολιτισμό. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, η θέση της γυναίκας, οι κοινωνικές ανισότητες και αδικίες, οι ταξικοί διαχωρισμοί βρίσκονται, μεταξύ άλλων, στο επίκεντρο του θεατρικού μικροκόσμου της Νεφέλης Μαϊστράλη. Όλα της τα έργα (Αριστερόχειρες, Πόθεν Έσχες, Κακούργα Πεθέρα) ηχούν σαν μια διαρκής πρόσκληση/υπενθύμιση για επανάσταση, σαν ένα σύγχρονο Εμπρός της γης οι κολασμένοι…, που μας καλεί να υψώσουμε τη γροθιά!




     Η αληθινή ιστορία της Σπυριδούλας, ανήλικης υπηρέτριας που σιδερώθηκε από τα αφεντικά της, αποτελεί την πρώτη ύλη για ένα πρωτότυπο θεατρικό έργο που μετατρέπει το εξέχον συμβάν σε σύμβολο. Με υλικό από αυθεντικές μαρτυρίες γυναικών που μιλούν ανοιχτά για τις αντίξοες συνθήκες εργασίας και την κακοποίηση που δέχθηκαν ως εργαζόμενες, η συγγραφέας παράγει έναν προτρεπτικό επαναστατικό λόγο. Με βαριά εγκαύματα στο νοσοκομείο, η Σπυριδούλα έσπασε τον «νόμο» της αποσιώπησης της βίας και τόλμησε να αρθρώσει τον λόγο της αλήθειας, να υψώσει το ανάστημά της απέναντι στον κόσμο της αδικίας, έναν πανίσχυρο κόσμο έτοιμο να την κατασπαράξει. Μόνο που τώρα η Σπυριδούλα δεν είναι μόνη. Τώρα η φωνή της δεν είναι αδύναμη. Όλες οι Σπυριδούλες του κόσμου (που δεν είναι ούτε δούλες ούτε κυρές) είναι σήμερα πιασμένες από το χέρι και ενωμένες δίνουν τη μάχη ενάντια στις αντιξοότητες του σκληρού καπιταλιστικού συστήματος και τα ισχυρά κατάλοιπα της πατριαρχικής κοινωνίας.




     Οι Σπυριδούλες (2023) ακολουθούν τη δομή της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας (Πρόλογος, Πάροδος, Επεισόδια, Στάσιμα, Παράβαση, Έξοδος), συγγενεύουν παράλληλα με την αποστασιοποίηση του Μπρεχτ και ενσωματώνουν τάσεις του μοντέρνου θεάτρου παράγοντας πρόσωπα-φορείς ιδεών που συνδέουν ευθύβολα το εκεί και τότε με το εδώ και τώρα. Πρωταγωνιστής, ο Χορός των Σπυριδούλων, ένα άδον σώμα, η φωνή όλων των γυναικών παγκοσμίως που εργάζονται στην καθαριότητα. Άλλωστε, σε αυτές αφιερώνει το έργο της η ταλαντούχα συγγραφέας. Στην πλούσια διακειμενική αυτή σύνθεση, κάθε λέξη είναι σημασιολογικά φορτισμένη και κάθε αναφορά επιδιώκει να υπογραμμίσει το βάρος των δεινών που υφίσταται ο αδύναμος. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η γεμάτη αγανάκτηση, οργή και αποστροφή, προσευχή των Σπυριδούλων στο Τρίτο Στάσιμο και η παρέμβαση μιας ηθοποιού που αποσπάται από τον Χορό και απευθύνεται με καυστικό χιούμορ στο κοινό, κατά τη διάρκεια της Παράβασης, κάνοντας μια σύνδεση με τις σύγχρονες Σπυριδούλες και τις παράλογες απαιτήσεις των αφεντικών τους που συχνά ξεχνούν να τις κολλούν τα ένσημα.




     Η σκηνοθεσία των Θανάση Ζερίτη και Χάρη Κρεμμύδα αναδεικνύει τον λόγο και τις προθέσεις του κειμένου δημιουργώντας ένα μετα-κείμενο, επεκτείνοντας δηλαδή σχολιαστικά τις δράσεις των προσώπων του έργου διά μέσου του μηχανισμού της υποβολής που απορροφά και κυριεύει τον θεατή. Στην ιστορική σκηνή του θεάτρου Τζένη Καρέζη, το κοινό προσλαμβάνει το θεατρικό συμβάν συνειδητά και εμπλέκεται σε αυτό. Η ευαισθητοποίηση και ο προβληματισμός του κοινού επιτυγχάνονται άλλοτε με τη μαγεία της θεατρικής ψευδαίσθησης και άλλοτε με την ωμή, χωρίς περιστροφές, προβολή της αλήθειας.




     Το προσεγμένο και λειτουργικό σκηνικό της Γεωργίας Μπούρδα αποτελεί μεταφορά ενός πραγματικού χώρου, το πίσω μέρος ενός σπιτιού, που ανάγεται σε «αρένα» ταξικών αναμετρήσεων με ιστορικοκοινωνικά συμφραζόμενα. Μαζί με τα κοστούμια που επιμελείται η ίδια, δημιουργείται μια νέα ποιητική πραγματικότητα που ενισχύει τη θεατρικότητα χωρίς να ωραιοποιεί τις καταστάσεις. Στο αποτέλεσμα συμβάλλουν δραστικά η μουσική των Θραξ Πανκc, η κίνηση του Πάνου Τοψίδη και οι καίριοι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη.




     Επτά ηθοποιοί δημιουργούν μια συλλογικότητα που ερμηνεύει τα πρόσωπα και τον χορό άλλοτε με συναισθηματική ταύτιση και άλλοτε με κριτική απόσταση. Η Ελένη Βλάχου, ο Σταύρος Γιαννουλάδης, ο Τάσος Δημητρόπουλος, η Αργυρώ Θεοδωράκη, η Κατερίνα Λάττα, η Αριστέα Σταφυλαράκη και η Ελένη Τσιμπρικίδου προσεγγίζουν με σκηνική ενάργεια τη λειτουργία των ρόλων τους και την πολλαπλότητα της φωνής που βγαίνει από το πλήθος. Με καθαρότητα στη λεκτική εκφορά και με αποφασιστικές κινήσεις οι ηθοποιοί κατορθώνουν να «δέσουν» αρμονικά ως καλλιτεχνικό σύνολο.

     Το θεατρικό έργο της Νεφέλης Μαϊστράλη, η οποία υπογράφει και τους στίχους, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.




Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2024

«Αποσύμπλεξη» του Ρεμί ντε Βος στο Θέατρο «NOUS»

 

   



  Οι συγγραφείς θέλουν συχνά να χωρέσουν σ’ ένα κομμάτι χαρτί την απεραντοσύνη του κόσμου υιοθετώντας ένα δηκτικό, καταγγελτικό και συνήθως βροντερό λόγο χωρίς περιστροφές. Γραμμένο με νεανική παρόρμηση, με λέξεις-σφυριά (κραυγές οργής, αγανάκτησης και απόγνωσης), το πρώτο θεατρικό έργο του Ρεμί ντε Βος, με τον χαρακτηριστικό τίτλο Débrayage (1994), προτρέπει ξεκάθαρα τον αναγνώστη/ακροατή/θεατή να αντιδράσει, να σηκώσει ψηλά τη γροθιά της αντίστασης, να δώσει το σύνθημα για μια εξέγερση με πρώτη ύλη τον καθημερινό προσωπικό του Γολγοθά. Ο δραματουργός συμμερίζεται τον δισταγμό του φοβισμένου και υποταγμένου πολίτη. Πώς να κάνει απεργία; Πώς να αντιταχθεί στην αδικία και πώς εντέλει να επαναστατήσει όταν έχει παιδιά, δάνεια, υποχρεώσεις;




     Στα δεκατρία αριθμημένα αυτόνομα στιγμιότυπα του Γάλλου συγγραφέα (δεν έχει σημασία με ποια σειρά θα παιχθούν) παρελαύνουν οικείες ανθρώπινες φιγούρες που κατοικούν στον σύγχρονο κόσμο και διεκδικούν μια θέση στον ήλιο, αληθινή ζωή και όχι επιβίωση. Ένα σκηνικό δοκίμιο για τον ρόλο της εξουσίας στις ανθρώπινες σχέσεις που έρχονται σε καθημερινή αναμέτρηση. Στο κρεβάτι, στο γραφείο, στον δρόμο… Ένας πικρός σκεπτικισμός για τον «θρίαμβο της χυδαιότητας του χρήματος, του μοδάτου, της ψεύτικης λάμψης, του δήθεν, της γκλαμουριάς, της ασχήμιας, της πορνογραφίας…»




     Ο Ρεμί ντε Βος δεν μασάει τα λόγια του. Μιλάει με σαφήνεια για την κοινωνική ανισότητα, την ανεργία, τον αθέμιτο ανταγωνισμό που επιβάλλει την κολακεία και τη ρουφιανιά, τα απάνθρωπα ωράρια και τις εξοντωτικές συνθήκες εργασίας στο ανελέητο καπιταλιστικό σύστημα όπου όλα μετριούνται με βάση το κέρδος. «Είναι απλό σαν εξίσωση: δεν έχεις πια λεφτά, δεν έχεις πια ζωή. Πες μου πόσα βγάζεις, να σου πω πόσα είσαι.»




     Ο Βασίλης Τριανταφύλλου αξιοποιεί και αναδεικνύει τον πλούσιο σημασιολογικό λόγο του Ρεμί ντε Βος δίνοντας έμφαση στην εναλλαγή της απεύθυνσης στον θεατή και της χρήσης του «τέταρτου τοίχου». Επιτυγχάνει έτσι την ισχυροποίηση μιας διαλεκτικής σχέσεως ανάμεσα στον συγγραφέα και το κοινό. Η εύρυθμη σκηνοθεσία του κ. Τριανταφύλλου περνάει αβίαστα από το ένα στιγμιότυπο στο άλλο προτείνοντας μια ευρηματική οπτικοακουστική γλώσσα: σημαίνουσες εικόνες (όπως η ερωτική πάλη των δύο άφυλων σωμάτων) και ήχους. Εύστοχη η προσθήκη των στίχων του Αζίζ Νεσίν (Σώπα, μη μιλάς) σε κομβικό σημείο της παράστασης.




     Ο καταιγισμός των εικόνων (video wall 3D artist: Μιχάλης Πάστρας) συμπληρώνει με κριτικό πνεύμα την αθέατη όψη των νοημάτων υπογραμμίζοντας έτι περαιτέρω τους ασφυκτικούς ρυθμούς στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις όπου ο χρόνος είναι χρήμα. Άλλωστε, η μουσική του Nikolas Gale ενορχηστρώνεται με τις εναλλαγές των καίριων φωτισμών του Γιώργου Αγιαννίτη που εστιάζουν στο αναμενόμενο συμβάν και κυρίως στην ανατροπή του για να λειτουργήσουν ως καταλύτες του συναισθήματος και ως κινητήριες δυνάμεις της δίνης του μυαλού.

 Οι ηθοποιοί Αλέξανδρος Δαβιλάς, Αλέξανδρος Θεοδωρόπουλος, Ευαγγελία Καλογιάννη, Εμμανουέλα Καρυτινού, Νίκη Κουτελιέρη, Μαρία Μπατή και Βασίλης Τριανταφύλλου μοιράζονται τα πρόσωπα δημιουργώντας χαρακτηριστική και ενιαία υφολογία με ομαδικό πνεύμα.

     Η εξαιρετική μετάφραση της Έρσης Βασιλικιώτη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ύψιλον.