Οι «Αχαρνείς», τρίτη κατά σειρά, μετά τους «Δαιταλείς» και τους «Βαβυλωνίους», αλλά πρώτη σωζόμενη κωμωδία του Αριστοφάνη, ανέβηκε στα Λήναια του 425 π.Χ. Ο εικοσάχρονος ποιητής παραδίδει ένα τολμηρό και ευρηματικό έργο εκφράζοντας τον ουτοπικό πόθο του για την ειρήνη και την κάθαρση της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Ο κεντρικός ήρωας, ο Δικαιόπολις, απελπισμένος από την αδιέξοδη πολιτική του πολέμου, αποφασίζει και συνάπτει ατομική ειρήνη με τους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους τους. Η πράξη του αυτή τον καθιστά αρχικά ύποπτο στους εχθρούς και εχθρό στους φίλους αλλά γρήγορα προσεταιρίζει τους Μενιδιάτες, οι οποίοι έχουν κάθε λόγο να παρουσιάζονται φιλέκδικοι και φιλοπόλεμοι. Η συμβολική εκπλήρωση της ουτοπίας και του πόθου επιτρέπει στον Αριστοφάνη να σηματοδοτήσει την απόσταση του ανέφικτου και του εφικτού, της ματαιότητας και της ελπίδας, της φαντασίας και της πραγματικότητας.
Σαν μουσική κωμωδία παρουσίασε το έργο το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος σε μετάφραση Κ. Χ. Μύρη, σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη και με πρωταγωνιστές τον πληθωρικό Σταμάτη Κραουνάκη που υπογράφει φυσικά και την μουσική, τον παλαίμαχο Κώστα Βουτσά σε μεγάλα κέφια και τον Γρηγόρη Βαλτινό σε μια απ’ τις καλύτερες ερμηνείες του.
Το θέαμα, ένας συνδυασμός πολλών και διαφορετικών ερεθισμάτων αντλημένων από χώρους που δεν συναρμόζουν απαραίτητα, αποτελεί μια αποθέωση σκηνικής παράνοιας. Στοιχεία εμπνευσμένα από διαφημίσεις, μνήμες από το ιστορικό παρελθόν της χώρας μας, θραύσματα από ελληνικές ταινίες, συνθήματα που απηχούν τις σεξουαλικές μας συνήθειες και την απόκρυφη ανατομία μας ζευγαρωμένα με χιουμοριστικές αναφορές στην επικείμενη οικονομική κρίση δημιουργούν ένα μωσαϊκό δράσεων που εμβολίζουν το έργο και διευρύνουν τη σκηνοθετική γραμμή, αναδεικνύοντας διαρκώς το πλουραλιστικό ταπεραμέντο του Σταμάτη Κραουνάκη ο οποίος με αφορμή τον Αριστοφάνη άδειασε επί σκηνής τους ασκούς της έμπνευσής του, αποτυπώνοντας τη σφραγίδα του στην παράσταση.
Με αφετηρία και άξονα τον ρόλο του Δικαιόπολι, οι ήρωες της αριστοφανικής κωμωδίας ενεργοποιούν μηχανισμούς έκρηξης σε όλα τα επίπεδα υπονομεύοντας τους εαυτούς τους, τον πόλεμο, την ηθική, την φιλοπατρία, την εξουσία, τις δράσεις, την σκηνική ισορροπία, ακόμα και το ίδιο το έργο, με εργαλείο το ανατρεπτικό ενίοτε αυθάδες χιούμορ κι αποτέλεσμα, ένα αχαλίνωτο ξεφάντωμα.
Ο ήρωας που αποφασίζει να έρθει σε σύγκρουση με την φιλοπόλεμη τάση της εξουσίας όχι μόνο από αγάπη στην ειρήνη αλλά και για να εξασφαλίσει τις απολαύσεις του βίου του, ανακηρύσσει τον εαυτό του ηγέτη ενός μικρού, ηδονόχαρου βασιλείου ενώ αποτελεί στην παράσταση αυτή το alter ego του πρωταγωνιστή που τον ενσαρκώνει με αβίαστο πάθος και ακαταπόνητη έμπνευση αναδεικνύοντας σε τέτοιο βαθμό την ύπαρξή του ώστε να εξαφανίζει σχεδόν κάθε άλλη δυναμική.
Έτσι όταν απομακρύνει κανείς την ομίχλη των άφθονων ευρημάτων έρχεται αντιμέτωπος με την ίδια την ανθρώπινη φύση σε ένα καθαρά αριστοφανικό πεδίο προβληματισμού και τα αποκεκαλυμμένα κίνητρα των αντιπάλων δυνάμεων προδίδουν την κοινή τους εγωπαθή φύση που επιδιώκει μία από τις πολλαπλές εκδοχές του προσωπικού κέρδους φθείροντας ανεπανόρθωτα τη συλλογικότητα και προκαλώντας έτσι τον επόμενο πόλεμο.
Στην αιχμή πολέμου και γιορτής κινείται άλλωστε η παράσταση ώστε εμπαίζοντας την τραγική συγκυρία μέσα από το κωμικό εύρημα, να την αποδυναμώσει. Και ιδανικά ο κύριος Κραουνάκης ως ένας σύγχρονος Δικαιόπολις επέβαλλε στο έργο και την παράσταση το δικό του επείγον ζητούμενο. Την αδιάλειπτη προβολή του.
Έξοχος στο ρόλο του Μεγαρίτη ο Κώστας Βουτσάς αναδεικνύει το σκοτεινό πρόσωπο της λαϊκότητας, ξεπουλώντας έμψυχα και άψυχα στο βωμό του κέρδους και φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με την δική μας ευθύνη απέναντι στο ξέσπασμα της όχι μόνο οικονομικής αλλά και κοινωνικής κρίσης.
Ο εξαιρετικός Λάμαχος του Γρηγόρη Βαλτινού ανέδειξε πτυχές του ρόλου ανεκμετάλλευτες όπως την αναγκαιότητα της ύπαρξής του και την συμβολική διάσταση της φιλοπόλεμης φύσης του.
Δεν κατάλαβα γιατί ο Ευριπίδης του Γιάννη Σιαμσιάρη παραπέμπει στη γνωστή τραγουδίστρια Μαρινέλλα. Πάντως η συνολική του εμφάνιση προκαλεί άφθονο γέλιο.
Στην αισθητική περιπλανώμενου θιάσου παραπέμπει το σκηνικό του Γιώργου Πάτσα, τα κοστούμια επιμελείται η Έρση Δρίνη, τις ζωηρές χορογραφίες ο Φωκάς Ευαγγελινός και τους καλοσχεδιασμένους φωτισμούς υπογράφει η Ελευθερία Ντεκώ.
Ο χορός (Ιορδάνης Αϊβάζογλου, Θεοδώρα Βουτσά, Νίκος Καπέλιος, Θανάσης Καραθανάσης, Γιάννης Καραούλης, Δημήτρης Κοντός, Νίκος Μαγδαληνός, Χρήστος Μουστάκας, Πάολα Μυλωνά, Τατιάνα Μύρκου, Χρήστος Νίνης, Χρίστος Νταρακτσής, Νίκος Ορτετζάτος, Βασίλης Παπαγεωργίου, Γιάννης Σιαμσιάρης, Μιχάλης Σιώνας, Πολυξένη Σπυροπούλου, Εύα Σωφρονίδου, Νίκος Τουρνάκης, Αλέξανδρος Τσακίρης, Γιάννης Χαρίσης, Κωνσταντίνος Χατζησάββας, Παρθένα Χοροζίδου) συνεισφέρει δυναμικά στο εκρηκτικό πνεύμα της παράστασης που καταχειροκροτήθηκε από το κοινό.
Ενδιαφέρον το πρόγραμμα της παραστάσεις με κείμενα στα ελληνικά και στα αγγλικά και τα βιογραφικά σημειώματα των συντελεστών. Στο σκηνοθετικό σημείωμα του Σωτήρη Χατζάκη διαβάζουμε μεταξύ άλλων : «Μια αίσθηση μετεωρισμού απομένει στο μεθεόρτιο τοπίο, ένα κοινό αίσθημα θολό και ζαλισμένο, όπως το παιδί του τέλους, με το μικρό βεγγαλικό του παγωτού και το πλαστικό σημαιάκι στα αμήχανα χέρια του. Και πάνω ψηλά στα πλακάτ της παράβασης ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης, ο Μακρυγιάννης, ο Θεόφιλος, ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Λαμπράκης, με το ανεξίτηλο σήμα της ειρήνης. Φωτεινά μετέωρα, κεράκια εφημερίας, που κρατούν αναμμένο τον πολυέλαιο του Έθνους. Λίγο πιο κάτω στα χώματα, συμπλεκόμενοι και διαπλεκόμενοι τραγικοί zanni μιας real politik, Βουλευτάκια της φακής, διαχειριστές της μπίζνας, του μεγάλου χρέους, Ελλάδα, Duty Free, αποικία».
Ο κεντρικός ήρωας, ο Δικαιόπολις, απελπισμένος από την αδιέξοδη πολιτική του πολέμου, αποφασίζει και συνάπτει ατομική ειρήνη με τους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους τους. Η πράξη του αυτή τον καθιστά αρχικά ύποπτο στους εχθρούς και εχθρό στους φίλους αλλά γρήγορα προσεταιρίζει τους Μενιδιάτες, οι οποίοι έχουν κάθε λόγο να παρουσιάζονται φιλέκδικοι και φιλοπόλεμοι. Η συμβολική εκπλήρωση της ουτοπίας και του πόθου επιτρέπει στον Αριστοφάνη να σηματοδοτήσει την απόσταση του ανέφικτου και του εφικτού, της ματαιότητας και της ελπίδας, της φαντασίας και της πραγματικότητας.
Σαν μουσική κωμωδία παρουσίασε το έργο το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος σε μετάφραση Κ. Χ. Μύρη, σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη και με πρωταγωνιστές τον πληθωρικό Σταμάτη Κραουνάκη που υπογράφει φυσικά και την μουσική, τον παλαίμαχο Κώστα Βουτσά σε μεγάλα κέφια και τον Γρηγόρη Βαλτινό σε μια απ’ τις καλύτερες ερμηνείες του.
Το θέαμα, ένας συνδυασμός πολλών και διαφορετικών ερεθισμάτων αντλημένων από χώρους που δεν συναρμόζουν απαραίτητα, αποτελεί μια αποθέωση σκηνικής παράνοιας. Στοιχεία εμπνευσμένα από διαφημίσεις, μνήμες από το ιστορικό παρελθόν της χώρας μας, θραύσματα από ελληνικές ταινίες, συνθήματα που απηχούν τις σεξουαλικές μας συνήθειες και την απόκρυφη ανατομία μας ζευγαρωμένα με χιουμοριστικές αναφορές στην επικείμενη οικονομική κρίση δημιουργούν ένα μωσαϊκό δράσεων που εμβολίζουν το έργο και διευρύνουν τη σκηνοθετική γραμμή, αναδεικνύοντας διαρκώς το πλουραλιστικό ταπεραμέντο του Σταμάτη Κραουνάκη ο οποίος με αφορμή τον Αριστοφάνη άδειασε επί σκηνής τους ασκούς της έμπνευσής του, αποτυπώνοντας τη σφραγίδα του στην παράσταση.
Με αφετηρία και άξονα τον ρόλο του Δικαιόπολι, οι ήρωες της αριστοφανικής κωμωδίας ενεργοποιούν μηχανισμούς έκρηξης σε όλα τα επίπεδα υπονομεύοντας τους εαυτούς τους, τον πόλεμο, την ηθική, την φιλοπατρία, την εξουσία, τις δράσεις, την σκηνική ισορροπία, ακόμα και το ίδιο το έργο, με εργαλείο το ανατρεπτικό ενίοτε αυθάδες χιούμορ κι αποτέλεσμα, ένα αχαλίνωτο ξεφάντωμα.
Ο ήρωας που αποφασίζει να έρθει σε σύγκρουση με την φιλοπόλεμη τάση της εξουσίας όχι μόνο από αγάπη στην ειρήνη αλλά και για να εξασφαλίσει τις απολαύσεις του βίου του, ανακηρύσσει τον εαυτό του ηγέτη ενός μικρού, ηδονόχαρου βασιλείου ενώ αποτελεί στην παράσταση αυτή το alter ego του πρωταγωνιστή που τον ενσαρκώνει με αβίαστο πάθος και ακαταπόνητη έμπνευση αναδεικνύοντας σε τέτοιο βαθμό την ύπαρξή του ώστε να εξαφανίζει σχεδόν κάθε άλλη δυναμική.
Έτσι όταν απομακρύνει κανείς την ομίχλη των άφθονων ευρημάτων έρχεται αντιμέτωπος με την ίδια την ανθρώπινη φύση σε ένα καθαρά αριστοφανικό πεδίο προβληματισμού και τα αποκεκαλυμμένα κίνητρα των αντιπάλων δυνάμεων προδίδουν την κοινή τους εγωπαθή φύση που επιδιώκει μία από τις πολλαπλές εκδοχές του προσωπικού κέρδους φθείροντας ανεπανόρθωτα τη συλλογικότητα και προκαλώντας έτσι τον επόμενο πόλεμο.
Στην αιχμή πολέμου και γιορτής κινείται άλλωστε η παράσταση ώστε εμπαίζοντας την τραγική συγκυρία μέσα από το κωμικό εύρημα, να την αποδυναμώσει. Και ιδανικά ο κύριος Κραουνάκης ως ένας σύγχρονος Δικαιόπολις επέβαλλε στο έργο και την παράσταση το δικό του επείγον ζητούμενο. Την αδιάλειπτη προβολή του.
Έξοχος στο ρόλο του Μεγαρίτη ο Κώστας Βουτσάς αναδεικνύει το σκοτεινό πρόσωπο της λαϊκότητας, ξεπουλώντας έμψυχα και άψυχα στο βωμό του κέρδους και φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με την δική μας ευθύνη απέναντι στο ξέσπασμα της όχι μόνο οικονομικής αλλά και κοινωνικής κρίσης.
Ο εξαιρετικός Λάμαχος του Γρηγόρη Βαλτινού ανέδειξε πτυχές του ρόλου ανεκμετάλλευτες όπως την αναγκαιότητα της ύπαρξής του και την συμβολική διάσταση της φιλοπόλεμης φύσης του.
Δεν κατάλαβα γιατί ο Ευριπίδης του Γιάννη Σιαμσιάρη παραπέμπει στη γνωστή τραγουδίστρια Μαρινέλλα. Πάντως η συνολική του εμφάνιση προκαλεί άφθονο γέλιο.
Στην αισθητική περιπλανώμενου θιάσου παραπέμπει το σκηνικό του Γιώργου Πάτσα, τα κοστούμια επιμελείται η Έρση Δρίνη, τις ζωηρές χορογραφίες ο Φωκάς Ευαγγελινός και τους καλοσχεδιασμένους φωτισμούς υπογράφει η Ελευθερία Ντεκώ.
Ο χορός (Ιορδάνης Αϊβάζογλου, Θεοδώρα Βουτσά, Νίκος Καπέλιος, Θανάσης Καραθανάσης, Γιάννης Καραούλης, Δημήτρης Κοντός, Νίκος Μαγδαληνός, Χρήστος Μουστάκας, Πάολα Μυλωνά, Τατιάνα Μύρκου, Χρήστος Νίνης, Χρίστος Νταρακτσής, Νίκος Ορτετζάτος, Βασίλης Παπαγεωργίου, Γιάννης Σιαμσιάρης, Μιχάλης Σιώνας, Πολυξένη Σπυροπούλου, Εύα Σωφρονίδου, Νίκος Τουρνάκης, Αλέξανδρος Τσακίρης, Γιάννης Χαρίσης, Κωνσταντίνος Χατζησάββας, Παρθένα Χοροζίδου) συνεισφέρει δυναμικά στο εκρηκτικό πνεύμα της παράστασης που καταχειροκροτήθηκε από το κοινό.
Ενδιαφέρον το πρόγραμμα της παραστάσεις με κείμενα στα ελληνικά και στα αγγλικά και τα βιογραφικά σημειώματα των συντελεστών. Στο σκηνοθετικό σημείωμα του Σωτήρη Χατζάκη διαβάζουμε μεταξύ άλλων : «Μια αίσθηση μετεωρισμού απομένει στο μεθεόρτιο τοπίο, ένα κοινό αίσθημα θολό και ζαλισμένο, όπως το παιδί του τέλους, με το μικρό βεγγαλικό του παγωτού και το πλαστικό σημαιάκι στα αμήχανα χέρια του. Και πάνω ψηλά στα πλακάτ της παράβασης ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης, ο Μακρυγιάννης, ο Θεόφιλος, ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Λαμπράκης, με το ανεξίτηλο σήμα της ειρήνης. Φωτεινά μετέωρα, κεράκια εφημερίας, που κρατούν αναμμένο τον πολυέλαιο του Έθνους. Λίγο πιο κάτω στα χώματα, συμπλεκόμενοι και διαπλεκόμενοι τραγικοί zanni μιας real politik, Βουλευτάκια της φακής, διαχειριστές της μπίζνας, του μεγάλου χρέους, Ελλάδα, Duty Free, αποικία».
1 σχόλιο:
Poly kalos o Sotiris Xantzakis. Fusika enooeitai pos o Kraounakis einai panta apextos kai akrws apolaystikos se oti ki an kanei. Eixe poly kefi kai o kosmos perase kala!
Δημοσίευση σχολίου