Σε μια
μονοσήμαντη ερώτηση – απορία που θα μπορούσε να απαντηθεί με μια λέξη, ένα
όνομα, ο Αμερικανός συγγραφέας John Pielmeier στήνει ένα δράμα πάνω στην αμφισβήτηση,
με τίτλο «Η Αγνή του Θεού» («Agnes of God», 1979). Η
απορία έγκειται στο ποιος κατέστησε έγκυο μια νεαρή μοναχή και εν συνεχεία
ποιος φόνευσε το βρέφος σ’ ένα καλάθι απορριμμάτων. Η έρευνα που διεξάγει η
διορισμένη ψυχίατρος στο μοναστήρι (με τη μέθοδο του εν υπνώσει συνειρμού)
ύστερα από αγωνιώδη έλεγχο, θα καταδείξει τον «φονέα», δεν θα καταλήξει όμως
στον πρωταίτιο, δηλαδή τον σπορέα του βρέφους. Ποιος είναι εκείνος που έχει
λεηλατήσει την παρθενία της νέας, χωρίς όμως και να το έχει «πράξει»;
Η αμφισβήτηση έγκειται ανάμεσα στην
παραπαίουσα επιστήμη και την πίστη στον Θεό. Ωστόσο δεν πρόκειται για μια
μονόπλευρη πάλη ανάμεσα στον θρησκευτικό σκοταδισμό και την εγκυρότητα των δεδομένων
της επιστήμης. Αφού και τα δύο αμφισβητούνται ή αποδεικνύονται ανεπαρκή για να
δώσουν απάντηση σ’ ένα ερώτημα, του οποίου η εγγενής δομή παραμένει άτεγκτη,
ιδρύοντας την αμφισημία ως πρωτουργό στον προβληματισμό. Πάντως η έρευνα της
ψυχιάτρου που εγκαινιάζει σκληρό διάλογο με την νέα μοναχή (η οποία έχει
ξενίσει σπόρο αγνώστου ανδρός στον κόλπο της) θα κατέληγε στην παραπομπή της
μητροκτόνου στη δικαιοσύνη. Το πρόβλημα παραμένει, όπως και η ενοχή που
υπερβαίνει την αλήθεια. Έτσι ενώ ο διάλογος είναι οξύς και ανατρεπτικός, κανείς
δεν μπορεί να δικάσει κανέναν. Η Αγνή του Θεού άραγε φόνευσε το ανεπιθύμητο
βρέφος; Ποιος όμως είναι ο πραγματικός θύτης; Ο σκοταδισμός ή μήπως η
ανεπάρκεια της επιστήμης ή η υπεροπλία της φύσης που έχει πειραματισθεί πάνω στην
αθωότητα;
Το έργο παρουσιάζεται σε μετάφραση της Άννας – Μαρίας Στεφαδούρου. Η
σκηνοθεσία της Μαριάννας Κοντούλη
φωτίζει όχι μόνο το εστιακό σημείο, αλλά το σύνολο των μορφών, των καταστάσεων,
των διαπλοκών και, κατά κύριο λόγο, τους έντονους προβληματισμούς των
δραματικών προσώπων με το απόλυτο αδιέξοδο. Η κυρία Κοντούλη στοιχειοθετεί τα
κομβικά γεγονότα σε υφολογία θρίλερ και προβάλλει την αναμονή μιας αιφνίδιας
ανατροπής ως θεμελιακό μοτίβο των συγκρουσιακών σχέσεων των ηρώων.
Καίριοι οι φωτισμοί του Αλέξανδρου Αλεξάνδρου υπογραμμίζουν τις
σκηνές που πρέπει να τονισθούν στο θεματικό – συγκινησιακό καθεστώς τους. Λιτό
και λειτουργικό, στα όρια ενός καλώς εννοούμενου μινιμαλισμού το σκηνικό της Αιμιλίας Κακουριώτη. Στο πνεύμα της
σκηνοθετικής ανάγνωσης τα κοστούμια της Γιώτας
Νικοδήμου και η μουσική του Αχιλλέα
Στέλιου.
Η Άννα
– Μαρία Στεφαδούρου (Δόκτωρ Μάρθα Λιβινγκστόουν) και η Ασπασία Μίχου (Ηγουμένη Μύριαμ Ρουθ) αποδίδουν με εκφραστική
ακρίβεια τα δεσπόζοντα χαρακτηριστικά των ρόλων τους και τον σκεπτικισμό μιας
σκληρής αναμέτρησης. Ως Αγνή, η Αλεξάνδρα
Μαρθαλαμάκη συγκινεί χάρη στην ανόθευτη ειλικρίνεια των συναισθημάτων που
καταθέτει κινούμενη ανάμεσα στη φυσική και γι’ αυτό αχαλίνωτη αθωότητα και στην
επίκτητη γι’ αυτό και πιο βασανιστική ενοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου