Για δεύτερη χρονιά συνεχίζονται οι παραστάσεις του έργου «Ο Σπιούνος των Βαλκανίων» του Σέρβου Ντούσαν Κοβάτσεβιτς, που παρουσιάζει ο Καλλιτεχνικός οργανισμός «Αλεξάνδρεια» στο θέατρο «Πολιτεία». Στην Ελλάδα, ο Ντούσαν Κοβάτσεβιτς είναι γνωστός ως σεναριογράφος των ταινιών του Εμίρ Κοστουρίτσα : «Underground» και «Ο Μπαμπάς λείπει σε ταξίδι για δουλειές». Θεατρικά του έργα που έχουν παρουσιαστεί στη χώρα μας είναι : «Ο Άγιος Γεώργιος σκοτώνει το δράκο» από το Εθνικό Θέατρο και «Ο Επαγγελματίας» -μια εφιαλτική πιραντελική σάτιρα της εξουσίας, ένα αμφίρροπο πινγκ-πονγκ αλλαγής ρόλων και εξαρτήσεων- από το ΔΗ. ΠΕ. ΘΕ Καλαμάτας, το Κ. Θ. Β. Ε και το Θέατρο Τέχνης.
«Ο Σπιούνος των Βαλκανίων» είναι μια ιλαροτραγωδία, ένα πολιτικό έργο ενάντια στο προ της πτώσης του υπαρκτού σοσιαλισμού σύστημα. Η συσσωρευμένη απογοήτευση, η συνειδησιακή εξόντωση και η απελπισία που βιώνουν οι ήρωες φέρνει στο μυαλό μας τις παραλογικές εκφάνσεις του θεατρικού μικρόκοσμου του Σλάβομιρ Μρόζεκ.
Θύμα των συνεπειών ενός διχασμού και προσηλωμένος στη σταλινική ιδεολογία ο Ηλίας Τσβόροβιτς φοβάται ότι θα κατηγορηθεί για συνωμοσία και ασυνέπεια απέναντι στην έννομη τάξη. Ο φόβος μετατρέπεται σταδιακά σε αρρωστημένη εμμονή και παράνοια καθώς ως αυτόκλητος σπιούνος θα παρακολουθήσει στενά και με υπερβάλλοντα ζήλο το νοικάρη και τον περίγυρο του παραμερίζοντας οικογενειακές υποχρεώσεις και προβαίνοντας σε σπατάλες για εξοπλισμό (μαγνητόφωνο, κιάλια, μηχάνημα προβολής διαφανειών) που θα επιστρατεύσει μαζί με το δίδυμο αδελφό του, προκειμένου ν’ αποδείξει την πολιτειακή του χρηστότητα και νομιμότητα. Οι ενέργειές του και ο ασφυκτικός κλοιός που στήνει κυρίως γύρω από τον εαυτό του θέτει σε κίνδυνο την εύθραυστη ψυχοσωματική του υγεία και τον οδηγεί σ’ ένα εφιαλτικό εφ’ όλης της ύλης ξέσπασμα που αδυνατεί να διακρίνει αθώους και φταίχτες. («Εμένα με φυλάκισαν για εκείνο που με ανάγκασαν να πιστεύω…γιατί φώναζα : Ζήτω ο Στάλιν και αδελφική ισότητα μεταξύ των ανθρώπων!»)
Με κινηματογραφική ματιά, η σκηνοθεσία του Νίκου Μπουσδούκου χειρίζεται με δεξιοτεχνία την κορύφωση των εντάσεων, ενώνει σε ισορροπημένες δόσεις το τραγικό με το κωμικό αποφεύγοντας τις ακρότητες και τους μελοδραματισμούς, αναδεικνύει τις μεταπτώσεις της ψυχολογίας των προσώπων ενώ σπέρνει αμφιβολίες για τον αδυσώπητο παραλογισμό κατασκοπείας και υπονόμευσης του υποτιθέμενου εχθρού. Ο εκφραστικός Βασίλης Βλάχος με το διαπεραστικό βλέμμα, στο ρόλο του Ηλία, αφήνει να διατρέξει η αμφιβολία και υπερασπίζεται τη συμπεριφορά του θολωμένου του νου, αναπτύσσοντας διεξοδικά εκτενή επιχειρηματολογία που, ίσως, τον δικαιώνει –ως ένα βαθμό- στα μάτια των θεατών. Στο πλευρό του, η Ουρανία Μπασλή (Ντάνιτσα), φροντίζει ως στοργική μητέρα και σύζυγος την ενότητα της οικογένειας της και ασυνείδητα συμβάλλει στην εξέλιξη των «ανοιχτών λογαριασμών» στην προσπάθεια της να εξισορροπήσει την τεταμένη κατάσταση. Στο ίδιο πνεύμα κινείται ως Σόνια, κόρη του Ηλία, η ταλαντούχα Δώρα Βουκελάτου που θα συνδεθεί με έναν απροσδιόριστης φύσης δεσμό με το νοικάρη Πέτρο Μάρκωφ, που ενσαρκώνει καίρια και με λιτή εκφραστικότητα ο Νίκος Γκεσούλης. Απολαυστική η ερμηνεία του Γιάννη Γλυμακόπουλου στο ρόλο του δίδυμου αδελφού του Ηλία, Τζούρα, που υποστηρίζει με νεύρο και διανθίζει με κωμικά στοιχεία.
Ρέουσα η μετάφραση της Γκάγκα Ρόσιτς, εύστοχες οι ενδυματολογικές επιλογές της Ματίνας Φραγκάκη ενώ τα παραδοσιακά τραγούδια της Γιουγκοσλαβίας και οι μουσικές επιλογές της Μάρως Θεοδωράκη παραπέμπουν στο κλίμα της εποχής. Ο σκηνικός χώρος που διαμόρφωσε η Λαμπρινή Καρδάρα αποτυπώνει τις εμμονές του ήρωα που κατασκοπεύει τις ζωές των άλλων από το ανοιχτό παράθυρο ενώ τα σκοινιά που κρέμονται γύρω-γύρω από το δωμάτιο διαμορφώνουν το περιβάλλον εγκλεισμού των φυλακών και μαζί με τους καίριους φωτισμούς του Δημήτρη Τσιούμα φορτίζουν συγκινησιακά την ατμόσφαιρα.
Σύμφωνα με την άποψη του φιλόλογου Κώστα Τσουραπούλη «η εφιαλτική σκιά του μεταβαλλόμενου από το διχασμό Στάλιν-Τίτο (1948) πολιτικού συστήματος με τα κατάλοιπα των μηχανισμών κατασκοπείας και των τραγικών συνεπειών του προσωπικού εγκλωβισμού της φυλακής, που άφησε στο πέρασμά του, λαμβάνει ξανά σάρκα και οστά μετά την ανάκριση που υφίσταται ο ήρωας από τις αρχές σχετικά με τον «ύποπτο» νοικοκύρη του. Οι παράλογοι μηχανισμοί της εξουσίας συμπλέκονται αρμονικά με τους μηχανισμούς ανάκλησής της και με υλικά τα τραυματικά βιώματα του παρελθόντος, δημιουργούν μια εκρηκτική παραλλαγή. Το σύστημα εξουσίας έρχεται και πάλι στο προσκήνιο ενσταλάζοντας στην ψυχή του Ηλία εμμονές και διαμορφώνει σταδιακά ώσπου να εδραιώσει, ένα καθεστώς καχυποψίας στα πλαίσια του οποίου ο κόσμος κατακλύζεται από προδότες. Αυτή η ψυχρή και παρανοϊκή θεώρηση του διχασμού σε καλούς και εχθρούς του συστήματος που στοίχισε το βασανισμό του Τσβόροβιτς μεταφέρεται και υιοθετείται πλέον από τον ίδιο στην οικογενειακή του εστία ως ένδειξη της μετάνοιάς του και προσπάθεια υπεράσπισης του προσωπικού χώρου, επιστρατεύοντας την ήδη παραδεδομένη στη μνήμη κατασκοπευτική του δράση. Ο συγγραφέας πλάθει, δηλαδή, έναν ήρωα που εξελικτικά αποκτά παράλογες προεκτάσεις. Ο Βασίλης Βλάχος διεκπεραιώνει αριστοτεχνικά τον παραπάνω τύπο υιοθετώντας με αυτοσαρκασμό, γλυκόπικρο χιούμορ, δραστικά χαμηλούς τόνους και, στο φινάλε, λυρικές και συγκινησιακές εξάρσεις, την πεμπτουσία μιας «συγκρατημένης» παράνοιας. Οι ισορροπημένες συνιστώσες του κωμικού και του τραγικού και η συνδρομή της αστυνομικής πλοκής οδηγούν σε μια πολιτική αλληγορία κωμικοτραγικής εξόδου : Το πολιτικό εκείνο σύστημα που καταρρακώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τραυματίζει την ψυχική ισορροπία των πολιτών μπορεί να μεταμορφωθεί σε ασφαλιστική δικλείδα προστασίας και αποκομμένο από τη βάση του, αφημένο στα χέρια μιας μικρής εστίας μπορεί να εκθρέψει φασιστικές μάζες».
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Ο Σπιούνος των Βαλκανίων» του Ντούσαν Κοβάτσεβιτς
Από την καλλιτεχνική εταιρεία «Αλεξάνδρεια»
Μετάφραση : Γκάγκα Ρόσιτς
Σκηνοθεσία : Νίκος Μπουσδούκος
Σκηνικά : Λαμπρινή Καρδάρα
Κοστούμια : Ματίνα Φραγκάκη
Μουσική : Μάρω Θεοδωράκη
Φωτισμοί : Δημήτρης Τσιούμας
Παίζουν : Βασίλης Βλάχος, Ουρανία Μπασλή, Νίκος Γκεσούλης, Δώρα Βουκελάτου και Γιάννης Γλυμακόπουλος.
ΘΕΑΤΡΟ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Σαρρή 40, Ψυρρή, τηλ. 210 33 10 665
Πέμπτη-Παρασκευή-Σάββατο 21. 00, Κυριακή 18. 30
«Ο Σπιούνος των Βαλκανίων» είναι μια ιλαροτραγωδία, ένα πολιτικό έργο ενάντια στο προ της πτώσης του υπαρκτού σοσιαλισμού σύστημα. Η συσσωρευμένη απογοήτευση, η συνειδησιακή εξόντωση και η απελπισία που βιώνουν οι ήρωες φέρνει στο μυαλό μας τις παραλογικές εκφάνσεις του θεατρικού μικρόκοσμου του Σλάβομιρ Μρόζεκ.
Θύμα των συνεπειών ενός διχασμού και προσηλωμένος στη σταλινική ιδεολογία ο Ηλίας Τσβόροβιτς φοβάται ότι θα κατηγορηθεί για συνωμοσία και ασυνέπεια απέναντι στην έννομη τάξη. Ο φόβος μετατρέπεται σταδιακά σε αρρωστημένη εμμονή και παράνοια καθώς ως αυτόκλητος σπιούνος θα παρακολουθήσει στενά και με υπερβάλλοντα ζήλο το νοικάρη και τον περίγυρο του παραμερίζοντας οικογενειακές υποχρεώσεις και προβαίνοντας σε σπατάλες για εξοπλισμό (μαγνητόφωνο, κιάλια, μηχάνημα προβολής διαφανειών) που θα επιστρατεύσει μαζί με το δίδυμο αδελφό του, προκειμένου ν’ αποδείξει την πολιτειακή του χρηστότητα και νομιμότητα. Οι ενέργειές του και ο ασφυκτικός κλοιός που στήνει κυρίως γύρω από τον εαυτό του θέτει σε κίνδυνο την εύθραυστη ψυχοσωματική του υγεία και τον οδηγεί σ’ ένα εφιαλτικό εφ’ όλης της ύλης ξέσπασμα που αδυνατεί να διακρίνει αθώους και φταίχτες. («Εμένα με φυλάκισαν για εκείνο που με ανάγκασαν να πιστεύω…γιατί φώναζα : Ζήτω ο Στάλιν και αδελφική ισότητα μεταξύ των ανθρώπων!»)
Με κινηματογραφική ματιά, η σκηνοθεσία του Νίκου Μπουσδούκου χειρίζεται με δεξιοτεχνία την κορύφωση των εντάσεων, ενώνει σε ισορροπημένες δόσεις το τραγικό με το κωμικό αποφεύγοντας τις ακρότητες και τους μελοδραματισμούς, αναδεικνύει τις μεταπτώσεις της ψυχολογίας των προσώπων ενώ σπέρνει αμφιβολίες για τον αδυσώπητο παραλογισμό κατασκοπείας και υπονόμευσης του υποτιθέμενου εχθρού. Ο εκφραστικός Βασίλης Βλάχος με το διαπεραστικό βλέμμα, στο ρόλο του Ηλία, αφήνει να διατρέξει η αμφιβολία και υπερασπίζεται τη συμπεριφορά του θολωμένου του νου, αναπτύσσοντας διεξοδικά εκτενή επιχειρηματολογία που, ίσως, τον δικαιώνει –ως ένα βαθμό- στα μάτια των θεατών. Στο πλευρό του, η Ουρανία Μπασλή (Ντάνιτσα), φροντίζει ως στοργική μητέρα και σύζυγος την ενότητα της οικογένειας της και ασυνείδητα συμβάλλει στην εξέλιξη των «ανοιχτών λογαριασμών» στην προσπάθεια της να εξισορροπήσει την τεταμένη κατάσταση. Στο ίδιο πνεύμα κινείται ως Σόνια, κόρη του Ηλία, η ταλαντούχα Δώρα Βουκελάτου που θα συνδεθεί με έναν απροσδιόριστης φύσης δεσμό με το νοικάρη Πέτρο Μάρκωφ, που ενσαρκώνει καίρια και με λιτή εκφραστικότητα ο Νίκος Γκεσούλης. Απολαυστική η ερμηνεία του Γιάννη Γλυμακόπουλου στο ρόλο του δίδυμου αδελφού του Ηλία, Τζούρα, που υποστηρίζει με νεύρο και διανθίζει με κωμικά στοιχεία.
Ρέουσα η μετάφραση της Γκάγκα Ρόσιτς, εύστοχες οι ενδυματολογικές επιλογές της Ματίνας Φραγκάκη ενώ τα παραδοσιακά τραγούδια της Γιουγκοσλαβίας και οι μουσικές επιλογές της Μάρως Θεοδωράκη παραπέμπουν στο κλίμα της εποχής. Ο σκηνικός χώρος που διαμόρφωσε η Λαμπρινή Καρδάρα αποτυπώνει τις εμμονές του ήρωα που κατασκοπεύει τις ζωές των άλλων από το ανοιχτό παράθυρο ενώ τα σκοινιά που κρέμονται γύρω-γύρω από το δωμάτιο διαμορφώνουν το περιβάλλον εγκλεισμού των φυλακών και μαζί με τους καίριους φωτισμούς του Δημήτρη Τσιούμα φορτίζουν συγκινησιακά την ατμόσφαιρα.
Σύμφωνα με την άποψη του φιλόλογου Κώστα Τσουραπούλη «η εφιαλτική σκιά του μεταβαλλόμενου από το διχασμό Στάλιν-Τίτο (1948) πολιτικού συστήματος με τα κατάλοιπα των μηχανισμών κατασκοπείας και των τραγικών συνεπειών του προσωπικού εγκλωβισμού της φυλακής, που άφησε στο πέρασμά του, λαμβάνει ξανά σάρκα και οστά μετά την ανάκριση που υφίσταται ο ήρωας από τις αρχές σχετικά με τον «ύποπτο» νοικοκύρη του. Οι παράλογοι μηχανισμοί της εξουσίας συμπλέκονται αρμονικά με τους μηχανισμούς ανάκλησής της και με υλικά τα τραυματικά βιώματα του παρελθόντος, δημιουργούν μια εκρηκτική παραλλαγή. Το σύστημα εξουσίας έρχεται και πάλι στο προσκήνιο ενσταλάζοντας στην ψυχή του Ηλία εμμονές και διαμορφώνει σταδιακά ώσπου να εδραιώσει, ένα καθεστώς καχυποψίας στα πλαίσια του οποίου ο κόσμος κατακλύζεται από προδότες. Αυτή η ψυχρή και παρανοϊκή θεώρηση του διχασμού σε καλούς και εχθρούς του συστήματος που στοίχισε το βασανισμό του Τσβόροβιτς μεταφέρεται και υιοθετείται πλέον από τον ίδιο στην οικογενειακή του εστία ως ένδειξη της μετάνοιάς του και προσπάθεια υπεράσπισης του προσωπικού χώρου, επιστρατεύοντας την ήδη παραδεδομένη στη μνήμη κατασκοπευτική του δράση. Ο συγγραφέας πλάθει, δηλαδή, έναν ήρωα που εξελικτικά αποκτά παράλογες προεκτάσεις. Ο Βασίλης Βλάχος διεκπεραιώνει αριστοτεχνικά τον παραπάνω τύπο υιοθετώντας με αυτοσαρκασμό, γλυκόπικρο χιούμορ, δραστικά χαμηλούς τόνους και, στο φινάλε, λυρικές και συγκινησιακές εξάρσεις, την πεμπτουσία μιας «συγκρατημένης» παράνοιας. Οι ισορροπημένες συνιστώσες του κωμικού και του τραγικού και η συνδρομή της αστυνομικής πλοκής οδηγούν σε μια πολιτική αλληγορία κωμικοτραγικής εξόδου : Το πολιτικό εκείνο σύστημα που καταρρακώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τραυματίζει την ψυχική ισορροπία των πολιτών μπορεί να μεταμορφωθεί σε ασφαλιστική δικλείδα προστασίας και αποκομμένο από τη βάση του, αφημένο στα χέρια μιας μικρής εστίας μπορεί να εκθρέψει φασιστικές μάζες».
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Ο Σπιούνος των Βαλκανίων» του Ντούσαν Κοβάτσεβιτς
Από την καλλιτεχνική εταιρεία «Αλεξάνδρεια»
Μετάφραση : Γκάγκα Ρόσιτς
Σκηνοθεσία : Νίκος Μπουσδούκος
Σκηνικά : Λαμπρινή Καρδάρα
Κοστούμια : Ματίνα Φραγκάκη
Μουσική : Μάρω Θεοδωράκη
Φωτισμοί : Δημήτρης Τσιούμας
Παίζουν : Βασίλης Βλάχος, Ουρανία Μπασλή, Νίκος Γκεσούλης, Δώρα Βουκελάτου και Γιάννης Γλυμακόπουλος.
ΘΕΑΤΡΟ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Σαρρή 40, Ψυρρή, τηλ. 210 33 10 665
Πέμπτη-Παρασκευή-Σάββατο 21. 00, Κυριακή 18. 30
1 σχόλιο:
kaloutsikh parastash an kai ligaki vareth. o Ντούσαν Κοβάτσεβιτς einai enas apo tous agapimenous mou sygrafeis kai perimena na dw kati kalytero. ostoso o Nikos Mpousdoukos ekane to kalytero poy mporoyse gia na vgei mia axioprosekth douleia
Δημοσίευση σχολίου