«Ο χώρος εν γένει αποτελεί αποκλειστικά και μόνο μια δραστηριότητα της ψυχής, τουλάχιστον ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος συνδέει καθ’ αυτούς ασύνδετους αισθητηριακούς ερεθισμούς προς έννοιες εποπτείες.
Η μοναδικότητα των όντων που καταλαμβάνουν ένα χώρο και των σχέσεων που αναπτύσσουν εντός αυτού, δύναται να καταστήσει και το χώρο μοναδικό – και όχι το αντίστροφο, ως είθισται να πιστεύουμε»
Georg Simmel
Το έργο του σύγχρονου Ελβετού θεατρικού συγγραφέα Λούκας Μπέρφους (που γεννήθηκε το 1971), «Τέσσερις εικόνες αγάπης» γράφτηκε το 2002 ενώ παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό πριν από τέσσερα χρόνια στον εξώστη του Θεάτρου Αμόρε σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου και στη στρωτή μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα, η οποία κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νεφέλη».
Η οπτική της παράστασης
Διανύοντας το δέκατο χρόνο λειτουργίας της, η ομάδα «ΟΠΕRA» του συνθέτη-σκηνοθέτη Θοδωρή Αμπαζή, έχει διαμορφώσει τους δικούς της κώδικες και επιδίδεται σ’ ένα γόνιμο πειραματισμό που συνδυάζει τη μουσική, την κίνηση, το λόγο, το τραγούδι παράγοντας σύνθετα θεάματα, τα οποία δοκιμάζουν συχνά τα όρια της θεατρικής πράξης.
Φέτος, η ομάδα «ΟΠΕRA» καταθέτει τη δική της πρόταση πάνω στο έργο και η σκηνοθεσία του Θοδωρή Αμπαζή βάζει τα πρόσωπα του να κινούνται σα να έχουν παγιδευτεί μέσα σ’ ένα λευκό «κελί». Η ευθύνη βαραίνει κυρίως τους χαμένους εαυτούς τους όπου μάταια αναζητούν. Απαντήσεις δε δίνονται έτοιμες, θέτονται μόνο ερωτήματα. Η λύση όμως υποψιάζεται κανείς ότι βρίσκεται στα χέρια τους γιατί σ’ αυτή τη «φυλακή», η πόρτα είναι ανοιχτή και τα αδιέξοδα που επικαλούνται οι ήρωες μοιάζουν να έχουν πλαστεί από τους ίδιους…
Με χαρακτηριστική ελλειπτική δομή και γλώσσα, ο δραματουργός Λούκας Μπέρφους (Lukas Barfuss) αναζητά μια σύγχρονη ερωτική ηθική που θα ξαναέδινε στην αγάπη το χαμένο της νόημα. Η πλήξη που ωθεί στην αλλαγή, οι ανασφάλειες και οι φόβοι, οι θεωρίες για την πίστη και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς την προδοσία, το συναίσθημα της ζήλιας και οι παρερμηνείες του, η ανάγκη για προστασία αλλά και ο εγωισμός που οδηγεί σε μια συγκεχυμένη συχνά απειλή εκδίκησης, ξεδιπλώνονται στους έρωτες και τα μίση τεσσάρων ανθρώπων.
Οι τέσσερις εικόνες μοιάζουν με ένα παιχνίδι. Και όπως κάθε παιχνίδι δομείται από τους απαράβατους κανόνες του έτσι και κάθε σχέση συνίσταται από τους άτεγκτους όρους της. Κάθε πράξη είναι μια επιλογή, μια πόρτα ανοιχτή, μια τρομερή θέση που επιτρέπει την αίσθηση του εδώ και τη θέα του άλλου. Όπως εύστοχα σημειώνει, μεταξύ άλλων, η δραματολόγος Έλσα Ανδριανού πρόκειται για «τέσσερις εικόνες που σιωπούν πεισματικά για την αγάπη κι ένας εκκωφαντικός εισβολέας-καταλύτης-φύλακας-άγγελος, ένας σταθερός εγγυητής της επανάληψης του παιχνίδιου».
Ο σκηνικός χώρος και οι ερμηνείες
Ο σκηνικός χώρος της Ελένης Μανωλοπούλου αποτελείται από ένα άσπρο τετράγωνο κουτί, στο οποίο έχουν χαραχθεί με μαύρες γραμμές, ωρολογιακές ενδείξεις και φωτεινές επιγραφές μιας εξόδου κινδύνου. Τα πρόσωπα της ιστορίας βρίσκονται στη σκηνή από την αρχή έως το τέλος του έργου συνυπάρχοντας παράλληλα χωρίς ν’ αποσπούν όμως την προσοχή του θεατή από τη δράση. Ένα κρεβάτι στη γωνία με μια τηλεόραση παραπέμπει στο θάλαμο νοσοκομείου, ένα γραφείο και τα υπόλοιπα σκηνικά αντικείμενα υποδηλώνουν το χώρο δράσης. Πολύχρωμα, τα κοστούμια των τεσσάρων κεντρικών προσώπων καθώς διαθέτουν ονόματα και ιδιότητες. Αντίθετα, το απρόσωπο στοιχείο του γκρουμ, του μοντέλου, του αστυνομικού και του φοιτητή σχεδιάστηκαν σχηματικά με μαύρες γραμμές σε άσπρες μπλούζες που εναλλάσσει ο ηθοποιός στη σκηνή.
Οι μουσικοί τόνοι λειτούργησαν υποβλητικά ενώ εύστοχα ακούστηκε ο Έλβις στο τραγούδι «Can’t help falling in love» των George Weiss, Hugo Peretti και Luigi Creatore. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου δημιουργούν ατμόσφαιρα που παράγει ερεθίσματα, τα οποία διεγείρουν την ομοιοπαθητική λειτουργία μεταξύ θεάματος και θεατή.
Η Δανάη Σαριδάκη (Έβελυν) αποδίδει με εκφραστική δεξιοτεχνία την ερωτευμένη ψυχασθενή, χωρίς γραφικές υπερβολές. Η Τζωρτζίνα Δαλιάνη (Σούζαν) υποδύεται την απατημένη ζωγράφο δίνοντας έμφαση στα χαρακτηριστικά μιας εκκεντρικής προσωπικότητας. Ο Αντώνης Φραγκάκης (Ντάνιελ) αποτυπώνει στην ερμηνεία του την ιδιάζουσα φύση του γιατρού και διανθίζει μ’ ένα κυνικό χιούμορ το χαρακτήρα. Ο Νέστωρ Κοψιδάς (Σεμπάστιαν) κάνει αισθητή την αλλαγή της ψυχικής διάθεσης του προσώπου που υποδύεται με επιδέξιους χειρισμούς. Χαρακτηριστικό στιγμιότυπο η σκηνή που καταπίνει μονορούφι ενάμιση λίτρο μεταλλικό νερό! Ο Σταύρος Σιούλης (γκρουμ, μοντέλο, αστυνομικός, φοιτητής) διαφοροποιεί με τη φωνή και τις χειρονομίες τους τέσσερις διαφορετικούς ρόλους που υποδύεται.
Το ολιγοσέλιδο πρόγραμμα γεμίζει με ενδιαφέρουσες διασκευές από ιστορίες και παραμύθια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και των Αδελφών Γκρίμμ ενώ διακοσμείται με ασπρόμαυρα σχέδια σκηνικών.
Στο σύνολο της, μια πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά. Αξίζει τον κόπο να κατέβει κανείς τα σκαλιά για να οδηγηθεί στο μικρό υπόγειο ενός πολυχώρου με πορεία στο εναλλακτικό θέατρο.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Τέσσερις εικόνες αγάπης» του Λούκας Μπέρφους
Από την ομάδα «ΟΠΕRA»
Μετάφραση : Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία – μουσική : Θοδωρής Αμπαζής
Σκηνικά – Κοστούμια : Ελένη Μανωλοπούλου
Κίνηση : Αγγελική Στελλάτου
Φωτισμοί : Αλέκος Αναστασίου
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Δανάη Σαριδάκη, Αντώνης Φραγκάκης, Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Νέστωρ Κοψιδάς και Σταύρος Σιούλης
ΠΟΛΥΧΩΡΟΣ BIOS
Πειραιώς 84, Γκάζι, τηλ. 210 34 25 335
Τετάρτη – Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο – Κυριακή 21.00
Η μοναδικότητα των όντων που καταλαμβάνουν ένα χώρο και των σχέσεων που αναπτύσσουν εντός αυτού, δύναται να καταστήσει και το χώρο μοναδικό – και όχι το αντίστροφο, ως είθισται να πιστεύουμε»
Georg Simmel
Το έργο του σύγχρονου Ελβετού θεατρικού συγγραφέα Λούκας Μπέρφους (που γεννήθηκε το 1971), «Τέσσερις εικόνες αγάπης» γράφτηκε το 2002 ενώ παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό πριν από τέσσερα χρόνια στον εξώστη του Θεάτρου Αμόρε σε σκηνοθεσία Γιάννη Μόσχου και στη στρωτή μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα, η οποία κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νεφέλη».
Η οπτική της παράστασης
Διανύοντας το δέκατο χρόνο λειτουργίας της, η ομάδα «ΟΠΕRA» του συνθέτη-σκηνοθέτη Θοδωρή Αμπαζή, έχει διαμορφώσει τους δικούς της κώδικες και επιδίδεται σ’ ένα γόνιμο πειραματισμό που συνδυάζει τη μουσική, την κίνηση, το λόγο, το τραγούδι παράγοντας σύνθετα θεάματα, τα οποία δοκιμάζουν συχνά τα όρια της θεατρικής πράξης.
Φέτος, η ομάδα «ΟΠΕRA» καταθέτει τη δική της πρόταση πάνω στο έργο και η σκηνοθεσία του Θοδωρή Αμπαζή βάζει τα πρόσωπα του να κινούνται σα να έχουν παγιδευτεί μέσα σ’ ένα λευκό «κελί». Η ευθύνη βαραίνει κυρίως τους χαμένους εαυτούς τους όπου μάταια αναζητούν. Απαντήσεις δε δίνονται έτοιμες, θέτονται μόνο ερωτήματα. Η λύση όμως υποψιάζεται κανείς ότι βρίσκεται στα χέρια τους γιατί σ’ αυτή τη «φυλακή», η πόρτα είναι ανοιχτή και τα αδιέξοδα που επικαλούνται οι ήρωες μοιάζουν να έχουν πλαστεί από τους ίδιους…
Με χαρακτηριστική ελλειπτική δομή και γλώσσα, ο δραματουργός Λούκας Μπέρφους (Lukas Barfuss) αναζητά μια σύγχρονη ερωτική ηθική που θα ξαναέδινε στην αγάπη το χαμένο της νόημα. Η πλήξη που ωθεί στην αλλαγή, οι ανασφάλειες και οι φόβοι, οι θεωρίες για την πίστη και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς την προδοσία, το συναίσθημα της ζήλιας και οι παρερμηνείες του, η ανάγκη για προστασία αλλά και ο εγωισμός που οδηγεί σε μια συγκεχυμένη συχνά απειλή εκδίκησης, ξεδιπλώνονται στους έρωτες και τα μίση τεσσάρων ανθρώπων.
Οι τέσσερις εικόνες μοιάζουν με ένα παιχνίδι. Και όπως κάθε παιχνίδι δομείται από τους απαράβατους κανόνες του έτσι και κάθε σχέση συνίσταται από τους άτεγκτους όρους της. Κάθε πράξη είναι μια επιλογή, μια πόρτα ανοιχτή, μια τρομερή θέση που επιτρέπει την αίσθηση του εδώ και τη θέα του άλλου. Όπως εύστοχα σημειώνει, μεταξύ άλλων, η δραματολόγος Έλσα Ανδριανού πρόκειται για «τέσσερις εικόνες που σιωπούν πεισματικά για την αγάπη κι ένας εκκωφαντικός εισβολέας-καταλύτης-φύλακας-άγγελος, ένας σταθερός εγγυητής της επανάληψης του παιχνίδιου».
Ο σκηνικός χώρος και οι ερμηνείες
Ο σκηνικός χώρος της Ελένης Μανωλοπούλου αποτελείται από ένα άσπρο τετράγωνο κουτί, στο οποίο έχουν χαραχθεί με μαύρες γραμμές, ωρολογιακές ενδείξεις και φωτεινές επιγραφές μιας εξόδου κινδύνου. Τα πρόσωπα της ιστορίας βρίσκονται στη σκηνή από την αρχή έως το τέλος του έργου συνυπάρχοντας παράλληλα χωρίς ν’ αποσπούν όμως την προσοχή του θεατή από τη δράση. Ένα κρεβάτι στη γωνία με μια τηλεόραση παραπέμπει στο θάλαμο νοσοκομείου, ένα γραφείο και τα υπόλοιπα σκηνικά αντικείμενα υποδηλώνουν το χώρο δράσης. Πολύχρωμα, τα κοστούμια των τεσσάρων κεντρικών προσώπων καθώς διαθέτουν ονόματα και ιδιότητες. Αντίθετα, το απρόσωπο στοιχείο του γκρουμ, του μοντέλου, του αστυνομικού και του φοιτητή σχεδιάστηκαν σχηματικά με μαύρες γραμμές σε άσπρες μπλούζες που εναλλάσσει ο ηθοποιός στη σκηνή.
Οι μουσικοί τόνοι λειτούργησαν υποβλητικά ενώ εύστοχα ακούστηκε ο Έλβις στο τραγούδι «Can’t help falling in love» των George Weiss, Hugo Peretti και Luigi Creatore. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου δημιουργούν ατμόσφαιρα που παράγει ερεθίσματα, τα οποία διεγείρουν την ομοιοπαθητική λειτουργία μεταξύ θεάματος και θεατή.
Η Δανάη Σαριδάκη (Έβελυν) αποδίδει με εκφραστική δεξιοτεχνία την ερωτευμένη ψυχασθενή, χωρίς γραφικές υπερβολές. Η Τζωρτζίνα Δαλιάνη (Σούζαν) υποδύεται την απατημένη ζωγράφο δίνοντας έμφαση στα χαρακτηριστικά μιας εκκεντρικής προσωπικότητας. Ο Αντώνης Φραγκάκης (Ντάνιελ) αποτυπώνει στην ερμηνεία του την ιδιάζουσα φύση του γιατρού και διανθίζει μ’ ένα κυνικό χιούμορ το χαρακτήρα. Ο Νέστωρ Κοψιδάς (Σεμπάστιαν) κάνει αισθητή την αλλαγή της ψυχικής διάθεσης του προσώπου που υποδύεται με επιδέξιους χειρισμούς. Χαρακτηριστικό στιγμιότυπο η σκηνή που καταπίνει μονορούφι ενάμιση λίτρο μεταλλικό νερό! Ο Σταύρος Σιούλης (γκρουμ, μοντέλο, αστυνομικός, φοιτητής) διαφοροποιεί με τη φωνή και τις χειρονομίες τους τέσσερις διαφορετικούς ρόλους που υποδύεται.
Το ολιγοσέλιδο πρόγραμμα γεμίζει με ενδιαφέρουσες διασκευές από ιστορίες και παραμύθια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και των Αδελφών Γκρίμμ ενώ διακοσμείται με ασπρόμαυρα σχέδια σκηνικών.
Στο σύνολο της, μια πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά. Αξίζει τον κόπο να κατέβει κανείς τα σκαλιά για να οδηγηθεί στο μικρό υπόγειο ενός πολυχώρου με πορεία στο εναλλακτικό θέατρο.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Τέσσερις εικόνες αγάπης» του Λούκας Μπέρφους
Από την ομάδα «ΟΠΕRA»
Μετάφραση : Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία – μουσική : Θοδωρής Αμπαζής
Σκηνικά – Κοστούμια : Ελένη Μανωλοπούλου
Κίνηση : Αγγελική Στελλάτου
Φωτισμοί : Αλέκος Αναστασίου
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Δανάη Σαριδάκη, Αντώνης Φραγκάκης, Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Νέστωρ Κοψιδάς και Σταύρος Σιούλης
ΠΟΛΥΧΩΡΟΣ BIOS
Πειραιώς 84, Γκάζι, τηλ. 210 34 25 335
Τετάρτη – Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο – Κυριακή 21.00
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου