Στο θέατρο Εξαρχείων συνεχίζονται για δεύτερη χρονιά οι παραστάσεις του ψυχολογικού θρίλερ της Βρετανίδας Bryony Lavery, «Καυτός Πάγος» («Frozen») που ανέβηκε για πρώτη φορά το 1998 στο «Birmingham Repertory Theatre» και από τότε παίζεται με επιτυχία σε όλο τον κόσμο.
Ο Ράλφ, ένας παιδόφιλος συναισθηματικά και εγκεφαλικά ανάπηρος εξ αιτίας της συστηματικής κακοποίησης που υπέστη σε νεαρή ηλικία, έχει διαπράξει εφτά εγκλήματα. Στην ιστορία που παρακολουθούμε, διασταυρώνονται οι μοίρες τριών προσώπων φαινομενικά αγνώστων μεταξύ τους, με αφετηρία την απαγωγή και δολοφονία της δεκάχρονης Ρόνας, το πτώμα της οποίας θα βρεθεί χρόνια αργότερα οδηγώντας στη σύλληψη και καταδίκη του δράστη. Μέσα από την αποσπασματική αφηγηματική γραφή και τις εναλλαγές δυνατών μονολόγων των τριάντα δύο γρήγορων εικόνων, αναδύεται μια αισιόδοξη στάση ζωής. Η μητέρα του κοριτσιού, Νάνσυ, αντιμέτωπη με την πιο αποτρόπαιη πράξη, βρίσκει τη δύναμη ν’ αποβάλλει το μίσος και να συγχωρήσει το δολοφόνο του παιδιού της. Η διάσημη ψυχίατρος, Αγκνέτα, που μόλις έχασε τον εραστή της, αναλαμβάνει την περίπτωση του Ραλφ, που εντάσσεται στο πεδίο της επιστημονικής της έρευνας. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στην ανακάλυψη βαθύτερων αιτιών της εγκληματικής συμπεριφοράς και μέσα από εκτεταμένες επιστημονικές μελέτες, αποσπάσματα των οποίων παραθέτει αυτούσια επί σκηνής, επιχειρεί να εξερευνήσει τις συνέπειες που προκαλεί η κακοποίηση στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και κατ’ επέκταση στη διαμόρφωση της ψυχοσωματικής υπόστασης.
Λιτό, γυμνό, αφαιρετικό το σκηνικό που έστησε η Εύα Μανιδάκη, που μαζί με τους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου, διαμορφώνουν ένα ψυχρό χώρο στον οποίο μετακινούνται νοητά οι ήρωες από την αυλή του σπιτιού, στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, στην αίθουσα συνεδρίων, στο απρόσωπο κελί της φυλακής. Ο Τάκης Βουτέρης ενσαρκώνει τη σκοτεινή φιγούρα του Ράλφ αποφεύγοντας εντέχνως τις τυποποιημένες φόρμες, φωτίζοντας με δεινότητα τις αντιφατικές πλευρές ενός ψυχικά διαταραγμένου προσώπου και κατορθώνει διανθίζοντας την ερμηνεία του με χιούμορ και τρυφερότητα, να μην προκαλεί απέχθεια. Σπαραχτική αλλά με μέτρο και ισορροπία στο δύσκολο ρόλο της μάνας η Αννίτα Δεκαβάλλα ενώ η Ανθή Ανδρεοπούλου χειρίζεται επιδέξια την ισορροπητική δομή που εκφράζει η ηρωίδα που υποδύεται.
Σύμφωνα με το φιλόλογο Κώστα Τσουραπούλη "καθένα από τα τρία πρόσωπα στήνει με μονόλογο το δικό του παγόβουνο σχηματίζοντας την τριαδική υπόσταση του «Πάγου». Ο Ραλφ, κακοποιημένος σεξουαλικά από τον πατέρα του σε τρυφερή ηλικία, παγιδεύεται στο δικό του προσωπικό σύστημα αντίληψης υπακούοντας στα θεμελιώδη αξιώματα της ιδιαίτερης ψυχοπαθολογίας του που υπαγορεύεται από την έλλειψη συνειδητοποίησης των συνεπειών των εγκληματικών πράξεών του, τη συναισθηματική ανεπάρκεια, την ασταθή συμπεριφορά και την ιδεοψυχαναγκαστική εμμονή σε θέματα τάξης. Η τελευταία μάλιστα είναι το εξωτερικό περίβλημα από το οποίο ντύνεται η ψυχοπαθολογία του. Η γλώσσα του, ευθυγραμμισμένη πλήρως με το παλιμπαιδιστικό και ψυχαναγκαστικό ύφος που παράγουν η παιδική αφέλεια και η «ευταξία» του, διανθισμένη με την κυνική ωμότητα των ειδεχθών πράξεων και με μηχανιστικές επαναληπτικές κινήσεις (τικ), αποδίδει τις πιο λεπτές και ευαίσθητες αποχρώσεις του «Πάγου». Η μητέρα, οργανικά δεμένη με τον ομφάλιο λώρο της χρονικής στιγμής του αποτρόπαιου θανάτου της κόρης της, εγκλωβίζεται στο αίσθημα του πόνου και του μίσους και αποκόπτεται συνειδητά από τη συνέχιση της ζωής. Η γλώσσα της υπακούει στο θυμικό μέρος της ψυχής της που εκδηλώνεται πότε ωμά και πότε υπαινικτικά. Η ψυχίατρος υψώνει το δικό της παγωμένο τείχος και περιορίζεται στα στενά στεγανά του ερευνητικού και επιστημονικού της πεδίου. Η γλώσσα της υπακούει στο επιστημονικό και συνάμα εκλαϊκευτικό ύφος των διαλέξεων.
Το ερμηνευτικό κλειδί της μεταστροφής της ψυχολογίας των προσώπων είναι η μετατροπή του «Πάγου» σε θερμότητα. Η θερμότητα αυτή υπερεκχειλίζει από την αντικατάσταση των δυνάμεων του Κακού από τις δυνάμεις του Καλού και ειδικότερα από τη δύναμη της συγχώρεσης, η οποία ως καθαρτική ουσία συμβάλλει στην αποκατάσταση της ηθικής ισορροπίας. Μέσω αποφασιστικών-πλην απότομων όμως-αλληλεπιδράσεων των προσώπων-διαλογικών σκηνών που παρεμβάλλονται ανάμεσα στους μονολόγους- επέρχεται η ατομική κάθαρση του καθενός. Η μητέρα, ύστερα από παρότρυνση της άλλης κόρης της που έχει επιδοθεί στα νάματα της ανατολικής φιλοσοφίας, αποφασίζει να συγχωρήσει τον εγκληματία και να χαράξει νέους δρόμους στη ζωή της αποφορτίζοντας την ψυχρότητα στην οποία είχε καθηλωθεί. Ο παιδόφιλος με τη σειρά του αρχίζει μετά το συναισθηματικό άγγιγμα της μητέρας να συνειδητοποιεί το μέγεθος της πράξης του δημιουργώντας τύψεις και εμφανίζοντας ενοχλήσεις στην καρδιά ώσπου εκτοξεύει το συσσωρευμένο για χρόνια πόνο του, διαμορφώνοντας μια πρωτοφανή συναισθηματική νοημοσύνη που, επειδή ο ίδιος δεν έχει την πείρα να διαχειριστεί, τον οδηγεί στην αυτοκτονία, στην προσωπική του λύτρωση. Η ψυχίατρος, ύστερα από την ανάδειξη του προσωπικού δράματος της μοιχείας και της απώλειας του αγαπημένου της προσώπου, αρχίζει να χτίζει περισσότερο το στοιχείο της ανθρώπινης επαφής της με τον εγκληματία και με βάση τη θεωρία της για την κοινωνική φύση του εγκλήματος αρχίζει να τον βλέπει με περισσότερη επιείκεια και συγκατάβαση. Ωστόσο, μετά το τραγικό τέλος του Ραλφ, προσανατολίζεται με αισιοδοξία στην αντιμετώπιση του δικού της πάθους.
Ο Ράλφ, ένας παιδόφιλος συναισθηματικά και εγκεφαλικά ανάπηρος εξ αιτίας της συστηματικής κακοποίησης που υπέστη σε νεαρή ηλικία, έχει διαπράξει εφτά εγκλήματα. Στην ιστορία που παρακολουθούμε, διασταυρώνονται οι μοίρες τριών προσώπων φαινομενικά αγνώστων μεταξύ τους, με αφετηρία την απαγωγή και δολοφονία της δεκάχρονης Ρόνας, το πτώμα της οποίας θα βρεθεί χρόνια αργότερα οδηγώντας στη σύλληψη και καταδίκη του δράστη. Μέσα από την αποσπασματική αφηγηματική γραφή και τις εναλλαγές δυνατών μονολόγων των τριάντα δύο γρήγορων εικόνων, αναδύεται μια αισιόδοξη στάση ζωής. Η μητέρα του κοριτσιού, Νάνσυ, αντιμέτωπη με την πιο αποτρόπαιη πράξη, βρίσκει τη δύναμη ν’ αποβάλλει το μίσος και να συγχωρήσει το δολοφόνο του παιδιού της. Η διάσημη ψυχίατρος, Αγκνέτα, που μόλις έχασε τον εραστή της, αναλαμβάνει την περίπτωση του Ραλφ, που εντάσσεται στο πεδίο της επιστημονικής της έρευνας. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στην ανακάλυψη βαθύτερων αιτιών της εγκληματικής συμπεριφοράς και μέσα από εκτεταμένες επιστημονικές μελέτες, αποσπάσματα των οποίων παραθέτει αυτούσια επί σκηνής, επιχειρεί να εξερευνήσει τις συνέπειες που προκαλεί η κακοποίηση στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και κατ’ επέκταση στη διαμόρφωση της ψυχοσωματικής υπόστασης.
Λιτό, γυμνό, αφαιρετικό το σκηνικό που έστησε η Εύα Μανιδάκη, που μαζί με τους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου, διαμορφώνουν ένα ψυχρό χώρο στον οποίο μετακινούνται νοητά οι ήρωες από την αυλή του σπιτιού, στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, στην αίθουσα συνεδρίων, στο απρόσωπο κελί της φυλακής. Ο Τάκης Βουτέρης ενσαρκώνει τη σκοτεινή φιγούρα του Ράλφ αποφεύγοντας εντέχνως τις τυποποιημένες φόρμες, φωτίζοντας με δεινότητα τις αντιφατικές πλευρές ενός ψυχικά διαταραγμένου προσώπου και κατορθώνει διανθίζοντας την ερμηνεία του με χιούμορ και τρυφερότητα, να μην προκαλεί απέχθεια. Σπαραχτική αλλά με μέτρο και ισορροπία στο δύσκολο ρόλο της μάνας η Αννίτα Δεκαβάλλα ενώ η Ανθή Ανδρεοπούλου χειρίζεται επιδέξια την ισορροπητική δομή που εκφράζει η ηρωίδα που υποδύεται.
Σύμφωνα με το φιλόλογο Κώστα Τσουραπούλη "καθένα από τα τρία πρόσωπα στήνει με μονόλογο το δικό του παγόβουνο σχηματίζοντας την τριαδική υπόσταση του «Πάγου». Ο Ραλφ, κακοποιημένος σεξουαλικά από τον πατέρα του σε τρυφερή ηλικία, παγιδεύεται στο δικό του προσωπικό σύστημα αντίληψης υπακούοντας στα θεμελιώδη αξιώματα της ιδιαίτερης ψυχοπαθολογίας του που υπαγορεύεται από την έλλειψη συνειδητοποίησης των συνεπειών των εγκληματικών πράξεών του, τη συναισθηματική ανεπάρκεια, την ασταθή συμπεριφορά και την ιδεοψυχαναγκαστική εμμονή σε θέματα τάξης. Η τελευταία μάλιστα είναι το εξωτερικό περίβλημα από το οποίο ντύνεται η ψυχοπαθολογία του. Η γλώσσα του, ευθυγραμμισμένη πλήρως με το παλιμπαιδιστικό και ψυχαναγκαστικό ύφος που παράγουν η παιδική αφέλεια και η «ευταξία» του, διανθισμένη με την κυνική ωμότητα των ειδεχθών πράξεων και με μηχανιστικές επαναληπτικές κινήσεις (τικ), αποδίδει τις πιο λεπτές και ευαίσθητες αποχρώσεις του «Πάγου». Η μητέρα, οργανικά δεμένη με τον ομφάλιο λώρο της χρονικής στιγμής του αποτρόπαιου θανάτου της κόρης της, εγκλωβίζεται στο αίσθημα του πόνου και του μίσους και αποκόπτεται συνειδητά από τη συνέχιση της ζωής. Η γλώσσα της υπακούει στο θυμικό μέρος της ψυχής της που εκδηλώνεται πότε ωμά και πότε υπαινικτικά. Η ψυχίατρος υψώνει το δικό της παγωμένο τείχος και περιορίζεται στα στενά στεγανά του ερευνητικού και επιστημονικού της πεδίου. Η γλώσσα της υπακούει στο επιστημονικό και συνάμα εκλαϊκευτικό ύφος των διαλέξεων.
Το ερμηνευτικό κλειδί της μεταστροφής της ψυχολογίας των προσώπων είναι η μετατροπή του «Πάγου» σε θερμότητα. Η θερμότητα αυτή υπερεκχειλίζει από την αντικατάσταση των δυνάμεων του Κακού από τις δυνάμεις του Καλού και ειδικότερα από τη δύναμη της συγχώρεσης, η οποία ως καθαρτική ουσία συμβάλλει στην αποκατάσταση της ηθικής ισορροπίας. Μέσω αποφασιστικών-πλην απότομων όμως-αλληλεπιδράσεων των προσώπων-διαλογικών σκηνών που παρεμβάλλονται ανάμεσα στους μονολόγους- επέρχεται η ατομική κάθαρση του καθενός. Η μητέρα, ύστερα από παρότρυνση της άλλης κόρης της που έχει επιδοθεί στα νάματα της ανατολικής φιλοσοφίας, αποφασίζει να συγχωρήσει τον εγκληματία και να χαράξει νέους δρόμους στη ζωή της αποφορτίζοντας την ψυχρότητα στην οποία είχε καθηλωθεί. Ο παιδόφιλος με τη σειρά του αρχίζει μετά το συναισθηματικό άγγιγμα της μητέρας να συνειδητοποιεί το μέγεθος της πράξης του δημιουργώντας τύψεις και εμφανίζοντας ενοχλήσεις στην καρδιά ώσπου εκτοξεύει το συσσωρευμένο για χρόνια πόνο του, διαμορφώνοντας μια πρωτοφανή συναισθηματική νοημοσύνη που, επειδή ο ίδιος δεν έχει την πείρα να διαχειριστεί, τον οδηγεί στην αυτοκτονία, στην προσωπική του λύτρωση. Η ψυχίατρος, ύστερα από την ανάδειξη του προσωπικού δράματος της μοιχείας και της απώλειας του αγαπημένου της προσώπου, αρχίζει να χτίζει περισσότερο το στοιχείο της ανθρώπινης επαφής της με τον εγκληματία και με βάση τη θεωρία της για την κοινωνική φύση του εγκλήματος αρχίζει να τον βλέπει με περισσότερη επιείκεια και συγκατάβαση. Ωστόσο, μετά το τραγικό τέλος του Ραλφ, προσανατολίζεται με αισιοδοξία στην αντιμετώπιση του δικού της πάθους.
Η συγγραφέας αντιτίθεται στην κοινοτοπία του Απόλυτου Κακού προβάλλοντας το συσχετισμό του με το Καλό. Ο συσχετισμός αυτός έρχεται να επιβεβαιώσει την πίστη της σχετικά με τη φύση εκείνης της εγκληματικής συμπεριφοράς, της οποίας το υπόβαθρο είναι ψυχολογικό και όχι γενετικό. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Ραλφ. Η σωματική κακοποίηση που υπέστη δημιούργησε παθολογικές αλλαγές στην εγκεφαλική του υποδομή, ανεξέλεγκτες από τον ίδιο και υπεύθυνες για την εγκληματική του δράση. Ο φόνος ήταν για αυτόν το μόνο μέσο για να εξωτερικεύσει το συναισθηματικό κενό που του προκάλεσε η οικογενειακή βία. Αντίβαρο αυτού του φαύλου κύκλου της βίας είναι το πρόσωπο της Μάνας που με την πράξη της συγχώρεσης και την έκφραση Αγάπης προς το παιδί της, αναδεικνύει την εξοικείωση του Ραλφ με έναν στερημένο μέχρι τώρα συναισθηματικό κόσμο, τη συναίσθηση του σφάλματός του και την εξωτερίκευση του πόνου του με τραγική απόληξη το μοιραίο τέλος. Ο καταλυτικός χαρακτήρας της συγχώρεσης και η προσπάθεια κατανόησης παραμελημένων ή άγνωστων πτυχών της εγκληματικής συμπεριφοράς μετατοπίζουν την ευθύνη από το θύτη στους κοινωνικούς ιστούς της κακοποίησης. Επιστήμη (λογική-ψυχίατρος) και θύμα (συναίσθημα-μητέρα) συνωμοτούν ενάντια σ’ ένα παγωμένο κοινωνικό σύστημα υποκρισίας που «βιάζει» διαρκώς τα παιδιά του (ψυχοπαθολογία-θύτης). Ο προσωπικός λοιπόν αγώνας για την υπέρβαση του πόνου, «το λιώσιμο του πάγου» επιτυγχάνεται μόνο όταν απομακρύνεται από τα συμβατικά κοινωνικά πρότυπα για να ανακαλύψει εκείνους τους φωτεινούς οδοδείκτες που είναι απαραίτητοι για της συνέχιση της ζωής. Η ζωή δεν έχει τίποτ’ άλλο να κάνει από το να μιμηθεί αυτήν την υπερβατική, τολμηρή και συνάμα αληθινή θεατρική τέχνη. Θα τα καταφέρει ; Η απάντηση επί της σκηνής"
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Καυτός Πάγος» της Bryony Lavery («Frozen»)
Μετάφραση : Αννίτα Δεκαβάλλα
Σκηνοθεσία : Τάκης Βουτέρης
Σκηνικά-Κοστούμια : Εύα Μανιδάκη
Μουσική : Πλάτων Ανδριτσάκης
Φωτισμοί : Αλέκος Αναστασίου
Βοηθός Σκηνογράφου : Βάσια Λύρη
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Ανθή Ανδρεοπούλου, Αννίτα Δεκαβάλλα και Τάκης Βουτέρης
ΘΕΑΤΡΟ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ
Θεμιστοκλέους 69, Εξάρχεια, τηλ. 210 33 00 879
Τετάρτη-Κυριακή 19.00, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 21.00
«Καυτός Πάγος» της Bryony Lavery («Frozen»)
Μετάφραση : Αννίτα Δεκαβάλλα
Σκηνοθεσία : Τάκης Βουτέρης
Σκηνικά-Κοστούμια : Εύα Μανιδάκη
Μουσική : Πλάτων Ανδριτσάκης
Φωτισμοί : Αλέκος Αναστασίου
Βοηθός Σκηνογράφου : Βάσια Λύρη
Τους ρόλους ερμηνεύουν : Ανθή Ανδρεοπούλου, Αννίτα Δεκαβάλλα και Τάκης Βουτέρης
ΘΕΑΤΡΟ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ
Θεμιστοκλέους 69, Εξάρχεια, τηλ. 210 33 00 879
Τετάρτη-Κυριακή 19.00, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 21.00
1 σχόλιο:
σκληρο έργο
ενδιαφερουσα παρασταση
Δημοσίευση σχολίου