Στο «Κουαρτέτο» (1981) του Ανατολικογερμανού Heiner Müller (1929- 1995) προτείνεται μια διαλογικότητα, όπου τα πρόσωπα διαχέονται σε εναλλάξιμους ρόλους ακολουθώντας ένα αυτοκαταστροφικό παιχνίδι σε βαθμό όπου ο θάνατος του εγώ να «δείχνεται» προσποιούμενος το θάνατο του άλλου, του ρόλου. Ο τίτλος παραπέμπει σε ρόλους κι όχι σε πρόσωπα : ο Βαλμόν και η Μερτέιγ παίζουν τους εαυτούς τους αλλά και τις Μαντάμ ντε Τουρβέλ και Βολάνζ. Σύγκρουση φύλων με αντεστραμμένους όρους, αφού το αρσενικό προσποιείται το θηλυκό και το θηλυκό το αρσενικό μέσα σ’ ένα παιχνίδι της άρνησης του «εγώ» και υιοθέτησης του προσωπείου που συνιστά το έτερον. («Νομίζω θα μπορούσα να εθιστώ στο να είμαι γυναίκα, Μαρκησία»).
Οι δυο κεντρικοί ήρωες, σαν επιζώντες από κάποιο γενικό όλεθρο, ενσαρκώνουν σε ένα σύγχρονο αντιπολεμικό καταφύγιο την ίδια τη φθορά. Παρακμή και πτώση, ερειπιώδης κατάσταση και σαθρότητα, εξαχρείωση και σαρκασμός είναι τα νοητικά μοτίβα πάνω στα οποία ο συγγραφέας ανασυνθέτει υλικό από το επιστολικό μυθιστόρημα του Choderlos de Laclos «Επικίνδυνες Σχέσεις» (1781) και το επανεγγράφει με τους δικούς του όρους. Από τον αυτοσαρκασμό, τη χλεύη και την τραγική γελοιότητα εκπορεύεται η ιδέα αυτού του μεταμοντέρνου κειμένου με κωμική διάσταση και στοιχεία μαύρης φάρσας. Πρόκειται για ένα διάλογο αλληλοσπαραγμού, ψυχικού ερέβους, μακάβριας σεξουαλικότητας των δυο εραστών που μάλλον διανύουν το τελευταίο κομμάτι του πολυτάραχου και σκανδαλώδους βίου τους. Χωρόχρονος : Σαλόνι πριν από τη Γαλλική Επανάσταση. Μπούνκερ μετά τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το 1987 ο Robert Wilson ανεβάζει το έργο στο Αυλικό Θέατρο του Λούντβιχμπουργκ. Η παράσταση χαρακτηριζόταν από την απουσία της πολιτικής διάστασης. Σύμφωνα με την κριτικό θεάτρου Ελένη Βαροπούλου «η μεταμοντέρνα εικονοφιλική αισθητική του σκηνοθέτη προσέδιδε στην αβυσσαλέα διαλεκτική του συγγραφέα μια δαιμονική όσο και χορογραφική όψη, μέσα από ένα είδος σκηνικής τριγωνομετρίας, με ιερατικούς ανθρώπινους γραφισμούς, με εξεζητημένα τρίγωνα και διαγωνίους». Η προβληματική του χρόνου είχε έρθει σε πρώτο πλάνο με την προσωποποίησή του και την εμφάνιση του ως συμβολική φιγούρα.
Είκοσι χρόνια μετά, ο σκηνοθέτης επανέρχεται στο σύντομο, πυκνό αυτό κείμενο-ερωτική μονομαχία, αιώνιο πόλεμο των φύλων, αγώνα λόγου, ατέρμονο παιχνίδι ταυτοτήτων και μεταμφιέσεων απαράμιλλης ειρωνείας και σκληρότητας. Ο Ariel Garcia Valdès στο ρόλο του Βαλμόν αντιμέτωπος με την Μαρκησία ντε Μερτέιγ, την οποία ενσαρκώνει η Isabelle Huppert, δοκιμάζουν τους εαυτούς τους σε μια επίδειξη υποκριτικής και ερμηνευτικής δεξιοτεχνίας. Τους πλαισιώνουν ένα ζευγάρι χορευτών κι ένας ηλικιωμένος ηθοποιός δημιουργώντας έτσι ένα κουιντέτο!
Ευρηματική και σύνθετη η σκηνοθετική ανάγνωση του Αμερικανού μάγου της εικόνας Robert Wilson. Η φορμαλιστική αισθητική του σκηνικού χώρου που «κατοικείται» από ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα ανέδειξε με πρωτότυπο και καινοτόμο προσανατολισμό το παιχνίδι των ρόλων και των μεταμορφώσεων. Η εναλλαγή ασπρόμαυρων και έγχρωμων φωτισμών παρέπεμπε σε κινηματογραφικά πλάνα σηματοδοτώντας έννοιες όπως το εφήμερο της ηδονής (έντονο κόκκινο ή μωβ) αλλά και την αιωνιότητα του θανάτου (μαύρο). Αλληλοδιαδοχή φωτοσκιάσεων, εξπρεσιονιστικών χρωμάτων και γεωμετρικών σχημάτων! Εικαστικό δρώμενο που προκαλεί αισθητική τέρψη στο θεατή ακόμα και κατά τη διάρκεια εναλλαγής των σκηνικών. Ένα θέατρο που στηρίζεται στη μαγική δύναμη της εικόνας και αποκτά έναν πολύ έντονο ονειρικό χαρακτήρα και μια παραμυθένια διάσταση που καθιστά δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα. Το λευκό μακιγιάζ στα πρόσωπα των ηθοποιών έδινε την αίσθηση μάσκας που «φανερώνει κρύβοντας ή κρύβει φανερώνοντας» μεγάλες αλήθειες για τη ζωή και το θάνατο, για τον έρωτα και το θάνατο.
Σκηνοθετικός πλουραλισμός και πολλαπλότητα υποκριτικών τεχνικών. Οι κινησιακοί και φωνητικοί κώδικες εξασφάλιζαν στην παράσταση συνοχή και ενιαία υφολογία. Κραυγές, σπασμωδικές κινήσεις, εκκωφαντικοί θόρυβοι, εναλλαγή αργόσυρτης αλλά και ταχύρρυθμης εκφοράς του λόγου, ρυθμοί rock’n’roll, rap, επαναλήψεις λέξεων ή φράσεων σε διαφορετική ή κλιμακωτή τονικότητα, παρατεταμένη σιωπή, εικόνες-ταμπλό υπογραμμίζουν τις συναισθηματικές μεταπτώσεις και τις εύθραυστες ισορροπίες των σχέσεων των δύο φύλων, που εκπροσωπούνται από τους δυο πρωταγωνιστές. Οι σαφείς αναφορές σε προγενέστερες ή σύγχρονες σκηνοθετικές προσεγγίσεις καθώς και οι παραπομπές σε υποκριτικές μεθόδους επαληθεύουν την έννοια - ή τον όρο- της «δια-παραστατικότητας».
Έντονη συγκινησιακή φόρτιση στην τελευταία δυνατή εικόνα του έργου με την Isabelle Huppert, πλάτη στο κοινό, να βαδίζει αργά προς το σκοτάδι, κρατώντας τις γόβες της, ένα ενυδρείο την ακολουθεί και αυτή επαναλαμβάνει σε διάφορες τονικότητες την τελευταία φράση του κειμένου : «Θάνατος μιας πόρνης. Τώρα είμαστε μόνοι, Καρκίνε αγάπη μου».
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Κουαρτέτο» του Heiner Muller
Παραγωγή :Odéon -Théâtre de l’Europe, La Comédie de Genève, Théâtre du Gymnase/Marseille
Μετάφραση : Jean Jourdheuil, Béatrice Perregaux
Σκηνοθεσία, σκηνογραφία, φωτισμοί : Robert Wilson
Μουσική : Michael Galasso
Βοηθός σκηνοθέτη : Ann-Christin Rommen
Βοηθός σκηνογράφου : Stéphanie Engeln
Κοστούμια : Frida Parmeggiani
Παίζουν : Isabelle Huppert, Ariel Garcia Valdès, Rachel Eberhart, Philippe Lehembre, Benoît Maréchal
ΕΘΝΙΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ (Θέατρο Ολυμπία)
Ακαδημίας 59-61, τηλ. 210 36 12 461
2, 3, 4, 6, 7 & 8 Ιουλίου στις 21. 00
Στα γαλλικά με ελληνικούς υπέρτιτλους (μετάφραση : Ελένη Βαροπούλου)
Οι δυο κεντρικοί ήρωες, σαν επιζώντες από κάποιο γενικό όλεθρο, ενσαρκώνουν σε ένα σύγχρονο αντιπολεμικό καταφύγιο την ίδια τη φθορά. Παρακμή και πτώση, ερειπιώδης κατάσταση και σαθρότητα, εξαχρείωση και σαρκασμός είναι τα νοητικά μοτίβα πάνω στα οποία ο συγγραφέας ανασυνθέτει υλικό από το επιστολικό μυθιστόρημα του Choderlos de Laclos «Επικίνδυνες Σχέσεις» (1781) και το επανεγγράφει με τους δικούς του όρους. Από τον αυτοσαρκασμό, τη χλεύη και την τραγική γελοιότητα εκπορεύεται η ιδέα αυτού του μεταμοντέρνου κειμένου με κωμική διάσταση και στοιχεία μαύρης φάρσας. Πρόκειται για ένα διάλογο αλληλοσπαραγμού, ψυχικού ερέβους, μακάβριας σεξουαλικότητας των δυο εραστών που μάλλον διανύουν το τελευταίο κομμάτι του πολυτάραχου και σκανδαλώδους βίου τους. Χωρόχρονος : Σαλόνι πριν από τη Γαλλική Επανάσταση. Μπούνκερ μετά τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το 1987 ο Robert Wilson ανεβάζει το έργο στο Αυλικό Θέατρο του Λούντβιχμπουργκ. Η παράσταση χαρακτηριζόταν από την απουσία της πολιτικής διάστασης. Σύμφωνα με την κριτικό θεάτρου Ελένη Βαροπούλου «η μεταμοντέρνα εικονοφιλική αισθητική του σκηνοθέτη προσέδιδε στην αβυσσαλέα διαλεκτική του συγγραφέα μια δαιμονική όσο και χορογραφική όψη, μέσα από ένα είδος σκηνικής τριγωνομετρίας, με ιερατικούς ανθρώπινους γραφισμούς, με εξεζητημένα τρίγωνα και διαγωνίους». Η προβληματική του χρόνου είχε έρθει σε πρώτο πλάνο με την προσωποποίησή του και την εμφάνιση του ως συμβολική φιγούρα.
Είκοσι χρόνια μετά, ο σκηνοθέτης επανέρχεται στο σύντομο, πυκνό αυτό κείμενο-ερωτική μονομαχία, αιώνιο πόλεμο των φύλων, αγώνα λόγου, ατέρμονο παιχνίδι ταυτοτήτων και μεταμφιέσεων απαράμιλλης ειρωνείας και σκληρότητας. Ο Ariel Garcia Valdès στο ρόλο του Βαλμόν αντιμέτωπος με την Μαρκησία ντε Μερτέιγ, την οποία ενσαρκώνει η Isabelle Huppert, δοκιμάζουν τους εαυτούς τους σε μια επίδειξη υποκριτικής και ερμηνευτικής δεξιοτεχνίας. Τους πλαισιώνουν ένα ζευγάρι χορευτών κι ένας ηλικιωμένος ηθοποιός δημιουργώντας έτσι ένα κουιντέτο!
Ευρηματική και σύνθετη η σκηνοθετική ανάγνωση του Αμερικανού μάγου της εικόνας Robert Wilson. Η φορμαλιστική αισθητική του σκηνικού χώρου που «κατοικείται» από ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα ανέδειξε με πρωτότυπο και καινοτόμο προσανατολισμό το παιχνίδι των ρόλων και των μεταμορφώσεων. Η εναλλαγή ασπρόμαυρων και έγχρωμων φωτισμών παρέπεμπε σε κινηματογραφικά πλάνα σηματοδοτώντας έννοιες όπως το εφήμερο της ηδονής (έντονο κόκκινο ή μωβ) αλλά και την αιωνιότητα του θανάτου (μαύρο). Αλληλοδιαδοχή φωτοσκιάσεων, εξπρεσιονιστικών χρωμάτων και γεωμετρικών σχημάτων! Εικαστικό δρώμενο που προκαλεί αισθητική τέρψη στο θεατή ακόμα και κατά τη διάρκεια εναλλαγής των σκηνικών. Ένα θέατρο που στηρίζεται στη μαγική δύναμη της εικόνας και αποκτά έναν πολύ έντονο ονειρικό χαρακτήρα και μια παραμυθένια διάσταση που καθιστά δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα. Το λευκό μακιγιάζ στα πρόσωπα των ηθοποιών έδινε την αίσθηση μάσκας που «φανερώνει κρύβοντας ή κρύβει φανερώνοντας» μεγάλες αλήθειες για τη ζωή και το θάνατο, για τον έρωτα και το θάνατο.
Σκηνοθετικός πλουραλισμός και πολλαπλότητα υποκριτικών τεχνικών. Οι κινησιακοί και φωνητικοί κώδικες εξασφάλιζαν στην παράσταση συνοχή και ενιαία υφολογία. Κραυγές, σπασμωδικές κινήσεις, εκκωφαντικοί θόρυβοι, εναλλαγή αργόσυρτης αλλά και ταχύρρυθμης εκφοράς του λόγου, ρυθμοί rock’n’roll, rap, επαναλήψεις λέξεων ή φράσεων σε διαφορετική ή κλιμακωτή τονικότητα, παρατεταμένη σιωπή, εικόνες-ταμπλό υπογραμμίζουν τις συναισθηματικές μεταπτώσεις και τις εύθραυστες ισορροπίες των σχέσεων των δύο φύλων, που εκπροσωπούνται από τους δυο πρωταγωνιστές. Οι σαφείς αναφορές σε προγενέστερες ή σύγχρονες σκηνοθετικές προσεγγίσεις καθώς και οι παραπομπές σε υποκριτικές μεθόδους επαληθεύουν την έννοια - ή τον όρο- της «δια-παραστατικότητας».
Έντονη συγκινησιακή φόρτιση στην τελευταία δυνατή εικόνα του έργου με την Isabelle Huppert, πλάτη στο κοινό, να βαδίζει αργά προς το σκοτάδι, κρατώντας τις γόβες της, ένα ενυδρείο την ακολουθεί και αυτή επαναλαμβάνει σε διάφορες τονικότητες την τελευταία φράση του κειμένου : «Θάνατος μιας πόρνης. Τώρα είμαστε μόνοι, Καρκίνε αγάπη μου».
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
«Κουαρτέτο» του Heiner Muller
Παραγωγή :Odéon -Théâtre de l’Europe, La Comédie de Genève, Théâtre du Gymnase/Marseille
Μετάφραση : Jean Jourdheuil, Béatrice Perregaux
Σκηνοθεσία, σκηνογραφία, φωτισμοί : Robert Wilson
Μουσική : Michael Galasso
Βοηθός σκηνοθέτη : Ann-Christin Rommen
Βοηθός σκηνογράφου : Stéphanie Engeln
Κοστούμια : Frida Parmeggiani
Παίζουν : Isabelle Huppert, Ariel Garcia Valdès, Rachel Eberhart, Philippe Lehembre, Benoît Maréchal
ΕΘΝΙΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ (Θέατρο Ολυμπία)
Ακαδημίας 59-61, τηλ. 210 36 12 461
2, 3, 4, 6, 7 & 8 Ιουλίου στις 21. 00
Στα γαλλικά με ελληνικούς υπέρτιτλους (μετάφραση : Ελένη Βαροπούλου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου